Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Περί φιλανθρωπίας (Ένα επίκαιρο άρθρο του ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ 90 χρόνια πριν)

Επι­μέ­λεια Αλέ­κος Χατζη­κώ­στας //

Πλη­θαί­νουν την εορ­τα­στι­κή περί­ο­δο οι διά­φο­ρες «φιλαν­θρω­πι­κές εκδη­λώ­σεις» από πολ­λές μεριές. Κυριαρ­χούν αστοί, «επώ­νυ­μοι» κ.α που έτσι δεί­χνουν τον «ανθρώ­πι­νο-κοι­νω­νι­κό τους πρό­σω­πο» στους «έχο­ντες ανάγκη»…

Φυσι­κά οι εκδη­λώ­σεις αυτές δεν έχουν σχέ­ση ούτε με τον πραγ­μα­τι­κό ανθρω­πι­σμό (όπως τόνι­ζε και Δ. Γλη­νός) ούτε και με την ανα­γκαία αλλη­λεγ­γύη που πρέ­πει να δεί­χνει ο λαός και οι φορείς του.

Παρου­σιά­ζου­με χωρίς κανέ­να σχό­λιο άρθρο του ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ (20/12/1932) που αφο­ρά το ζήτη­μα (ανα­φέ­ρε­ται κύρια στην εκκλη­σία, αλλά μπο­ρεί να επε­κτα­θεί…) που δια­τη­ρεί την επι­και­ρό­τη­τα και φρε­σκά­δα του:

«ΠΛΗΣΙΑΖΟΥΝ ΤΑ «ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ» ΤΗΣ ΠΕΙΝΑΣ

Η ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΦΙΛΑΝΘΡΩΠΙΑ ΜΕΣΟ ΑΠΑΤΗΣ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ

Αυτές τις μέρες οι δεσπο­τά­δες, οι ιερο­κή­ρυ­κες, από τους άμβω­νες των εκκλη­σιών, προ­τρέ­πουν με θερ­μά και παρα­φου­σκω­μέ­να κηρύγ­μα­τα τους πλού­σιους να προ­σφέ­ρουν τον «οβο­λό τους» για ενί­σχυ­ση των φτωχών

Οι μεγα­λό­σχη­μοι παπά­δες, αντά­μα με χορ­τά­τους πλού­σιους και λαμπρο­στο­λι­σμέ­νες κυρί­ες, σχη­μα­τί­ζουν επι­τρο­πές ερά­νων, γυρί­ζουν στα σπί­τια και στα μαγα­ζιά και μαζεύ­ουν χρή­μα­τα, τα οποία «προ­ο­ρί­ζο­νται προς ενί­σχυ­σιν των ενδεών».

Τα κου­τιά των ερά­νων περι­φέ­ρο­νται στους δρό­μους από όμορ­φα καλο­στε­κού­με­να κορι­τσό­που­λα και γιο­μί­ζουν μεταλ­λι­κά κέρ­μα­τα για τον ίδιο σκο­πό, τους φτωχούς.

Όλες οι φιλαν­θρω­πι­κές αυτές ενέρ­γειες που γίνο­νται τόσο τεχνι­κά και επι­δει­κτι­κά, κρύ­βουν μια προ­σπά­θεια εξα­πά­τη­σης των εργα­ζο­μέ­νων. Γι’ αυτό δίνου­με μια ανά­λυ­ση της παπα­δί­στι­κης αυτής υποκρισίας.

Οι μάζες όσο παν και υπο­φέ­ρουν περισ­σό­τε­ρα, η δυστυ­χία τους μεγα­λώ­νει και μέσα τους γιγα­ντώ­νε­ται μια αγα­νά­κτη­ση ενά­ντια στους εκμεταλλευτές.

Η πεί­να, η στέ­ρη­ση, το χτι­κιό μεγα­λώ­νουν όλο και πιο πολύ την αγα­νά­κτη­ση των σκλά­βων και την κάνουν να παίρ­νει επι­κίν­δυ­νες δια­στά­σεις για τους αφεντάδες.

Αυτό ανη­συ­χεί τους αφε­ντά­δες, τους χαλ­νά­ει τη ησυ­χία που χρειά­ζο­νται για τα οργια­στι­κά γλέ­ντια τους, για τις δια­σκε­δά­σεις τους.

Το φάρ­μα­κο που χρειά­ζε­ται σε τέτοιες περι­πτώ­σεις είναι η απά­τη. Ο εργα­ζό­με­νος κόσμος, φορ­τω­μέ­νος με μια απο­χτη­νω­τι­κή στέ­ρη­ση, βου­τηγ­μέ­νος ως το κόκ­κα­λο με χίλιες δύο προ­λή­ψεις, εύκο­λα τυλί­γε­ται στα βρό­χια της απάτης.

«Στον πει­να­σμέ­νο κομ­μά­τια δίνε του και φεύ­γει» λέει μια λαϊ­κή παροιμία.

Οι πιο επι­τή­δειοι μαστό­ροι στη εξα­πά­τη­ση των εργα­ζο­μέ­νων έχουν ανα­δει­χτεί «διά μέσου των αιώ­νων» οι παπάδες.

Η απά­τη ακού­ει στο όνο­μα «φιλαν­θρω­πία» και για τη επι­τυ­χία της βρί­σκο­νται πάντα έτοι­μες ολό­κλη­ρες οργα­νώ­σεις με επί κεφα­λής τον «ιερό κλήρο».

Φκιά­χνω­νται φιλαν­θρω­πι­κά σωμα­τεία με μέλη «ευσε­βείς κυρί­ες» οι οποί­ες μαζί με τους αντι­προ­σώ­πους του Θεού γυρί­ζουν τα μαγα­ζιά και τα σπί­τια και δια­κο­νεύ­ουν «υπέρ των πτωχών».

Οι δια­κο­νί­ες αυτές γίνο­νται προ πάντων στις παρα­μο­νές των μεγά­λων γιορ­τά­δων, σαν τώρα τα Χρι­στού­γεν­να, για­τί τις μέρες αυτές οι πλού­σιοι οργιά­ζουν επι­δει­χτι­κά μπρος στα μάτια των πει­να­σμέ­νων, πράγ­μα που εξε­γεί­ρει πιο πολύ τους εργάτες.

Μεγά­λα ποσά μαζεύ­ο­νται απ’ το φτω­χό λαό. Οι πλού­σιοι δίνουν ελά­χι­στα και εκεί­να τις πιο πολ­λές φορές τα δίνουν επι­δει­χτι­κά «για το καλό παρά­δειγ­μα» και τα παίρ­νουν πίσω στο μέτρημα.

Οι δεσπο­τά­δες προ πάντων παίρ­νουν πίσω όσα δίνουν, για­τί αυτοί δια­χει­ρί­ζο­νται ανε­ξέ­λεγ­κτα τη διανομή…

Οι επί­ση­μες στα­τι­στι­κές της δια­χεί­ρι­σης των ερά­νων που βγαί­νουν κάπο­τε — κάπο­τε από τις στή­λες των θρη­σκευ­τι­κών περιο­δι­κών δεν ξεπερ­νάν το 1/3 για τους φτω­χούς από όσα μαζεύονται.

Τα παπα­δί­στι­κά παρα­σκή­νια κρύ­βουν άπει­ρα παρα­δείγ­μα­τα από τέτοιες «ιερές» κατα­χρή­σεις. Εκεί­νοι που κλέ­βουν λιγώ­τε­ρα δυσα­ρε­στού­νται και καταγ­γέλ­νουν τους πιο έξυ­πνους, μα η αστι­κή δικαιο­σύ­νη, «προς απο­φυ­γήν σκαν­δά­λων», παρα­πέ­μπει τέτοιες υπο­θέ­σεις στα «εκκλη­σια­στι­κά δικα­στή­ρια» τα οποία πάντο­τε σκε­πά­ζουν τις τέτοιες οχλη­ρές υπο­θέ­σεις με τη δικαιο­λο­γία ότι «είνε από­ροια του προ­πα­το­ρι­κού αμαρτήματος».

Προ­κα­λού­με το παπα­δο­λόι να μας διαψεύσει.

Από όσα είπα­με μπο­ρούν να κατα­λά­βουν οι εργα­ζό­με­νοι ότι ο σκο­πός της «φιλαν­θρω­πί­ας» είνε το ξεγέ­λα­σμά τους.

Οι παπά­δες μαζεύ­ουν ερά­νους και τους μοι­ρά­ζουν για να στα­μα­τή­σουν την εξέ­γερ­ση των φτωχών.

Η φιλαν­θρω­πία αυτή είνε μαχαι­ριά μπη­χτή στις πλά­τες των εργα­ζο­μέ­νων, είνε δηλη­τή­ριο απο­κοι­μι­στι­κό που διαιω­νί­ζει τη σκλα­βιά και τη κατα­πί­ε­ση ανθρώ­που από άνθρωπο.

Η χρι­στια­νή φιλαν­θρω­πία είνε γεν­νη­μέ­νη από τη ανά­γκη να δια­τη­ρούν τα κλε­ψι­μαί­ι­κα οι εκμε­ταλ­λευ­τές με επι­κύ­ρω­ση των εκμεταλλευομένων.

Τη γέν­νη­σε η ίδια η ταξι­κή ανά­γκη που γέν­νη­σε και τους θεούς. Είνε μέσο απά­της από τα πιο ύπου­λα, τα πιο καταστρεπτικά.

Οι εργά­τες, οι φτω­χοί αγρό­τες, όλοι οι κατα­πιε­ζό­με­νοι, πρέ­πει να νοιώ­σουν ότι δεν είνε άξιοι ζητιανιά.

Όλα είνε δικά τους, σπί­τια, ρού­χα, τρό­φι­μα, αυτοί τα φτιά­χνουν, σ’αυτούς ανή­κουν, μα η εκμε­τάλ­λευ­ση με χίλια δυό μέσα βίας και απά­της τα κλέ­βει και τους ρίχνει σε μια αφά­ντα­στη δυστυχία.

Οι εργα­ζό­με­νοι μόνο με τη γρο­θιά τους θα κατα­χτή­σουν κεί­νο που τους ανή­κει. Μόνο με τη γρο­θιά τους θα κατα­λύ­σουν το καθε­στώς των εκμε­ταλ­λευ­τών και των παπά­δων. Κ. ΑΠΕΚΑΣ.»

 

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο