Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Πόσο Νταλάρας είσαι; (Ειδικά αν είσαι ο Νταλάρας) — Σχολιάζει ο Ηρακλής Κακαβάνης

Δια­βά­ζο­ντας αυτό το κύμα επι­δο­κι­μα­σί­ας της απα­ρά­δε­κτης συμπε­ρι­φο­ράς του Ντα­λά­ρα απέ­να­ντι σε νέους συνα­δέλ­φους (Ναι συνα­δέλ­φους) νιώ­θω σαστι­σμέ­νος και έκπλη­κτος όταν βλέ­πω να στρέ­φο­νται άμε­σα ή έμμε­σα απέ­να­ντι σε αυτά τα παι­διά αντί να τα χώσουν σε έναν καλ­λι­τέ­χνη που χρη­σι­μο­ποιεί το ειδι­κό του βάρος για να προ­σβάλ­λει παι­διά που κάνουν τα πρώ­τα τους βήμα­τα στη δημο­σιο­γρα­φία και τα οποία δεν επι­λέ­γουν πού θα πάνε για ρεπορ­τάζ, ούτε επι­λέ­γουν τι θα ρωτή­σουν. Απλά θεω­ρούν ότι αυτά ρεπορ­τάζ είναι τα πρώ­τα τους βήμα­τα για να διεκ­δι­κή­σουν την ευκαι­ρία να επι­λέ­γουν με τι και πώς θα ασχοληθούν.

Και σε τελι­κή ανά­λυ­ση, ανα­ρω­τιέ­μαι, τι το τόσο τρο­με­ρό ρώτη­σαν για να εισπράτ­τουν προ­σω­πι­κά απα­ξί­ω­ση με χαρα­κτη­ρι­σμούς όπως: «είστε η ντρο­πή της ελλη­νι­κής κοι­νω­νί­ας», «αυτό που κάνε­τε είναι μία γελοιότητα».

Τι του κάνα­νε του κ. Ντα­λά­ρα; Τι του είπα­νε και τον πεί­ρα­ξε τόσο πολύ; Τι είδε στο πρό­σω­πο αυτών των παι­διών που δεν είδε στο πρό­σω­πο του κ. Χατζη­νι­κο­λά­ου ή της κας Στάη (κ.ά.) όταν βρέ­θη­κε απέ­να­ντί τους και δεν είπε ποτέ κου­βέ­ντα για το περιε­χό­με­νο και την ποιό­τη­τα της δημο­σιο­γρα­φί­ας; Μπρο­στά τους δεν τολ­μά όπως και οι περισ­σό­τε­ροι «επώ­νυ­μοι» για­τί ξέρουν ότι θα χάσουν και την προ­σω­πι­κή τους προ­βο­λή όπως και θα διαρ­ρα­γούν οι σχέ­σεις τους με τα ποι­κί­λα κέντρα εξουσίας.

Με θρα­σύ­δει­λο (κατ’ εμέ) τρό­πο και πρω­το­φα­νή (κατ’ εμέ) ελι­τι­σμό ο κ. Ντα­λά­ρας χρε­ώ­νει σε αυτά τα παι­διά ‑τους κωπη­λά­τες- τις αμαρ­τί­ες της δημο­σιο­γρα­φί­ας (και είναι πολλές).

(Τα παι­διά δεν έχουν τη δυνα­τό­τη­τα να τον τρέ­χουν στα δικα­στή­ρια όπως έκα­νε αυτός όταν δεχό­ταν σκλη­ρή ‑και όχι αβά­σι­μη- κριτική).

Ποιος κανο­νί­ζει καθο­ρί­ζει το περιε­χό­με­νο και την ποιό­τη­τα της ενη­μέ­ρω­σης, οι Χατζη­νι­κο­λά­ου ή αυτά τα παι­διά; Ποιοι είναι οι δια­πλε­κό­με­νοι δημο­σιο­γρά­φοι και οι σιτι­σμέ­νοι από κέντρα εξου­σί­ας; Σίγου­ρα όχι αυτά τα παι­διά που τρέ­χουν ολη­με­ρίς (χωρίς ωρά­ριο) για τρεις και εξήντα.

Το να υπη­ρε­τείς την (ποιο­τι­κή) μου­σι­κή από μόνο του δε σε κατα­ξιώ­νει στη συνεί­δη­ση του κόσμου. Η στά­ση ζωής, στα μικρά και τα μεγά­λα, είναι αυτή που κερ­δί­ζει το σεβα­σμό. Στην περί­πτω­ση του Ντα­λά­ρα, για ακό­μη μια φορά δικαιώ­νε­ται η λαϊ­κή ρήση, καλύ­τε­ρα να τρα­γου­δά παρά να μιλά (Βλέ­πε­τε, ο συγ­χρω­τι­σμός με το σύστη­μα δια­μορ­φώ­νει και χαρακτήρα).

Τέλος, καθό­τι δημο­σιο­γρά­φος, ανα­ρω­τιέ­μαι το ΔΣ της ΕΣΗΕΑ, θα πάρει θέση ή απλά για ακό­μη μια φορά θα κλεί­σει τα μάτια για­τί απλά αφο­ρά κωπη­λά­τες και όχι «επώ­νυ­μους» συναδέλφους;

ΥΓ: Και πού ξέρε­τε, μπο­ρεί οι γονείς αυτών των παι­διών να είναι περή­φα­νοι για τα παι­διά τους που τρέ­χουν για το μερο­κά­μα­το και δεν τα παρα­τά­νε ό,τι και αν ακού­νε και τα παι­διά περή­φα­να για τους γονείς τους που άξι­ζαν να γίνουν γονείς.
Η φρά­ση του τίτλου ανή­κει στον Τζί­μη Πανούση

 

Το “έπος” του Γου­έ­μπλεϊ, αφη­γεί­ται ο Αρι­στεί­δης Καμάρας

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο