Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ο  “Όττο” στην Ελλάδα: ευρηματικές αφηγήσεις για τη “φιλόξενη” χώρα της ανάκαμψης

Γρά­φει η Βασι­λι­κή Παπα­γε­ωρ­γί­ου //
Εθνο­λό­γος-Κοι­νω­νι­κή Ανθρω­πο­λό­γος, Δρ
Εργα­σια­κή Σύμ­βου­λος Ανέρ­γων, ΟΑΕΔ

Η νέα (καλο­και­ρι­νή 2022) καμπά­νια του Ελλη­νι­κού Οργα­νι­σμού Του­ρι­σμού (ΕΟΤ) βασί­ζε­ται σε ένα βίντεο που αφη­γεί­ται μια ευρη­μα­τι­κή ιστο­ρία και απο­τυ­πώ­νει με υπαι­νι­κτι­κό τρό­πο όψεις μιας κοι­νω­νί­ας σε μετα­σχη­μα­τι­σμό, σε μια κομ­βι­κή συγκυ­ρία που η Ελλά­δα επα­να­δια­πραγ­μα­τεύ­ε­ται τη θέση της στην παγκο­σμιο­ποι­η­μέ­νη οικο­νο­μία της επο­χής μετά τις παρα­τε­τα­μέ­νες, επάλ­λη­λες κρί­σεις των τελευ­ταί­ων ετών.

Στο βίντεο-ται­νία μικρού μήκους που προ­βλή­θη­κε πριν λίγες μέρες, αφη­γεί­ται ο Όττο, ένας μεσή­λι­κας από την Αυστρία, μάλ­λον υψη­λής κοι­νω­νι­κής θέσης, που επι­σκέ­πτε­ται την Ελλά­δα μετά από μια κρί­ση επαγ­γελ­μα­τι­κής εξου­θέ­νω­σης (“burn out”) και μαγεύ­ε­ται από τα θέλ­γη­τρα του φυσι­κού τοπί­ου και των ανθρώ­πων της. Τελι­κά γνω­ρί­ζει κατά τη διάρ­κεια του ταξι­διού τη συμ­βία του, στή­νει το σπι­τι­κό του και μένει μόνι­μα, αφού βρί­σκει σε αυτήν την μονα­δι­κά φιλό­ξε­νη χώρα να εκπλη­ρώ­νο­νται οι μύχιοι πόθοι του (ΕΔΩ)

Οι καμπά­νιες του ΕΟΤ είναι πάντο­τε ενδια­φέ­ρου­σες σε σχέ­ση με το πώς πραγ­μα­τεύ­ο­νται την νεο­ελ­λη­νι­κή ταυ­τό­τη­τα και, γενι­κό­τε­ρα, προ­τεί­νουν εκδο­χές ελλη­νι­κό­τη­τας συμ­βα­τές με το εκά­στο­τε κοι­νω­νι­κό και πολι­τι­σμι­κό πλαί­σιο. Συνα­ντού­με σε αυτές ορι­σμέ­να από τα κομ­βι­κά σύμ­βο­λα, όπως κατά παρά­δο­ση έχουν προ­βλη­θεί στα πλαί­σια της του­ρι­στι­κής μας πολι­τι­κής: ενδει­κτι­κά, π.χ., την έμφα­ση στον ήλιο και τη θάλασ­σα, στον μνη­μεια­κό πλού­το, παρα­πο­μπές στην ελλη­νι­κή μυθο­λο­γία, ρομα­ντι­κές εκδο­χές των σύγ­χρο­νων κατοί­κων, ανα­φο­ρές στην φιλο­ξε­νία κ.λπ. Δια­κρί­νου­με έτσι, τον κυρί­αρ­χο του­ρι­στι­κό λόγο, που ανα­πα­ρά­γει στε­ρε­ο­τυ­πι­κές εκδο­χές ταυ­το­τή­των στις οποί­ες ενυ­πάρ­χει ένα κάποιο “στρογ­γύ­λε­μα”, μια απλο­ποί­η­ση των χαρακτηριστικών.

Άλλω­στε, η πολι­τι­στι­κή βιο­μη­χα­νία του του­ρι­σμού, βασί­ζε­ται στην προ­βο­λή συγκε­κρι­μέ­νων εκδο­χών των ταυ­το­τή­των του τόπου υπο­δο­χής. Αυτές οι ταυ­τό­τη­τες συνι­στούν συχνά απο­τυ­πώ­σεις των “επι­θυ­μη­τών” εικό­νων που έχει κατα­σκευά­σει ο του­ρί­στας από πριν. Οι εικό­νες με τις οποί­ες ένας τόπος είναι συν­δε­δε­μέ­νος στο φαντα­σια­κό των του­ρι­στών είναι απο­τέ­λε­σμα ιστο­ρι­κών δια­δι­κα­σιών στε­νά συν­δε­δε­μέ­νων με τις ιεραρ­χι­κές σχέ­σεις γεω­γρα­φι­κής συνάρ­θρω­σης και πολι­τι­κής ισχύ­ος. Π.χ. πηγαί­νει κανείς στο Λον­δί­νο για να γνω­ρί­σει μια σύγ­χρο­νη “δυτι­κή” μητρό­πο­λη, στο Παρί­σι για να περι­δια­βεί σε αίθου­σες τέχνης και μου­σεία, ενώ στην Κων­στα­ντι­νού­πο­λη ανα­μέ­νει κάτι πιο “ανα­το­λί­τι­κο”. Προ­σμέ­νει την Κού­βα για το προ­κλη­τι­κό μείγ­μα “επα­νά­στα­σης”, “αισθη­σια­σμού”, και “εξω­τι­σμού”, για να ανα­φέ­ρου­με τελεί­ως ενδει­κτι­κά κάποια παραδείγματα.

Εικό­νες της του­ρι­στι­κής  Ελλά­δας γεμά­της ήλιο και θάλασ­σα, ή μνη­μεία και φολ­κλο­ρι­κές παρα­δό­σεις, στις οποί­ες ανα­φε­ρό­μα­στε εδώ, έχουν απο­κρυ­σταλ­λω­θεί στο συλ­λο­γι­κό φαντα­σια­κό του δυτι­κού κυρί­ως κόσμου  μέσα από μια ροή αλλά και σύν­θε­ση λόγων/ ανα­φο­ρών, πολ­λές από τις οποί­ες βρί­σκου­με τόσο στην καθα­ρή του­ρι­στι­κή πολι­τι­κή προ­βο­λής, όσο και σε παντοει­δούς φύσης πολι­τι­στι­κά προ­ϊ­ό­ντα (ται­νί­ες, λογο­τε­χνία, φεστι­βάλ και δρώ­με­να, μου­σεια­κές εκθέ­σεις κ.λπ).

Παράλ­λη­λα, το συλ­λο­γι­κό φαντα­σια­κό των ξένων τρο­φο­δο­τεί­ται από ένα είδος σύγ­χρο­νου φιλελ­λη­νι­σμού. Αυτή η προ­τει­νό­με­νη προ­βο­λή, παρα­πέ­μπει, στον φιλελ­λη­νι­σμό, που ιστο­ρι­κά σημά­δε­ψε ανε­ξί­τη­λα την πορεία συγκρό­τη­σης τόσο του ελλη­νι­κού κρά­τους όσο και της ελλη­νι­κής ταυ­τό­τη­τας. Ο ήρω­ας της δια­φη­μι­στι­κής ται­νί­ας του ΕΟΤ παρα­πέ­μπει έτσι, στον μεγά­λο Βρε­τα­νό ταξι­διω­τι­κό συγ­γρα­φέα Πάτρικ Λη Φέρ­μορ, που αγά­πη­σε βαθιά την Ελλά­δα και την συνέ­δε­σε άρρη­κτα με τη ζωή του μέχρι τον θάνα­τό του (2011).

Γενι­κό­τε­ρα τα τελευ­ταία χρό­νια, ενώ πολ­λές από τις του­ρι­στι­κές απει­κο­νί­σεις επα­να­λαμ­βά­νουν στε­ρε­ο­τυ­πι­κά μοτί­βα, η αλλα­γή παρα­δείγ­μα­τος προς ένα μοντέ­λο βιω­μα­τι­κού του­ρι­σμού (του­ρι­σμός εμπει­ρί­ας), έχει επη­ρε­ά­σει και τις επι­κοι­νω­νια­κές πολι­τι­κές  του ΕΟΤ. Έτσι, βλέ­που­με το είδος της δια­φη­μι­στι­κής καμπά­νιας, κατά το οποίο η Ελλά­δα  παρου­σιά­ζε­ται μέσα από τα “μάτια” τρί­των, και ανα­δει­κνύ­ε­ται η μετα­σχη­μα­τι­στι­κή δύνα­μη που άσκη­σε το ταξί­δι τους προς τη χώρα μας,  ως τελε­τουρ­γία μετά­βα­σης που κυριο­λε­κτι­κά μετα­μόρ­φω­σε την ατο­μι­κή ζωή του ξένου ταξι­δευ­τή (που είναι ο Όττο σε αυτήν την καμπά­νια). Θυμί­ζω εδώ ότι το επε­τεια­κό φιλμ του ΕΟΤ για τα 100 χρό­νια ελλη­νι­κού του­ρι­σμού με τίτλο «Gods, Myths, Heroes» (2014), βασι­ζό­ταν στο ίδιο μοτί­βο, στην ίδια ευρη­μα­τι­κή ιδέα: ένας ευκα­τά­στα­τος “ξένος”, αφού απο­φά­σι­σε να ζήσει για αρκε­τούς μήνες στην Ελλά­δα, πραγ­μα­το­ποιώ­ντας έναν “φλο­γε­ρό πόθο” που από τη νεα­ρή του ηλι­κία είχε θεριέ­ψει μέσα του, αφη­γεί­ται την εμπει­ρία του.

Παρ’ όλες, βέβαια τις νέες ιδέ­ες στις ποι­κί­λες πολι­τι­στι­κές ανα­πα­ρα­στά­σεις που εμφα­νί­ζο­νται τα τελευ­ταία χρό­νια, δια­χρο­νι­κά ακο­λου­θεί­ται ένα βασι­κό μοντέ­λο προ­βο­λής της νεο­ελ­λη­νι­κής ταυ­τό­τη­τας, που βασί­ζε­ται στον πολι­τι­σμι­κό κώδι­κα της διση­μί­ας, και που έχει κατα­δεί­ξει με τις διε­ξο­δι­κές μελέ­τες του ο γνω­στός (και για τις εντα­τι­κές εθνο­γρα­φι­κές έρευ­νές του στην Ελλά­δα) ανθρω­πο­λό­γος Μάικλ Χέρτζφελντ.

Το μοντέ­λο της διση­μί­ας – που αφο­ρά μια μάλ­λον συγκρου­σια­κή λογι­κή, ανά­με­σα στο τι προ­βάλ­λου­με προς τους άλλους (αυτο­πα­ρου­σί­α­ση) και το τι κατα­νο­ού­με ότι είμα­στε οι ίδιοι (αυτο­γνω­σία) – είναι ιστο­ρι­κά εμπε­δω­μέ­νο στις πολι­τι­σμι­κές μας δομές και παρά­γε­ται  μέσα από τις συν­θή­κες της  ιδιαί­τε­ρης ιεραρ­χι­κής σχέ­σης της Ελλά­δας με την “Ευρώ­πη”, τη “δύση”,

Σύμ­φω­να με τον κώδι­κα της διση­μί­ας του  Χέρ­τζ­φελντ, η αντί­λη­ψη του εαυ­τού μέσα από τα “μάτια” των Ευρω­παί­ων και η ιδέα ότι η ευρω­παϊ­κή εικό­να της Ελλά­δας (“Ελλη­νι­κή” – όπως απο­κα­λεί­ται στο σχή­μα του Χέρ­τζ­φελντ –, με την έννοια της σύν­δε­σής της με τον ένδο­ξο αρχαιο­ελ­λη­νι­κό παρελ­θόν) μας εντάσ­σει στα ευρω­παϊ­κά πλαί­σια την ίδια στιγ­μή που η ανα­το­λί­τι­κη (“Ρωμαί­ι­κη”, απο­κα­λεί­ται στο ίδιο σχή­μα που παρα­πέ­μπει στα ελατ­τώ­μα­τα της ανα­το­λί­τι­κης, οθω­μα­νι­κής κλη­ρο­νο­μιάς μας, ενώ χαρα­κτη­ρι­στι­κά απο­τυ­πώ­νε­ται συμ­βο­λι­κά στη φιγού­ρα του “καρα­γκιό­ζη”), μας απο­κλεί­ει, απο­τε­λεί μια κατα­στα­τι­κή οργα­νω­τι­κή αρχή συγκρό­τη­σης της νεο­ελ­λη­νι­κής ταυ­τό­τη­τας. Η διση­μία οργα­νώ­νει συμ­βο­λι­κά ποι­κί­λες αντι­στί­ξεις που δια­τάσ­σο­νται  συμ­βο­λι­κά γύρω από το δίπο­λο “ΡΩΜΑΙΪΚΟ” = δικό μας, οικείο/ ενδοσκόπηση/ αυτο­α­να­φο­ρι­κό­τη­τα // “ΕΛΛΗΝΙΚΟ”= αυτοπαρουσίαση/ ευρω­παϊ­κό ιδε­ώ­δες κατάλ­λη­λο για συμ­μόρ­φω­ση, το οποίο ταξι­νο­μεί και άλλες αντι­στί­ξεις: εσω­στρέ­φεια / εξω­στρέ­φεια, επαρ­χιω­τι­σμός /κοσμοπολιτισμός, συντηρητικό/ πρω­το­πο­ρια­κό, οπισθοδρομικό/ εκσυγ­χρο­νι­στι­κό κ.ο.κ.

Ως εκ τού­του, αν η του­ρι­στι­κή προ­βο­λή είναι μια μορ­φή αυτο­πα­ρου­σί­α­σης,  εμπε­ριέ­χει – στους τρό­πους ανα­πα­ρά­στα­σης που αξιο­ποιεί – και υπο­δειγ­μα­τι­κές ανα­φο­ρές στη διση­μία. Η Ελλά­δα παρου­σιά­ζει το του­ρι­στι­κό της προ­ϊ­όν, ως αυτό να είναι κατάλ­λη­λο για το εκσυγ­χρο­νι­σμέ­νο, εξω­στρε­φές πρό­σω­πό της. Τέτοιο, δηλα­δή,  που να είναι επι­θυ­μη­τό και συμ­βα­τό με τις ευρω­παϊ­κές επι­θυ­μί­ες, ιδιαί­τε­ρα όταν η δια­φη­μι­στι­κή καμπά­νια στο­χεύ­ει στον ευκα­τά­στα­το δυτι­κό επι­σκέ­πτη, Αμε­ρι­κά­νο ή Ευρω­παίο, όπως ο Όττο στο φετι­νό βίντεο.

Ανα­τρέ­χο­ντας, λοι­πόν, σε αυτό το βίντεο, εντο­πί­ζου­με δύο βασι­κά σημεία που θα κινη­το­ποι­ή­σουν τον αντι­προ­σω­πευ­τι­κό δυτι­κό επι­σκέ­πτη “Όττο”. Tο πρώ­το είναι η ελλη­νι­κή απλό­τη­τα και ανε­πι­τή­δευ­τη οικειό­τη­τα, ο αυθορ­μη­τι­σμός και η φιλό­ξε­νη διά­θε­ση της εντό­πιας κοι­νω­νι­κό­τη­τας. Πρό­κει­ται για ένα στε­ρε­ό­τυ­πο που έχει δου­λευ­τεί με πολ­λούς και ποι­κί­λους τρό­πους δια­χρο­νι­κά (π.χ. μέσα από τον κινη­μα­το­γρά­φο ή μέσα από την μου­σεια­κή  προ­βο­λή μιας πλού­σιας λαο­γρα­φι­κής παρά­δο­σης), έχο­ντας κατα­στή­σει το “γρα­φι­κό” θελ­κτι­κό και την παρα­δο­σια­κό­τη­τα εγγε­νές στοι­χείο της ελλη­νι­κής κοινωνίας.

Ωστό­σο, ξέρου­με ότι η τελευ­ταία αυτή, η παρα­δο­σια­κό­τη­τα, δηλα­δή, λοι­δο­ρή­θη­κε σε μεγά­λο βαθ­μό, με την πολε­μι­κή που δέχτη­κε όλα αυτά τα χρό­νια της κρί­σης, όταν ταυ­τί­στη­κε με την οπι­σθο­δρο­μι­κό­τη­τα και την υπο­τι­θέ­με­να ελατ­τω­μα­τι­κή  υστέ­ρη­ση  των Ελλή­νων (παρα­πέ­μπει στον οικείο/δικό μας καρα­γκιό­ζη του διση­μι­κού κώδι­κα του Μάικλ Χέρ­τζ­φελντ), που δεν μπό­ρε­σαν  να συμ­μορ­φω­θούν με τα ευρω­παϊ­κά πρό­τυ­πα (κι έτσι, π.χ. απο­μύ­ζη­σαν χρή­μα­τα που χορη­γή­θη­καν από την ΕΕ, με την ιδιο­συ­γκρα­σία και το έθος τους απο­δεί­χτη­καν “κακοί μαθη­τές”, είναι αυτοί που δεν πλη­ρώ­νουν φόρους, που κλέ­βουν τον πελά­τη, που εξα­πα­τούν τον του­ρί­στα, που δεν δέχο­νται να εκσυγ­χρο­νί­σουν την επι­χεί­ρη­σή τους, που συνέ­χεια κοροϊ­δεύ­ουν το κρά­τος για να επιβιώσουν).

Σε αυτήν την δια­φη­μι­στι­κή ται­νία του ΕΟΤ έχου­με έτσι, χωρίς υπερ­βο­λή, μια επα­νε­κτί­μη­ση, μια τρό­πον τινά διορ­θω­τι­κή κίνη­ση απο­κα­τά­στα­σης των γρα­φι­κών  εικό­νων   ως σημαι­νό­με­νων  οπι­σθο­δρό­μη­σης: το τρα­κτέρ στη μέση της δια­δρο­μής, ή το φορ­τη­γά­κι που κλεί­νει το γρα­φι­κό δρο­μά­κι, ή ο ταξι­τζής που φωνα­σκεί χαι­ρε­τώ­ντας τον συντο­πί­τη του δεν ενο­χλούν τον δυτι­κό επι­σκέ­πτη, αλλά το αντί­θε­το, τον καθη­συ­χά­ζουν ότι πρέ­πει να νιώ­θει οικειό­τη­τα και ασφά­λεια. Επα­νέρ­χε­ται, λοι­πόν εδώ,  η ιδέα της φιλο­ξε­νί­ας ως “δικός μας”  τρό­πος μεν, κατάλ­λη­λος για αυτο­πα­ρου­σί­α­ση, δε.

Παράλ­λη­λα, το δεύ­τε­ρο σίγου­ρα αξιο­πρό­σε­κτο σημείο σε αυτήν την ται­νία είναι η τελευ­ταία σκη­νή με το πλά­νο του σπι­τιού του Όττο, κυριο­λε­κτι­κά μια κατα­σκευή κτι­σμέ­νη στην θάλασ­σα (δεν θα ήταν άτο­πο αν κάποιος ανα­φω­νού­σε: «μα αυτή η κατα­σκευή είναι παρά­νο­μη!»). Αυτή η οπτι­κή αναφορά/ σήμαν­ση απο­κτά νόη­μα μέσα στη φρε­νί­τι­δα του real estate των τελευ­ταί­ων ετών, που στο­χεύ­ει στην προ­σέλ­κυ­ση ευκα­τά­στα­των ξένων που αγο­ρά­ζουν ιδιο­κτη­σί­ες στην Ελλά­δα. “Κλεί­νει το μάτι”, κατά κάποιον τρό­πο, στους ενδια­φε­ρό­με­νους ευρω­παί­ους επεν­δυ­τές για επί­γειους “παρα­δεί­σους”, που όσοι παρα­κο­λου­θούν το χώρο των επεν­δύ­σε­ων και του real estate ξέρουν πόσο προ­σι­τοί έχουν γίνει σε ξένους αγο­ρα­στές τα τελευ­ταία χρό­νια της κρίσης.

Εξάλ­λου, εδώ συγκα­τα­λέ­γο­νται τα υπερ­πο­λυ­τε­λή θέρε­τρα, κατα­λύ­μα­τα σε τερά­στιες εκτά­σεις φιλέ­τα της ελλη­νι­κής ηπει­ρω­τι­κής και νησιω­τι­κής υπαί­θρου, που απευ­θύ­νο­νται στην ελίτ. Επι­πλέ­ον, οι λεγό­με­νοι “ψηφια­κοί νομά­δες” προ­σελ­κύ­ο­νται στα αστι­κά κέντρα των επί­ζη­λων ανα­πλά­σε­ων, πχ., Ελλη­νι­κό, όπου  κατα­σκευά­ζο­νται πανά­κρι­βες κατοι­κί­ες που στο­χεύ­ουν επί­σης σε επεν­δυ­τές ‑εται­ρεί­ες του εξω­τε­ρι­κού για τους  ψηφια­κούς εργα­ζό­με­νους του “λευ­κού κολάρου”.

Συνο­ψί­ζο­ντας εδώ παρα­τη­ρή­σεις που έχω κάνει αλλού διε­ξο­δι­κό­τε­ρα,  η Ελλά­δα εισέρ­χε­ται στην μετά την κρί­ση επο­χή, προ­τάσ­σο­ντας έναν εαυ­τό συμ­βα­τό με τις ευρω­παϊ­κές επι­τα­γές και οδη­γί­ες. Πρό­κει­ται, δηλα­δή, για μια μορ­φή κρυ­πτο­α­ποι­κί­ας (μοντέ­λο που έχει πάλι προ­τεί­νει ο ανθρω­πο­λό­γος Μάικλ Χέρ­τζ­φελντ) που συνε­χί­ζει να συν­δια­λέ­γε­ται με τους “ισχυ­ρούς άλλους” στα πρό­τυ­πα του διση­μι­κού μοντέ­λου που προανάφερα.*

Στις πολι­τι­σμι­κές αυτές δια­στά­σεις που “δια­βά­ζου­με” σε μιντια­κά κεί­με­να (απο­κω­δι­κο­ποιώ­ντας τα ως “cultural texts”, δηλα­δή) όπως η καμπά­νια του ΕΟΤ, εδρά­ζο­νται οι προ­ο­πτι­κές μιας Ελλάδας/ εθνι­κού κρά­τους στην επο­χή της παγκο­σμιο­ποι­η­μέ­νης οικο­νο­μί­ας του νεο­φι­λε­λεύ­θε­ρου καπι­τα­λι­σμού. Η Ελλά­δα του Ταμεί­ου Ανά­καμ­ψης και Ανε­κτι­κό­τη­τας, απο­τε­λεί μια χώρα έτοι­μη να εισέλ­θει στον κύκλο μιας επα­να­λαμ­βα­νό­με­νης  νεο­α­ποι­κια­κής εξάρ­τη­σης. Ως ένδει­ξη μιας αιώ­νιας κρυ­πτο­α­ποι­κί­ας, οι Έλλη­νες γίνο­νται ξανά “φιλό­ξε­νοι”, που μάλ­λον σημαί­νει μη ενο­χλη­τι­κοί, που θα κάνουν τα πάντα για να ικα­νο­ποι­ή­σουν τα εκλε­πτυ­σμέ­να δυτι­κά γού­στα, και που η χον­δροει­δής τους λαϊ­κή απλό­τη­τα είναι χαρι­τω­μέ­να γρα­φι­κή και μέρος της “ατρα­ξιόν”. Κομ­βι­κό στοι­χείο σε όλα αυτά, απο­τε­λεί η αξιο­ποί­η­ση γης, η επεν­δυ­τι­κή δρα­στη­ριό­τη­τα, και ο Όττο είναι κάτι παρα­πά­νω από έναν αλη­θι­νό ήρωα ‑πρω­τα­γω­νι­στή, είναι ο “Όττο”, ένα πρό­σω­πο- σύμ­βο­λο της νέας επο­χής της φιλό­ξε­νης, “ανοι­χτής”, στον δρό­μο  τής μετά την κρί­ση “ανά­πτυ­ξης” Ελλάδας.

[9/6/2022]

* Ενδει­κτι­κά, μετα­ξύ άλλων σχε­τι­κών κει­μέ­νων μου, βλ. τα: «Ανά­καμ­ψη και Ανθε­κτι­κό­τη­τα στην κρυ­πτο­α­ποι­κία: πολι­τι­σμι­κές δια­στά­σεις της εξάρ­τη­σης» και «”Οι ντό­πιοι μάς εμπι­στεύ­ο­νται τη γη τους”: η ρητο­ρι­κή της αξιο­ποί­η­σης και ιστο­ρί­ες μιας άπλη­στης ανά­πτυ­ξης».

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο