Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Συνέντευξη με τον Κώστα Βαλέτα εκδότης-συγγραφέας

Συνέ­ντευ­ξη στην Τασ­σώ Γαΐ­λα //

Ιδιο­κτή­της, διευ­θυ­ντής και εκδό­της του λογο­τε­χνι­κού περιο­δι­κού ΑΙΟΛΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ καθώς και λογο­τέ­χνης, ο Κώστας Βαλέ­τας γεν­νή­θη­κε στην Άργε­νο της Λέσβου το 1939 και κατοι­κεί στην Αθή­να. Σπού­δα­σε νομι­κά, οικο­νο­μι­κές και πολι­τι­κές επι­στή­μες στην Αθή­να και κατά την διάρ­κεια της 7ετίας (1967–1973) περί­ο­δο  δια­μο­νής του στο εξω­τε­ρι­κό σπού­δα­σε κοι­νω­νιο­λο­γία στη Γαλ­λία .Εκεί­νη την περί­ο­δο έστελ­νε μετα­φρά­σεις του στην Ελλά­δα που λίγοι τολ­μη­ροί φίλοι του τις εξέ­δι­δαν. Έχει εργα­στεί δικη­γό­ρος και διευ­θυ­ντής Ραδιο­φω­νί­ας στην ΕΡΤ2.

Ο Βιασμός της Δασκάλας Π.Κ. / έκδοση: Αιολικά Γράμματα/2017/ συλλογή διηγημάτων

Ο Βια­σμός της Δασκά­λας Π.Κ. / έκδο­ση: Αιο­λι­κά Γράμματα/2017/ συλ­λο­γή διηγημάτων

Δοκί­μια, θέα­τρο, μυθι­στο­ρή­μα­τα, συλ­λο­γές διη­γη­μά­των και μετα­φρά­σεις στην 89 τίτλων μέχρι σήμε­ρα εργο­γρα­φία του. Το 1973 τιμή­θη­κε με το Κρα­τι­κό βρα­βείο διη­γή­μα­τος (Το Σινι­κό Τεί­χος), ενώ το 2003 έλα­βε το βρα­βείο Μπλέζ Σαντράρ/ Ελβε­τία. Είναι αντι­πρό­ε­δρος της Διε­θνούς Ένω­σης Κρι­τι­κών Λογο­τε­χνί­ας και Αντι­πρό­ε­δρος της Ευρω­παϊ­κής Ένω­σης Συγ­γρα­φέ­ων. Έργα του έχουν μετα­φρα­στεί σε 20 γλώσσες.

Η κυκλο­φο­ρία της νέας συλ­λο­γής διη­γη­μά­των του «Ο Βια­σμός της Δασκά­λας Π. Κ»/Αιολικά Γράμματα/2017 και η αφορ­μή της συζή­τη­σής μας μαζί του.

– Κ. Βαλέ­τα ξεκι­νά­με από το …παρελ­θόν; Πολ­λοί οι κακε­ντρε­χείς που σας προ­σά­πτουν ότι τα βρή­κα­τε όλα έτοι­μα από τον πατέ­ρα σας Γεώρ­γιο Βαλέ­τα τον εκλε­κτό της Ελλη­νι­κής Λογο­τε­χνί­ας ερευ­νη­τή, φιλό­λο­γο και συγ­γρα­φέα. Εξ ου και η απο­δο­χή σας άμα τη εμφά­νι­ση σας στα γράμ­μα­τα, σε πολύ νέα ηλι­κία, από τους λογο­τε­χνι­κούς κύκλους. Τι απα­ντά­τε; Η καλή σας πένα σας καθιέ­ρω­σε ή το βαρύ όνο­μα του πατέ­ρα σας;

– Κανέ­ναν κ. Γαΐ­λα, δεν τον καθιε­ρώ­νει το όνο­μα του μπα­μπά του κι όποιος το πιστεύ­ει αυτό είναι γελοί­ος. Εγώ όταν πρω­το­βγή­κα στα Γράμ­μα­τα και δεν έγι­να απο­δε­κτός από την αρχή και δέχτη­κα πολ­λές επι­θέ­σεις και υπαι­νιγ­μούς. Τότε σαν νέος ήμουν ευά­λω­τος και στε­να­χω­ριό­μουν με τις κρι­τι­κές, όπως του συγ­γρα­φέα του Κοτζιά που από τη στή­λη του κρι­τι­κής στην Καθη­με­ρι­νή ήταν απέ­να­ντι στο έργο μου αρνη­τι­κός. Φυσι­κά τώρα κι ο ίδιος απορ­ρί­πτω δυο από τα πρω­τό­λεια μου, η γεν­ναία ζωή είναι το ένα, το δηλώ­νω δεν ήμουν ώρι­μος συγ­γρα­φέ­ας από την αρχή. Αυτό συμ­βαί­νει συχνά και με πολ­λούς δημιουρ­γούς. Για παρά­δειγ­μα, θα σας ανα­φέ­ρω τον Ντο­στο­γιέφ­σκι-όχι ότι είμαι ισά­ξιος του, έτσι;- αλλά για­τί είναι ο συγ­γρα­φέ­ας που τον έχω μελε­τή­σει σε βάθος και τον θεω­ρώ τον κορυ­φαίο συγ­γρα­φέα όλου του κόσμου αν και οι Ρώσοι-θα το γνω­ρί­ζε­τε- μεγα­λύ­τε­ρο συγ­γρα­φέα τους θεω­ρούν τον Τολ­στόι και τον Πού­σκιν μετά. Λοι­πόν, αρκε­τά πρω­τό­λεια του μεγα­λύ­τε­ρου όλου των επο­χών συγ­γρα­φέα του Ντο­στο­γιέφ­σκι, ήταν αποτυχίες.

– Την τέχνη της λογο­τε­χνί­ας την ακο­λου­θή­σα­τε από καθα­ρά εσω­τε­ρι­κή δική σας ανά­γκη ή επει­δή είχα­τε το πρό­τυ­πο του λόγιου πατέ­ρα σας;

– Γεν­νή­θη­κα σε περι­βάλ­λον «λογο­τε­χνι­κό» για­τί εκτός από τον πατέ­ρα μου και η μητέ­ρα μου Ευαγ­γε­λία Μαλα­μί­δου-Βαλέ­τα ήταν και η ίδια φιλό­λο­γος και ο πατέ­ρας στο σπί­τι μας στο Π. Φάλη­ρο δια­τη­ρού­σε μικρό τυπο­γρα­φείο-με το παλιό σύστη­μα, στοι­χειο­θε­σία κλπ- όπου και έβγα­ζε βιβλία και ήταν φυσι­κό η όλη ατμό­σφαι­ρα να με επη­ρε­ά­σει. Αυτό από μόνο δεν αρκεί να γίνει ο γιος ενός συγ­γρα­φέα και ο ίδιος συγ­γρα­φέ­ας. Το να γίνω λογο­τέ­χνης ήταν για μένα έμφυ­τη εσω­τε­ρι­κή ανά­γκη. Κι ο αδελ­φός μου, για παρά­δειγ­μα, στο ίδιο περι­βάλ­λον μεγά­λω­σε κι όμως δεν ασχο­λή­θη­κε με τα γράμματα.

– Είστε και μετα­φρα­στής. Εκδώ­σα­τε και μελέ­τες για Μαγια­κόφ­σκι, Άλαν Πόε κ.λπ. Η εμπει­ρία σας από την ξένη λογοτεχνία;

– Κοι­τάξ­τε, ανή­κω στους πνευ­μα­τι­κούς ανθρώ­πους- και δεν είμαι ο μόνος‑, που είμαι μαθη­τής και θαυ­μα­στής της Ρώσι­κης και μετά της Γαλ­λι­κής λογο­τε­χνί­ας. Το πρό­βλη­μα στην Ελλά­δα με τις μετα­φρά­σεις της Ρώσι­κης λογο­τε­χνί­ας ξεκί­νη­σε από την αρχή όταν οι μετα­φρά­σεις των Ρώσων κλα­σι­κών γινό­ταν από αγγλι­κές η γαλ­λι­κές μετα­φρά­σεις. Ο κορυ­φαί­ος μας Παπα­δια­μά­ντης από τα Γαλ­λι­κά μετέ­φρα­σε Ντο­στο­γιέφ­σκι. Υπήρ­ξε ασφα­λώς ο άρι­στος μετα­φρα­στής και κάτο­χος της Ρωσι­κής ο Αλε­ξάν­δρου, αλλά να σας ανα­φέ­ρω την περί­πτω­ση Σαρα­ντό­που­λου; Λοι­πόν –αυτό συνέ­βη πριν την δικτατορία‑, όταν ήμουν πρό­ε­δρος Νεο­λαί­ας στον Ελλη­νο­σο­βιε­τι­κό Σύλ­λο­γο και είχε έρθει ο Σολό­χωφ. Στην εκδή­λω­ση προς τιμή του ανέ­λα­βα να του συστή­σω τον Σαρα­ντό­που­λο που μετα­ξύ άλλων είχε μετα­φρά­σει και τον Σολό­χωφ. Ποιος να το φαντα­ζό­ταν ότι ο Σαρα­ντό­που­λος που είχε μάθει τα Ρώσι­κα στη φυλα­κή δεν μπο­ρού­σε να μιλή­σει τη γλώσσα!

– Έχε­τε ταξι­δέ­ψει πάρα πολύ. Ένας συγ­γρα­φέ­ας κ. Βαλέ­τα, είναι απα­ραί­τη­το να ταξι­δεύ­ει για να εμπλου­τί­ζει τις γνώ­σεις του;

– Αυτό δεν είναι κανό­νας. Υπάρ­χουν και συγ­γρα­φείς που δεν ταξί­δε­ψαν ποτέ. Αρκού­μαι σαν απά­ντη­ση να σας θυμί­σω τι είπε ο Τολ­στόι όταν διά­βα­σε το «Ανα­μνή­σεις από το σπί­τι των πεθα­μέ­νων» του Ντο­στο­γιέφ­σκι: ‑Έπρε­πε να έχω μπει κι εγώ στο κάτερ­γο της Σιβη­ρί­ας, να γρά­ψω ένα έργο σαν του Ντοστογιέφσκι…

– Μόλις κυκλο­φό­ρη­σε η συλ­λο­γή διη­γη­μά­των σας «Ο Βια­σμός της Δασκά­λας Π.Κ» από τα Αιο­λι­κά Γράμ­μα­τα. Μιλή­στε μας για αυτή την έκδοση.

– Το διή­γη­μα που έδω­σε και τον τίτλο στη συλ­λο­γή είναι μια πραγ­μα­τι­κή ιστο­ρία, μόνο που έκα­να το λάθος να ανα­φέ­ρω το πραγ­μα­τι­κό όνο­μα της ηρω­ί­δας. Δυστυ­χώς τώρα είναι αργά… Η δασκά­λα Π.Κ., που ήταν αρι­στε­ρή υπήρ­ξε θύμα βια­σμού και ήταν ένας από τους βια­σμούς της επο­χής της κατο­χής από τους χίτες κλπ που κανείς δεν μιλά. Τίπο­τα δεν απο­κλεί­ει βια­σμούς κι από την άλλη πλευ­ρά αλλά είναι χαρα­κτη­ρι­στι­κό ότι ο Άρης Βελου­χιώ­της έστει­λε στο ανταρ­το­δι­κείο έναν από τους άντρες του με την κατη­γο­ρία του βια­σμού και το λαϊ­κό δικα­στή­ριο τον κατα­δί­κα­σε σε θάνα­το, αργό­τε­ρα απο­δεί­χτη­κε η αθω­ό­τη­τά του.

– Τα παπού­τσια του Βαν Γκογκ/Αθήνα 2007 ήταν συλ­λο­γή διη­γη­μά­των σας που μου είχα­τε κάνει την τιμή να σας γρά­ψω κρι­τι­κή και είναι ένα από τα βιβλία σας με μετά­φρα­ση και επα­νεκ­δό­σεις στα Αλβα­νι­κά και πρό­σφα­τα στα Γαλ­λι­κά. Στις συλ­λο­γές διη­γη­μά­των σας συνα­ντά­με πρό­σω­πα που επι­διώ­κουν τον έρω­τα, που είναι περι­θω­ρια­κά, παρα­βα­τι­κά, ανα­σφα­λή, αδι­κη­μέ­να, που ζουν στην σύγ­χρο­νη πραγ­μα­τι­κό­τη­τα. Ρεα­λι­σμός στη γρα­φή σας και κ. Βαλέτα,άραγε εμπε­ριέ­χουν τα πάμπολ­λα διη­γή­μα­τά σας βιώ­μα­τα και εμπει­ρί­ες σας;

– Πάντα. Υπάρ­χει συγ­γρα­φέ­ας που το έργο του να μην περιέ­χει προ­σω­πι­κά βιώ­μα­τα, εμπει­ρί­ες; Ένας συγ­γρα­φέ­ας για να γρά­ψει κάτι ή πρέ­πει να τα έχει ζήσει ο ίδιος ή έμμε­σα να το δει-παρα­τη­ρή­σει στη ζωή άλλων. Εάν ο Ντο­στο­γιέφ­σκι δεν είχε βιώ­σει την εξο­ρία στη Σιβη­ρία 9 χρό­νια και 4 στο κάτερ­γο θα έγρα­φε το αρι­στούρ­γη­μα που έγρα­ψε; Ο Τολ­στόι μεγά­λος αρι­στο­κρά­της και πάμπλου­τος πολέ­μη­σε στην Κρι­μαία, δια­κρί­θη­κε σε πολέ­μους και αξιο­ποί­η­σε τις εμπει­ρί­ες του κατό­πιν στα έργα του, στο Πόλε­μος και Ειρήνη.

– Είστε πολυ­γρα­φό­τα­τος. Αυτό για­τί; Η γρα­φή λει­τουρ­γεί για σας ως λύτρωση;

– Τι θα πει λύτρω­ση; Μα δεν ξέρω να κάνω τίπο­τα άλλο. Αυτό κάνω όλη μου τη ζωή και  δεν μετα­νιώ­νω που ασχο­λή­θη­κα με τη λογοτεχνία.

– Διευ­θύ­νε­τε εδώ και πολ­λά χρό­νια το έντυ­πο λογο­τε­χνι­κό περιο­δι­κό ΑΙΟΛΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ του οποί­ου ιδρυ­τής υπήρ­ξε ο πατέ­ρας σας. Σας έμπει­ρος εκδό­της που είστε θα μας πεί­τε ποιο το μέλ­λον των εντύ­πων μέσων; Θα νική­σουν ή θα νικη­θούν από τα ηλε­κτρο­νι­κά περιο­δι­κά λόγου;

– Δεν θα νικη­θούν ποτέ. Δεν υπάρ­χει μεγα­λύ­τε­ρο πράγ­μα στη ζωή από τις τέχνες και τα γράμ­μα­τα και το βιβλίο είναι ένα άμε­σο είδος που δεν μπο­ρεί να αντι­κα­τα­στα­θεί ηλε­κτρο­νι­κά. Έτσι πιστεύω. Φυσι­κά στη ζωή όλα είναι ρευ­στά, η τεχνο­λο­γία προ­χω­ρά συνεχώς…

– Ο εξέ­χων ερευ­νη­τής και λογο­τέ­χνης πατέ­ρας σας Γιώρ­γος Βαλέ­τας μετέ­τρε­ψε το πατρι­κό του στην Άργε­νο σε Μου­σείο της Εαμι­κής Αντί­στα­σης   όπου μετα­ξύ άλλων οι ενδια­φε­ρό­με­νοι βρί­σκουν πλού­σιο υλι­κό για την Εθνι­κή Αντί­στα­ση Λέσβου. Καθώς και Πολι­τι­στι­κό Κέντρο. Σήμε­ρα εσείς φρο­ντί­ζε­τε και το Μου­σείο και στους χώρους αυτούς διε­ξά­γε­ται Forum με ανθρώ­πους του Πνεύ­μα­τος από όλο τον κόσμο. Είστε μια πολυ­σχι­δής προ­σω­πι­κό­τη­τα που διαρ­κώς και ποι­κι­λο­τρό­πως δίνε­τε μάχες για τον Πολι­τι­σμό. Η Τέχνη κ. Βαλέ­τα στην α‑πνευματική επο­χή που διά­γου­με τι μπο­ρεί να κάνει;

– Ο πατέ­ρας μου πήρε την από­φα­ση να δια­θέ­σει το πατρι­κό του γι’ αυτό το σκο­πό και το χωριό μας η Άργε­νος αν και πολύ φτω­χό είναι από τα λίγα χωριά με 250 κατοί­κους. Το μου­σείο Βαλέ­τα είναι και Πνευ­μα­τι­κό και Λαο­γρα­φι­κό με μεγά­λη επι­σκε­ψι­μό­τη­τα κάτι που με ικα­νο­ποιεί ηθι­κά. Να σας ανα­φέ­ρω τη χαρά και περη­φά­νια των συγ­χω­ρια­νών μου όταν έκα­να τις λογο­τε­χνι­κές συνα­ντή­σεις με καλε­σμέ­νους ομό­τε­χνους από όλο τον κόσμο. Δυστυ­χώς τα τελευ­ταία χρό­νια δεν γίνο­νται, όχι για το οικο­νο­μι­κό αλλά περισ­σό­τε­ρο για τον πολύ χρό­νο προ­ε­τοι­μα­σί­ας κλπ. Όσο αφο­ρά το δεύ­τε­ρο ερώ­τη­μά σας κ. Γαΐ­λα, όχι η Τέχνη δεν θα πεθά­νει ποτέ. Χωρίς τα Γράμ­μα­τα ο άνθρω­πος δεν θα μπο­ρέ­σει να επι­βιώ­σει. Τέχνη-Γράμ­μα­τα η ομορ­φιά της ζωής.

– Ο πατέ­ρας σας το 1952 είχε εκδώ­σει την πολυ­τε­λή έκδο­ση αφιέ­ρω­μα στο Ιωάν­νη Γρυ­πά­ρη μία από τις ερευ­νη­τι­κές μελέ­τες του που έγρα­ψαν ιστο­ρία αδια­φο­ρώ­ντας για το οικο­νο­μι­κό κόστος. Τον ίδιο δρό­μο ακο­λου­θεί­τε και εσείς με σπα­τά­λη του προ­σω­πι­κού σας χρό­νου και χρη­μά­των για την κυκλο­φο­ρία αντιε­μπο­ρι­κών βιβλί­ων κόντρα στην λογι­κή του κατε­στη­μέ­νου στο χώρο του βιβλί­ου. Και, για παρά­δειγ­μα το αφιέ­ρω­μα σας στον αντι­συμ­βα­τι­κό και πρω­το­πο­ρια­κό για την επο­χή του Γιάν­νη Καμπύ­ση (1872–1901). Ένα σχό­λιο και για τον Καμπύ­ση και ένα για την τακτι­κή σας αυτή που μόνο χρή­μα­τα σας αποσπά;

– Ο Καμπύ­σης μεγά­λη μορ­φή των γραμ­μά­των, ο πατέ­ρας μου είχε βγά­λει τα άπα­ντα του, έβγα­ζε ογκώ­δη εκδό­σεις κυριο­λε­κτι­κά με το αίμα του, εγώ τώρα δεν μπο­ρώ να κάνω το ίδιο.

Θέλω να ξέρε­τε ότι αυτό που κάνω μου δίνει μεγά­λη χαρά, μου αρέ­σει. Η έκδο­ση του βιβλί­ου συνο­δεύ­ε­ται και από την περι­πέ­τεια της διά­δο­σης του αλλιώς θα μεί­νει στο ράφι όπως τόσα χει­ρό­γρα­φα αλλά ένα βιβλίο γρά­φε­ται για να κυκλο­φο­ρεί , ένα βιβλίο είναι όπως η δημο­κρα­τία. Απευ­θύ­νε­ται στο λαό, γρά­φε­ται για το λαό, ολο­κλη­ρώ­νε­ται όταν φτά­νει στο κοινό.

– Κάτω από το λογό­τυ­πο του περιο­δι­κού σας ΑΙΟΛΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ κ. Βαλέ­τα, είναι τυπω­μέ­νη η φρά­ση: Όχι στην καθιέ­ρω­ση της διγλωσ­σί­ας (Ελλη­νι­κά-Αγγλι­κά). Μας το αναλύετε;

– Είναι απλό. Να μην επι­κρα­τή­σει-καθιε­ρω­θεί η Αγγλι­κή σαν επί­ση­μη γλώσ­σα του Κρά­τους. Σχε­τι­κά πρό­σφα­τα παρα­τή­ρη­σα σε αφί­σα εορ­τών μεγά­λου εκπαι­δευ­τη­ρί­ου τη φρά­ση: Open Day…

– Αλμπέρ Καμύ. Ο δια­κε­κρι­μέ­νος Γάλ­λος φιλό­σο­φος-λογο­τέ­χνης του οποί­ου συγ­γρά­ψα­τε αφιέ­ρω­μα. Ο αγα­πη­μέ­νος σας συγ­γρα­φέ­ας; Έχε­τε γρά­ψει και αφιέ­ρω­μα του Άλαν Πόε. Αγα­πη­μέ­νοι σας άλλοι ξένοι συγγραφείς;

– Σας είπα είμαι λάτρης, βαθύς γνώ­στης και ερευ­νη­τής της Ρωσι­κής λογο­τε­χνί­ας με ποιο αγα­πη­μέ­νο μου Ρώσο τον Ντο­στο­γιέφ­σκι.  Φυσι­κά μελε­τώ και θαυ­μά­ζω Γάλ­λους και λογο­τέ­χνες  παλαιό­τε­ρους και σύγ­χρο­νους από όλο τον κόσμο. Αφού σας πω ότι έχω γρά­ψει και για άλλους έρευ­νες εκτός από τους προ­α­να­φερ­θέ­ντες να σας διορ­θώ­σω… Πό ή Πόου είναι η σωστή προ­φο­ρά του ονό­μα­τος του σπου­δαί­ου Αμε­ρι­κά­νου συγ­γρα­φέα Έντ­γκαρ Άλαν Πό και όχι Πόε που τον βάφτι­σαν οι μετα­φρα­στές του.

– Από τη μέχρι σήμε­ρα εκδο­τι­κή σας δρά­ση υπάρ­χει κάποιο βιβλίο σας που εσείς το πιστέ­ψα­τε πολύ αλλά η αντα­πό­κρι­ση του ανα­γνω­στι­κού κοι­νού δεν ήταν αυτή που αναμένατε;

– Κατη­γο­ρη­μα­τι­κά απα­ντώ όχι. Για­τί, όταν εγώ βγά­ζω ένα βιβλίο το βγά­ζω για­τί το πιστεύω εγώ κι όχι για­τί θέλω να γίνει επι­τυ­χία. Εμπο­ρι­κή επι­τυ­χία δεν σημαί­νει αυτό­μα­τα ότι το βιβλίο είναι καλό. Ποιος αρνεί­ται ότι τα απο­κα­λού­με­να best-seller βιβλία δεν είναι στην πλειο­ψη­φία τους παρα­φι­λο­λο­γία; Εξ άλλου ποιος μπο­ρεί να προ­δι­κά­σει την επι­τυ­χία ή όχι ενός βιβλί­ου; Όταν ο Στα­ντάλ ο σπου­δαί­ος Γάλ­λος συγ­γρα­φέ­ας τύπω­σε για πρώ­τη φορά το αρι­στούρ­γη­μα Το Μονα­στή­ρι της Πάρ­μας πήγε στον εκδό­τη του να ζητή­σει συγ­γρα­φι­κά δικαιώ­μα­τα κι εκεί­νος ειρω­νι­κά του είπε:-

- είναι τόσο ιερό το βιβλίο σου που οι ανα­γνώ­στες δεν το αγγίζουν.
‑Μα τρεις μήνες τώρα… ψέλ­λι­σε ο συγγραφέας.
‑Έχω που­λή­σει μόνο 7 αντί­τυ­πα, με παγί­δε­ψες να στο εκδώ­σω και ζητάς δικαιώ­μα­τα για μια αποτυχία…

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο