Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Πανεπιστήμια: Ή με τα ΜΑΤ ή με τους φοιτητές

Γρά­φει ο Νίκος Μότ­τας //

Τις τελευ­ταί­ες εβδο­μά­δες, με απο­κλει­στι­κή ευθύ­νη της κυβέρ­νη­σης, το μεγα­λύ­τε­ρο τρι­το­βάθ­μιο εκπαι­δευ­τι­κό ίδρυ­μα της χώρας, το Αρι­στο­τέ­λειο Πανε­πι­στή­μιο Θεσ­σα­λο­νί­κης, έχει μετα­τρα­πεί σε ένα απέ­ρα­ντο αστυ­νο­μι­κό τμήμα.

Οι εικό­νες με τα ΜΑΤ και τους ασφα­λί­τες να έχουν κυριο­λε­κτι­κά κατα­σκη­νώ­σει εντός και εκτός πανε­πι­στη­μί­ου, το αίμα των χτυ­πη­μέ­νων από γκλομπ και χημι­κά φοι­τη­τών, η απο­πνι­κτι­κή ατμό­σφαι­ρα των δακρυ­γό­νων, στο­χεύ­ουν στην τρο­μο­κρά­τη­ση του φοι­τη­τι­κού κινή­μα­τος και της κοινωνίας.

Χρη­σι­μο­ποιούν το πρό­σχη­μα της «ανο­μί­ας στα πανε­πι­στή­μια» προ­κει­μέ­νου να νομι­μο­ποι­ή­σουν την παρου­σία της λεγό­με­νης «πανε­πι­στη­μια­κής αστυ­νο­μί­ας». Θέλουν να φοβή­σουν την κοι­νω­νία, διε­γεί­ρο­ντας τα πιο συντη­ρη­τι­κά ένστι­κτα περί «νόμου και τάξης» ώστε να κατο­χυ­ρω­θεί, χωρίς πολ­λές αντι­δρά­σεις, κλί­μα αστυ­νο­μο­κρα­τί­ας και καταστολής.

Ο απώ­τε­ρος στό­χος δεν είναι άλλος από το να περά­σει «αναί­μα­κτα» ο απα­ρά­δε­κτος νέος νόμος-πλαί­σιο, να χτυ­πη­θεί η οργα­νω­μέ­νη διεκ­δι­κη­τι­κή δρά­ση του φοι­τη­τι­κού κινή­μα­τος, να τσα­κι­στεί η όποια αμφι­σβή­τη­ση της επι­χει­ρη­μα­τι­κής δρά­σης των πανε­πι­στη­μί­ων, να επι­βλη­θεί σιγή νεκρο­τα­φεί­ου στις Σχο­λές και τους φοι­τη­τι­κούς συλ­λό­γους. Η σημα­ντι­κή επι­τυ­χία της «Παν­σπου­δα­στι­κής ΚΣ» στις πρό­σφα­τες εκλο­γές και η ανά­δει­ξή της σε πρώ­τη δύνα­μη έπει­τα από 35 χρό­νια, ενέ­τει­νε ακό­μη περισ­σό­τε­ρο την κυβερ­νη­τι­κή πρε­μού­ρα να πατά­ξει το αγω­νι­στι­κό φοι­τη­τι­κό κίνημα.

Προς αυτήν την κατεύ­θυν­ση έχει στη­θεί όλη η συζή­τη­ση περί «ανο­μί­ας» και «εγκλη­μα­τι­κό­τη­τας» στα πανε­πι­στή­μια. Είναι η ίδια η κυβέρ­νη­ση και οι κατα­σταλ­τι­κοί μηχα­νι­σμοί της που δημιουρ­γούν και τρέ­φουν την ανο­μία, προ­κει­μέ­νου να εφευ­ρί­σκουν κάθε φορά άλλο­θι για την δήθεν «πάτα­ξη της».

Έτσι τους βολεύ­ει. Να φύγει η κου­βέ­ντα από το σοβα­ρό­τα­το ζήτη­μα της διαρ­κούς υπο­χρη­μα­το­δό­τη­σης της Δημό­σιας Παι­δεί­ας, να περά­σει σε δεύ­τε­ρη μοί­ρα η από­πει­ρα δημιουρ­γί­ας πανε­πι­στη­μί­ων-επι­χει­ρή­σε­ων, να λησμο­νη­θούν οι κολοσ­σαί­ες κυβερ­νη­τι­κές ευθύ­νες για τις ελλεί­ψεις προ­σω­πι­κού και εργα­στη­ρια­κού εξο­πλι­σμού, την κατά­στα­ση στις φοι­τη­τι­κές εστί­ες, την συντή­ρη­ση των κτη­ρια­κών υπο­δο­μών, κ.ο.κ.

Μπρο­στά, λοι­πόν, σε αυτήν την κατά­στα­ση, μπρο­στά στις εικό­νες πάνο­πλων αστυ­νο­μι­κών να έχουν κάνει κατά­λη­ψη στο πανε­πι­στή­μιο, μπρο­στά στο αίμα του φοι­τη­τή που δέχθη­κε δολο­φο­νι­κή επί­θε­ση από τις δυνά­μεις κατα­στο­λής, το ερώ­τη­μα που τίθε­ται επι­τα­κτι­κά είναι ένα: Ή με τα ΜΑΤ, ή με τους φοι­τη­τές. Και εδώ δεν χωρά­νε μισό­λο­γα και υπεκφυγές.

«Τσε Γκε­βά­ρα, πρε­σβευ­τής της Επα­νά­στα­σης», του Νίκου Μόττα

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο