Παρουσιάζει ο Ειρηναίος Μαράκης //
Είδαμε την «Παρείσφρηση», την εξαιρετικά επίκαιρη ταινία του Σπάικ Λι (Μάλκολμ X) για το φυλετικό ρατσισμό στις ΗΠΑ της δεκαετίας του ’70 αλλά και για τη σύγχρονη Αμερική του Ντόναλντ Τραμπ, για το διωγμό τότε και σήμερα των Μαύρων καθώς και για το ρόλο της ακροδεξιάς. Διασκεδαστική, εύστοχη και σαρκαστική, με στιβαρές και προσεγμένες ερμηνείες, με στιγμές γέλιου αλλά κι έντονης συγκίνησης και με τη σχετική δράση, βλέπεται ευχάριστα και ως πολιτικό σχόλιο αιχμής κι ως περιπέτεια, μακριά βέβαια από τα κλισέ και τις γελοιότητες των μπλόκμπαστερ. Βασισμένη στην αληθινή ιστορία του πρώτου Αφροαμερικανού αστυνομικού, του Ρον Στάλγουορθ, ο οποίος κατάφερε με επιτυχία να παρεισφρήσει ως μυστικός σε οργάνωση της Κου Κλουξ Κλαν στην περιοχή του Κολοράντο Σπρινγκς!
Ευχάριστη έκπληξη
Και αυτό ακριβώς είναι το πρώτο σημείο όπου η ταινία αυτή σου προκαλεί ευχάριστη έκπληξη για να την ενισχύσει στη συνέχεια: όντως ο Ρον Στάλγουορθ εισχώρησε το 1978 ως μυστικός στην τοπική οργάνωση της Κου Κλουξ Κλαν και σε συνεργασία με τον Εβραϊκής καταγωγής(!) συνάδελφο του Φλιπ, ο οποίος αντιμετώπισε την –δικαιολογημένη– καχυποψία των ακροδεξιών φανατικών για το ποιος είναι και για τους σκοπούς του. Και όχι μόνο εισχώρησε αλλά κατάφερε να βγει κι αλώβητος από αυτή την ιστορία, σε μια περίοδο που τα φυλετικά μίση και πάθη βρίσκονταν στο απόγειο τους, όπως άλλωστε και τώρα… Με αυτή ακριβώς την επικαιροποίηση και κυρίως, την καταγγελία των θεμάτων της κλείνει η ταινία: με την σύγχρονη Αμερική του Ντόναλντ Τραμπ όπου οι ναζιστικές συμμορίες δοξάζουν την ανωτερότητα της Λευκής Φυλής, με τη φασιστική επίθεση και τη δολοφονία της ακτιβίστριας Χέδερ Χάγιερ στο Σάρλοτσβιλ καθώς και με τις αντιστάσεις που αναπτύσσονται απέναντι σε όλα αυτά.
Η ταινία τιμήθηκε με το Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής στο Φεστιβάλ των Κανών και όχι άδικα καθώς προχωράει σε μια μίξη θεμάτων που μπορεί να μην είναι πρωτότυπη, έχουν εφαρμόσει κι άλλοι δημιουργοί αυτή την λογική στις ταινίες τους όπως πχ ο Στάνλεϊ Κιούμπρικ (SOS, Πεντάγωνο καλεί Μόσχα), αλλά που εύστοχα αποδομεί βήμα το βήμα τη σύγχρονη αμερικάνικη κρίση που στηρίζει κι ενισχύει την φασιστική βία σε βάρος των δημοκρατικών δυνάμεων και φυσικά ενάντια σε καθετί δημοκρατικό. Όπως σχολίασε ο Σπάικ Λι κατά τη διάρκεια της βράβευσης του: «Διότι σήμερα ζούμε πραγματικά επικίνδυνα χρόνια, όμως (…) η ταινία μιλά από μόνη της» ενώ τόνισε πως «Στόχος της είναι να μας βγάλει από την πνευματική μας νάρκωση και να μας οδηγήσει στην αλήθεια, την καλοσύνη, την αγάπη και όχι στο μίσος». Κατά τη γνώμη μας, η ταινία και η συζήτηση που μπορεί να ανοίξει γύρω από όλα αυτά τα ζητήματα, μπορεί να γίνει και αφορμή για δράση αλλά βέβαια όχι από μόνη της…
Αντιρατσιστικό αίσθημα, σάτιρα και σφάλματα
Η «Παρείσφρηση» είναι οπωσδήποτε μια προκλητική ταινία, με σαφέστατο αντιρατσιστικό πνεύμα και προσανατολισμό όπου χτυπάει δυνατά το καμπανάκι σχετικά με την άνοδο της ακροδεξιάς και την επιτακτική ανάγκη να μπει ένα φρένο σε όλα αυτά καθώς και στις πολιτικές που τα προωθούν και που τα αναπαράγουν. Ο τρόπος που αναπτύσσει το δίκτυο της η φασιστική συμμορία στο φιλμ, η προσπάθεια της άμβλυνσης των ρατσιστικών αιχμών μπροστά στις κάμερες για να κερδηθεί ένα ευρύτερο κομμάτι πληθυσμού σε αυτές τις πολιτικές, η σκληρότητα και το μίσος των ρατσιστικών εγκλημάτων που ενισχύθηκαν και μέσα από τον πολιτισμό (καίρια και σκληρά σοκαριστική η αναφορά στις ταινίες «Όσα Παίρνει Ο Άνεμος» (1939) και «Γέννηση ενός Έθνους» (1915), που ενώ είναι και αναφέρονται ως ορόσημα του αμερικάνικου κινηματογράφου συνετέλεσαν στην καλλιέργεια και στην αναζωπύρωση των ρατσιστικών και φυλετικών αντιλήψεων) καθώς και η διήγηση ενός ρατσιστικού εγκλήματος από ένα πρώην σκλάβο και αγωνιστή του μαύρου απελευθερωτικού κινήματος που υποδύεται εξαιρετικά και με λιτότητα ο παλαίμαχος τραγουδιστής Χάρι Μπελαφόντε.
Η σάτιρα των ρατσιστικών αντιλήψεων και το αβίαστο αλλά τραγικό στην ουσία του γέλιο που αποδομεί στη στιγμή κάθε σκληρή θέση είναι μια σοφή επιλογή του σκηνοθέτη που δίνει πόντους τόσο στο σύνολο της ταινίας ως καλλιτεχνικού εγχειρήματος χωρίς όμως να στερεί από την «Παρείσφρηση», αντίθετα ενισχύει, τον καταγγελτικό της χαρακτήρα.
Πέρα από όλα τα παραπάνω η ταινία παρουσιάζει πολύ συνοπτικά αλλά δεν εστιάζει στο ριζοσπαστικό Κίνημα των Μαύρων Πανθήρων: δεν εμβαθύνει, ούτε εμπλουτίζει την ταινία με τους αγώνες και τις ιδέες του κινήματος αυτού ενώ ακόμα και στην δημόσια ομιλία στελέχους της οργάνωσης, τον Κουάμε Τουρέ, τονίζεται με έντονη αφέλεια η… αγάπη ως κεντρομόλος δύναμη του Κινήματος και όχι η αντιρατσιστική και κοινωνική αγανάκτηση ενώ ακόμα και η αστυνομία, από όπου προέρχεται ο δημοκρατικών αντιλήψεων πρωταγωνιστής που προσπαθεί ματαίως να συμβιβάσει την αναγκαιότητα για την απελευθέρωση των Μαύρων με την πίστη του ότι οι θεσμοί είναι ικανοί να βάλουν ένα τέλος στη ρατσιστική βία, παρουσιάζεται ως δημοκρατική και καλόβολη δύναμη ενώ οι ρατσιστές είναι περιθωριακοί μέσα στην καλοδουλεμένη μηχανή επιβολής της τάξης. Ας μην ξεχνάμε και με αφορμή τα προηγούμενα ότι η ταινία Σέρπικο (1970), το φιλμ-ντοκουμέντο του Σίντνεϊ Λιούμετ για την διαφθορά μέσα στην αστυνομία βασισμένο επίσης σε μια πραγματική ιστορία δεν έκανε εκπτώσεις στο θέμα της δείχνοντας τις καταστάσεις όπως ακριβώς έχουν… κι όχι ωραιοποιώντας καταστάσεις. Αυτό είναι, κατά τη γνώμη μας, και το μόνο κλισέ που ακολουθείται στην ταινία και η οποία διηγείται μια οπωσδήποτε ασυνήθιστη ιστορία – όμως είναι ένα κλισέ, και μία αντίφαση κατά συνέπεια, που αντιμετωπίζεται και με ένα άλλο κλισέ: στο τέλος της υπόθεσης ο πρωταγωνιστής καλείται να καταστρέψει τα αρχεία της…
Θα λέγαμε πως η «Παρείσφρηση» είναι μία ταινία που δεν πρέπει να χάσει κανείς και καμία. Ε, και αν σας πει κάποιος ότι έγιναν μόδα τα αντιρατσιστικά και πολιτικά φιλμ πείτε του πως σε ένα κόσμο που αλλάζει, η πολιτική και η τέχνη σε συνεργασία και όχι σε αντιπαράθεση, είναι οι μόνες μας εγγυήσεις γα να μην κατρακυλήσουμε ξανά στα μεσάνυχτα που έφερε ο ναζισμός, ο ρατσισμός και οι φυλετικές διακρίσεις όχι πολλά χρόνια πριν…
_______________________________________________________________________________________________________
Ο Ειρηναίος Μαράκης γεννήθηκε στα Χανιά το 1986, απόφοιτος της τεχνικής εκπαίδευσης. Συμμετέχει με ποιήματα του στα συλλογικά έργα (e‑books) ενώ ποιήματα του έχουν δημοσιευτεί σε διάφορες λογοτεχνικές σελίδες. Αρθρογραφεί στην εφημερίδα Αγώνας της Κρήτης καθώς και στο διαδικτυακό πολιτικό και πολιτιστικό περιοδικό Ατέχνως. Διατηρεί το ιστολόγιο Λογοτεχνία και Σκέψη.