Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ταινίες Α΄ Προβολής: Πανσπερμία για όλα τα γούστα

Γρά­φει ο Αστέ­ρης Αλα­μπής _Μίδας

Συνε­χί­ζε­ται το αδι­καιο­λό­γη­το κρε­σέ­ντο με πρε­μιέ­ρες, καθώς ακό­μη οχτώ νέες ται­νί­ες βγαί­νουν αυτή την εβδο­μά­δα στους κινη­μα­το­γρά­φους. Ται­νί­ες για όλα τα γού­στα, αλλά όχι ιδιαί­τε­ρων απαι­τή­σε­ων, απ’ τις οποί­ες ξεχω­ρί­ζει ελα­φρώς το δρά­μα επο­χής «Η Γυναί­κα του Τσαϊ­κόφ­σκι», ενώ αξί­ζει της προ­σο­χής το συγκι­νη­τι­κό ελλη­νι­κό ντο­κι­μα­ντέρ «Το Φωτο­γρα­φείο του Μπα­μπά μου».

STUDIO new star art cinema 20 26 31 Αυγ

STUDIO new star art cinema: 6 Απρίλη — 12 Απρίλη Γενική Είσοδος: 7€

« Ο ΜΕΓΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ » του ΘΟΔΩΡΟΥ ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ

« ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ »  της ΜΑΡΙΑΝΝΑΣ ΛΑΜΠΙΡΗ

« SALÒ, 120 Μέρες στα Σόδο­μα » του Πιερ Πάο­λο Παζολίνι

«ΤΑ ΠΝΕΎΜΑΤΑ ΤΟΥ ΙΝΙΣΕΡΙΝ » του ΜΑΡΤΙΝ ΜΑΚΝΤΟΝΑ

«Θ.ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ Ν. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Ο ΚΑΘΕΝΑΣ ΚΑΙ Η ΜΟΥΣΙΚΗ ΤΟΥ» των Α.ΚΟΚΚΙΝΟΣ‑Γ.ΣΟΛΔΑΤΟΣ

«ΑΝΤΙΓΟΝΗ» της ΣΟΦΗ ΝΤΕΡΑΣΠ

«ΟΥΓΚΕΤΣΟΥ ΜΟΝΟΓΚΑΤΑΡΙ» του ΚΕΝΖΟ ΜΙΖΟΓΚΟΥΤΣΙ

«ΜΗΔΕΙΑ» του ΔΗΜΗΤΡΗ ΑΘΑΝΙΤΗ

«ΕΞΟΡΙΑ» του ΒΑΣΙΛΗ ΜΑΖΩΜΕΝΟΥ

«ΚΑΘΑΡΤΗΡΙΟ» του ΒΑΣΙΛΗ ΜΑΖΩΜΕΝΟΥ

«BROKEN CIRCLE» του Δημή­τρη Κατή

«Ο ΆΝΘΡΩΠΟΣ ΜΕ ΤΗΝ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΜΗΧΑΝΗ» του ΤΖΙΓΚΑ ΒΕΡΤΟΦ

«ΒΕΡΟΛΙΝΟ Η ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΜΙΑΣ ΜΕΓΑΛΟΥΠΟΛΗΣ» του ΒΑΛΤΕΡ ΡΟΥΤΜΑΝ

ΕΙΔΙΚΗ ΠΡΟΒΟΛΗ _ Το ΠΑΝΟΡΑΜΑ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ
Το STUDIO new star art cinema στέ­κε­ται δίπλα στο ΙΝΤΕΑΛ, το ΑΣΤΟΡ και την ΙΡΙΔΑ και διορ­γα­νώ­νει δωρε­άν προ­βο­λή Ο ΚΑΙΡΟΣ ΤΩΝ ΤΣΙΓΓΆΝΩΝ του Εμίρ Κου­στου­ρί­τσα …  σήμε­ρα Πέμ­πτη 6 Απρι­λί­ου στις 20.00

Η Γυναίκα του Τσαϊκόφσκι “Zhena Chaikovskogo”

Βιο­γρα­φι­κό δρά­μα, ρωσι­κής και γαλ­λι­κής παρα­γω­γής του 2022, σε σκη­νο­θε­σία Κιρίλ Σερε­μπρέ­νι­κοφ, με τους Αλιό­να Μιχαϊ­λό­βα, Οντίν Λουντ Μπι­ρόν, Φίλιπ Αντέ­γιεφ, Αρτιόμ Νέμοφ κα.

Μια βάναυ­ση ιστο­ρία ανεκ­πλή­ρω­του έρω­τα, γυναι­κεί­ας θέλη­σης και αρρω­στη­μέ­νων συμπε­ρι­φο­ρών, στο όνο­μα της Τέχνης, από τον σημα­ντι­κό σύγ­χρο­νο Ρώσο σκη­νο­θέ­τη Κίριλ Σερε­μπρέ­νι­κοφ («Ο Πιστός»).

Προ­βλή­θη­κε στο Δια­γω­νι­στι­κό Τμή­μα του περ­σι­νού Φεστι­βάλ Καν­νών προ­κα­λώ­ντας μικτές αντι­δρά­σεις, με τους περισ­σό­τε­ρους να την απο­θε­ώ­νουν. Μάλ­λον, μια υπερ­βο­λή, καθώς η ται­νία, που βασί­ζε­ται στην αλη­θι­νή ιστο­ρία του γάμου του περί­φη­μου συν­θέ­τη Πιότρ Τσαϊ­κόφ­σκι με την Αντο­νί­να Μιλιού­κο­βα, έχει τα καλά της αλλά δεν είναι και λίγες οι αδυ­να­μί­ες της.

Και μόνο η περί­πτω­ση ενός δυστυ­χι­σμέ­νου γάμου, στον οποίο εμπλέ­κε­ται μια καλ­λι­τε­χνι­κή ιδιο­φυ­ΐα τού μεγέ­θους Τσαϊ­κόφ­σκι και μιας γυναί­κας που τον λάτρε­ψε παρό­τι γνώ­ρι­ζε την ομο­φυ­λο­φι­λία του, είναι αρκε­τή για να τρα­βή­ξει την προ­σο­χή, να δημιουρ­γή­σει μεγά­λες προσ­δο­κί­ες για ένα δρά­μα στη Ρωσία του 19ου αιώνα.

Η ιστο­ρία ξεκι­νά από την εμμο­νή της Αντο­νί­να να παντρευ­τεί τον διά­ση­μο μου­σουρ­γό, τον οποίο ερω­τεύ­τη­κε ακού­γο­ντας τις μελω­δί­ες του. Μία όμορ­φη κοπέ­λα, της ρωσι­κής αρι­στο­κρα­τί­ας αν και όχι πλού­σια, που θα μπο­ρού­σε να παντρευ­τεί όποιον ήθε­λε, αλλά θα προ­τι­μή­σει τον Τσαϊ­κόφ­σκι, γνω­ρί­ζο­ντας ότι είναι ομο­φυ­λό­φι­λος και ο οποί­ος δέχθη­κε να την παντρευ­τεί μόνο και μόνο για­τί ήθε­λε να δώσει τέλος στις φήμες για τις ερω­τι­κές προ­τι­μή­σεις του. Ένας γάμος κατα­δι­κα­σμέ­νος, αλλά περισ­σό­τε­ρο ένας ανεκ­πλή­ρω­τος έρω­τας από την πλευ­ρά της γυναί­κας, που φτά­νει στα όρια της τρέ­λας, καθώς σχε­δόν άμε­σα ο Τσαϊ­κόφ­σκι προ­σπά­θη­σε να την ξεφορ­τω­θεί ταπεινωτικά.

Ο Σερε­μπρέ­νι­κοφ, αφή­νει αρκε­τά ερω­τη­μα­τι­κά για την προ­σω­πι­κό­τη­τα της Αντο­νί­να, την επι­λο­γή της να παντρευ­τεί τον Τσαϊ­κόφ­σκι, για­τί τρα­βά πάνω της όλα τα δει­νά, προ­τι­μά μια δυστυ­χι­σμέ­νη ζωή, ερω­τι­κά άρρω­στη, καθώς γνώ­ρι­ζε ότι πρό­κει­ται για έναν συμ­βα­τι­κό γάμο. Αλλο­πρό­σαλ­λες όμως είναι και οι αισθη­τι­κές επι­λο­γές του, με τα σκο­τει­νά πλά­να, εσω­τε­ρι­κών και εξω­τε­ρι­κών χώρων, φορ­τώ­νο­ντας την ται­νία συναι­σθη­μα­τι­κά και δρα­μα­τι­κά, ενώ και οι πομπώ­δεις μου­σι­κές πνί­γουν τους δυο βασι­κούς χαρα­κτή­ρες που ορι­σμέ­νες φορές νομί­ζεις ότι ο χρό­νος δεν συμ­βα­δί­ζει με την ηλι­κία τους.

Υπάρ­χουν όμως και τρεις τέσ­σε­ρις σκη­νές με την Αντο­νί­να, που ο Ρώσος σκη­νο­θέ­της δεί­χνει τα αντα­να­κλα­στι­κά του ταλέ­ντου του, την ισχύ της φαντα­σί­ας του, ενώ ταυ­τό­χρο­να, αν και όχι πάντα απο­τε­λε­σμα­τι­κά, ανα­δει­κνύ­ει τη γυναι­κεία δύνα­μη, σε μια πατριαρ­χι­κή κοι­νω­νία και τον πλη­γω­μέ­νο ρομα­ντι­σμό της ρωσι­κής ψυχής, του μεγά­λου πολι­τι­σμού της χώρας του.

Ο Σερε­μπρέ­νι­κοφ, ορι­σμέ­νες φορές και χωρίς ιδιαί­τε­ρο λόγο μπερ­δεύ­ει τα απλά και κάνει πιο πολύ­πλο­κη την ιστο­ρία του, ενώ με την εξα­ντλη­τι­κή διάρ­κεια της ται­νί­ας του (2,5 ώρες) μάλ­λον προ­τί­μη­σε το «εγώ» του από το έργο που έπρε­πε να παρα­δώ­σει. Από το καστ, ξεχω­ρί­ζει εμφα­νώς η δρο­σε­ρή Αλιό­να Μιχαϊλοβα.

Με λίγα λόγια … Η Αντο­νί­να Μιλιού­κο­βα είναι μία όμορ­φη κοπέ­λα, μέλος της ρωσι­κής αρι­στο­κρα­τί­ας του 19ου αιώ­να. Θα μπο­ρού­σε να έχει όποιον θέλει, όμως ανα­πτύσ­σει μια εμμο­νή με τον ήδη περι­ζή­τη­το συν­θέ­τη Πιοτρ Τσαϊ­κόφ­σκι, τον οποίο ερω­τεύ­ε­ται τρε­λά με το που ακού­ει τη μου­σι­κή του. Ο μονα­δι­κός της σκο­πός είναι να τον παντρευ­τεί και να τον στη­ρί­ζει δια βίου με όλες της τις δυνά­μεις στο θεά­ρε­στο, όπως το αντι­λαμ­βά­νε­ται εκεί­νη, έργο του. Ο συν­θέ­της ενδί­δει για να δώσει ένα τέλος στις φήμες γύρω από το πρό­σω­πό του, αλλά ο γάμος αυτός δεν μπο­ρεί να διαρκέσει…

Flux Gourmet: Κωμωδία, βρετανικής και αμερικάνικης παραγωγής του 2022, σε σκηνοθεσία Πίτερ Στρίκλαντ, με τους Γκουέντολιν Κρίστι, Αριάν Λαμπέντ, Μάκη Παπαδημητρίου, Ρίτσαρντ Μπρέμερ, Έισα Μπάτερφιλντ κα.

«Μια γαστρο­νο­μι­κή κολε­κτί­βα, που δεν μπο­ρεί να δια­λέ­ξει όνο­μα, στε­γά­ζε­ται σε μια βίλα, ένα ινστι­τού­το αφιε­ρω­μέ­νο στις μαγει­ρι­κές και δια­τρο­φι­κές επι­δό­σεις. Τα μέλη της παγι­δεύ­ο­νται σε εσω­τε­ρι­κές δια­μά­χες εξου­σί­ας και σε καλ­λι­τε­χνι­κές βεντέ­τες, μόνο που η δυσλει­τουρ­γι­κή δυνα­μι­κή τους επι­δει­νώ­νε­ται ακό­μα περισ­σό­τε­ρο όταν πρέ­πει να συνα­να­στρα­φούν με την επι­κε­φα­λής του ινστι­τού­του. Ενώ οι διά­φο­ροι αντα­γω­νι­σμοί ξεδι­πλώ­νο­νται, ένας άλλος ένοι­κος αντι­με­τω­πί­ζει γαστρε­ντε­ρι­κές δια­τα­ρα­χές, και σε μια προ­σπά­θεια να δώσει αυθε­ντι­κό­τη­τα στην τέχνη της, η αρχη­γός της κολε­κτί­βας του ζητά να χρη­σι­μο­ποι­ή­σει την κατά­στα­σή του ως μέρος της παράστασης».

Αυτή είναι η «επί­ση­μη» και επιει­κώς δυσ­νό­η­τη σύνο­ψη της τελευ­ταί­ας ται­νί­ας του εκκε­ντρι­κού και αιρε­τι­κού Βρε­τα­νού σκη­νο­θέ­τη Πίτερ Στρί­γκλαντ, με την οποία πήγε στο Φεστι­βάλ του Βερο­λί­νου και έκα­νε ευρύ­τε­ρα γνω­στό τον δικό μας Μάκη Παπα­δη­μη­τρί­ου, που συμπρω­τα­γω­νι­στεί. Μιας παραι­σθη­σιο­γό­νου κωμω­δί­ας τρό­μου, που μπο­ρεί να έχει την πλά­κα της, δια­κω­μω­δώ­ντας την έπαρ­ση, τον επι­κίν­δυ­νο αυτι­σμό των «καλ­λι­τε­χνών», τη μικρό­τη­τα των προ­σω­πι­κο­τή­των τους, αλλά σίγου­ρα εντάσ­σε­ται στις ται­νί­ες που για να τις κατα­λά­βεις χρειά­ζε­σαι έναν ψυχα­να­λυ­τή κι εδώ ειδι­κά ακό­μη έναν δια­τρο­φο­λό­γο και έναν θεω­ρη­τι­κό της τέχνης, με ειδί­κευ­ση στη μοντέρ­να τέχνη.

Το σου­ρε­α­λι­στι­κό σύμπαν που πλά­θει ο Στρί­κλαντ («Berberian Sound Studio») επι­τί­θε­ται στις αισθή­σεις, μέχρι εξα­ντλή­σε­ως, για να καυ­τη­ριά­σει ένα καλ­λι­τε­χνι­κό κύκλω­μα που ζει στο δικό του κόσμο, τη σχέ­ση τέχνης και εξου­σί­ας, την εξτρα­βα­γκάν­ζα, που, μετα­ξύ μας, υπη­ρε­τεί και ο ίδιος. Δεν τη γλυ­τώ­νει όμως ούτε η υψη­λή γαστρο­νο­μία, που σε συν­δυα­σμό με τις περ­φόρ­μανς εκτός από γέλιο προ­κα­λεί και έναν στο­μα­χι­κό ίλιγ­γο. Και βεβαί­ως φαγη­τά, τα οποία προ­κα­λούν πολ­λά προ­βλή­μα­τα στον ταλα­ντού­χο Μάκη Παπα­δη­μη­τρί­ου, που ερμη­νεύ­ει έναν Έλλη­να συγ­γρα­φέα και βρί­σκε­ται φιλο­ξε­νού­με­νος της κολε­κτί­βας για την κατα­γρα­φή των δρώ­με­νων και συνά­μα υπο­φέ­ρει από έντο­νη δυσπε­ψία. Και αφού θα περά­σει επώ­δυ­νες στιγ­μές, φτά­νο­ντας στα όρια του τρό­μου, θα μάθει ότι πρέ­πει να απο­φεύ­γει τη γλουτένη.

Ο Στρί­γκλαντ σαρ­κά­ζει στον υπερ­βο­λι­κό βαθ­μό και προς τιμήν του, αυτο­σαρ­κά­ζε­ται, αλλά έχεις την αίσθη­ση ότι ο συν­δυα­σμός, χον­δροει­δούς χιού­μορ, γκρο­τέ­σκου και δια­νο­ου­με­νί­στι­κης σάτι­ρας μάλ­λον τελι­κά υπο­νο­μεύ­ει και την ίδια του την ται­νία, η οποία απευ­θύ­νε­ται σε ένα συγκε­κρι­μέ­νο κοινό.

Με λίγα λόγια … Μια ηχη­τι­κή κολε­κτί­βα που δεν μπο­ρεί να δια­λέ­ξει όνο­μα, στε­γά­ζε­ται σε ένα ινστι­τού­το αφιε­ρω­μέ­νο στις μαγει­ρι­κές και δια­τρο­φι­κές επι­δό­σεις. Τα μέλη της παγι­δεύ­ο­νται στις εσω­τε­ρι­κές τους μάχες εξου­σί­ας και σε καλ­λι­τε­χνι­κές βεντέ­τες, μόνο που η δυσλει­τουρ­γι­κή δυνα­μι­κή τους επι­δει­νώ­νε­ται ακό­μα περισ­σό­τε­ρο όταν πρέ­πει να συνα­να­στρα­φούν με την επι­κε­φα­λής τού ινστι­τού­του. Ενώ οι διά­φο­ροι αντα­γω­νι­σμοί ξεδι­πλώ­νο­νται, ένας φιλο­ξε­νού­με­νος συγ­γρα­φέ­ας αντι­με­τω­πί­ζει γαστρε­ντε­ρι­κές διαταραχές…

Ο Άντρας στο Υπόγειο  (“L’Homme de la Cave”)

Δρα­μα­τι­κό θρί­λερ, γαλ­λι­κής παρα­γω­γής του 2022, σε σκη­νο­θε­σία Φιλίπ Λε Γκε, με τους Φραν­σουά Κλου­ζέ, Μπε­ρε­νίς Μπε­ζό, Ζερε­μί Ρενιέ κα.

Ομο­λο­γου­μέ­νως ενδια­φέ­ρου­σα γαλ­λι­κή ται­νία, που αρχι­κά και φαι­νο­με­νι­κά φέρ­νει στο μυα­λό τα αμε­ρι­κά­νι­κα κλι­σε­διά­ρι­κα θρί­λερ, αλλά πολύ γρή­γο­ρα ξεφεύ­γει από τα συνη­θι­σμέ­να, για να προ­ω­θή­σει την προ­βλη­μα­τι­κή του σε σχέ­ση με την αμφι­σβή­τη­ση του ολο­καυ­τώ­μα­τος, το πέρα­σμα επι­κίν­δυ­νων ιδε­ών στους νέους, την ευκο­λία με την οποία η αδια­φο­ρία ανοί­γει το δρό­μο της μισαλ­λο­δο­ξί­ας και του φασισμού.

Ο Φιλίπ Λε Γκε («Οι Γυναί­κες του Τελευ­ταί­ου Ορό­φου») έχο­ντας μπρο­στά του ένα στι­βα­ρό σενά­ριο και στη διά­θε­σή του τον Φραν­σουά Κλου­ζέ στον πρω­τα­γω­νι­στι­κό ρόλο, παράλ­λη­λα με το σασπένς θα στή­σει μια αλλη­γο­ρι­κή ται­νία, για την εν δυνά­μει εισβο­λή σε κάθε σπί­τι ιδε­ών που μπο­ρούν να δηλη­τη­ριά­σουν κάθε μέλος της οικο­γέ­νειας — πόσο δε μάλ­λον των νέων, για τα σκο­τει­νά υπό­γεια του δια­δι­κτύ­ου και με πρό­φα­ση την αμφι­σβή­τη­ση των πάντων, απα­λεί­φο­νται ή δια­στρε­βλώ­νο­νται ακό­μη και ιστο­ρι­κά γεγονότα.

Ένας μεσή­λι­κας, που μοιά­ζει με άστε­γο αλλά και μορ­φω­μέ­νο άνθρω­πο, αγο­ρά­ζει ένα υπό­γειο στο σπί­τι ενός Εβραί­ου. Χωρίς να ενη­με­ρώ­σει τους ιδιο­κτή­τες, θα εγκα­τα­στα­θεί σε αυτό και θα ανα­στα­τώ­σει την οικο­γέ­νεια με τις ρατσι­στι­κές του από­ψεις και θα αρχί­σει να γοη­τεύ­ει και να επη­ρε­ά­ζει την κόρη του ζευ­γα­ριού, ενώ βρί­σκει και συμ­μά­χους γεί­το­νες που υιο­θε­τούν τα μυθεύ­μα­τά του, με δεδο­μέ­νο το μίσος τους για τους ξένους.

Ο συν­δυα­σμός θρί­λερ με ιστο­ρι­κά γεγο­νό­τα, πολι­τι­κής με τις ένο­χες μνή­μες των Γάλ­λων από τον Β’ Παγκό­σμιο Πόλε­μο, δεν είναι ό,τι και πιο εύκο­λο και αυτό φαί­νε­ται και στην ται­νία του Λε Γκε. Πολ­λές φορές η ίντρι­γκα αφή­νει κενά, οι χαρα­κτή­ρες μένουν ξεκρέ­μα­στοι, ο πολι­τι­κός του προ­βλη­μα­τι­σμός ακου­μπά στην ασφά­λεια της πολι­τι­κής ορθό­τη­τας. Η σύγ­χρο­νη επο­χή της από­γνω­σης, των αδιε­ξό­δων, μπο­ρούν να θρέ­ψουν «το αυγό του φιδιού», μπο­ρούν να ενι­σχύ­ουν το μήνυ­μα της ται­νί­ας ότι η αδια­φο­ρία ή η ημι­μά­θεια συμ­βά­λει στη διά­χυ­ση μισαλ­λό­δο­ξων ιδε­ών, αλλά υπάρ­χουν και τα αίτια που τυφλώ­νουν τους ανθρώ­πους και εξα­γριώ­νο­νται με όλους αυτούς που τους κοι­τούν αφ’ υψη­λού. Και κοι­νω­νι­κός προ­βλη­μα­τι­σμός και το τερ­πνόν μετά του ωφελίμου…

Με λίγα λόγια… Ο Σιμόν και η Ελέν απο­φα­σί­ζουν να που­λή­σουν ένα υπό­γειο στο κτί­ριο που μένουν. Ένας άντρας με ταραγ­μέ­νο παρελ­θόν το αγο­ρά­ζει και εγκα­θί­στα­ται χωρίς να ενη­με­ρώ­σει. Σιγά σιγά , η παρου­σία του θα ανα­στα­τώ­σει τη ζωή του ζευγαριού.

Air, Κυνηγώντας έναν Θρύλο

Δρα­μα­τι­κή βιο­γρα­φι­κή ται­νία, αμε­ρι­κά­νι­κης παρα­γω­γής του 2023, σε σκη­νο­θε­σία Μπεν Άφλεκ, με τους Ματ Ντέι­μον, Τζέι­σον Μπέι­τμαν, Βαϊ­ό­λα Ντέι­βις, Μπεν Άφλεκ, Κρις Τάκερ, Τζέ­σι­κα Γκριν κα.

Ται­νία ύμνος στο περι­βό­η­το «αμε­ρι­κά­νι­κο όνει­ρο», απο­θέ­ω­σης του επι­χει­ρη­μα­τι­κού δαι­μο­νί­ου, μια δοξα­σία για την επι­τυ­χία και το «μεγα­λείο» εν τέλει μιας αμε­ρι­κά­νι­κης πολυ­ε­θνι­κής. Όσο και αν φαί­νε­ται παρά­δο­ξο, εν έτει 2023, το αμε­ρι­κά­νι­κο σινε­μά έρχε­ται να δια­γρά­ψει όσα έχουν συμ­βεί στις ΗΠΑ και σε όλο τον κόσμο τα τελευ­ταία 20 χρό­νια, αυτό που συνο­μο­λο­γούν πλέ­ον και διε­θνείς οικο­νο­μι­κοί οργα­νι­σμοί για τις οικο­νο­μι­κές ανι­σό­τη­τες που έχουν ξεπε­ρά­σει κάθε προη­γού­με­νο και ότι το 50 τοις εκα­τό του παγκό­σμιου πλού­του κατέ­χει μια χού­φτα επι­χει­ρη­μα­τι­κών οικογενειών.

Και όμως ο γνω­στός και μη εξαι­ρε­τέ­ος Μπεν Άφλεκ, ξανα­πιά­νει μία, όχι και τόσο άγνω­στη, ιστο­ρία από τα μέσα της δεκα­ε­τί­ας του ’80, για να την καλ­λω­πί­σει και να παρα­δώ­σει μια ται­νία για το από­λυ­το Success Story. Τη συμ­φω­νία μετα­ξύ του θρυ­λι­κού Μάικλ Τζόρ­νταν και της Nike και τα περι­βό­η­τα αθλη­τι­κά παπού­τσια, «το ρίσκο που πήρε μια αντι­συμ­βα­τι­κή ομά­δα» της πολυ­ε­θνι­κής εται­ρεί­ας και έδε­σε με το «ασυμ­βί­βα­στο όρα­μα» της μητέ­ρας του χαρι­σμα­τι­κού μπα­σκε­τμπο­λί­στα, για να ξανα­ζω­ντα­νέ­ψει τους αμε­ρι­κά­νι­κους μύθους για τις ΗΠΑ και της ανω­τε­ρό­τη­τας των αμε­ρι­κά­νι­κων ιδεωδών.

Αυτή τη φορά δεν είναι οι «Ράμπο» και οι παρα­φυά­δες του, δεν είναι τα όπλα και οι «ήρω­ες» που καθα­ρί­ζουν «σκού­ρους τρο­μο­κρά­τες», σώζουν τον πλα­νή­τη από κομή­τες και εξω­γή­ι­νους ή οι μυστι­κές υπη­ρε­σί­ες που θυσιά­ζο­νται και θυσιά­ζουν ανθρώ­πους για να σώσουν τον «ελεύ­θε­ρο κόσμο», τον περί­φη­μο «αμε­ρι­κά­νι­κο τρό­πο ζωής». Είναι ο ιδιο­φυ­ής τρό­πος πλα­σα­ρί­σμα­τος ενός υπο­δή­μα­τος, που για τους Αμε­ρι­κά­νους φτά­νει στα όρια του φετίχ. Για­τί, όπως υπο­στη­ρί­ζουν, δεν έχει σημα­σία το παπού­τσι, αλλά η φαντα­σί­ω­ση του να περ­πα­τάς στα πάνι­να ή λαστι­χέ­νια βήμα­τα κάποιου άλλου. Όπως λένε και οι γκου­ρού του μάρ­κε­τινγκ της Nike «ένα παπού­τσι είναι απλά ένα παπού­τσι μέχρι να το φορέ­σει κάποιος». Εννο­ώ­ντας κάποιον διά­ση­μο, πόσο δε μάλ­λον έναν θρύ­λο, όπως ο Μάικλ Τζόρνταν.

Η καλο­δου­λε­μέ­νη ται­νία απο­τε­λεί ανα­το­μία μίας επι­χει­ρη­μα­τι­κής συμ­φω­νί­ας ορό­ση­μο, για το πώς μία «Στα­χτο­πού­τα» των αθλη­τι­κών ειδών έφτα­σε να γίνει η κυρί­αρ­χη εται­ρεία, βάζο­ντας στο παι­χνί­δι τη μητέ­ρα του Τζόρ­νταν (Βαϊ­ό­λα Ντέι­βις, κατό­πιν επι­θυ­μί­ας του ίδιου του παλαί­μα­χου παί­χτη), μία δυνα­μι­κή ασυμ­βί­βα­στη γυναί­κα, που ενώ­νει την πολυ­ε­θνι­κή των λευ­κών με την αθλη­τι­κή και οποια­δή­πο­τε προ­σφο­ρά των μαύ­ρων στα ιδα­νι­κά του αμε­ρι­κά­νι­κου έθνους. Για τους άλλους, τους απλούς συνη­θι­σμέ­νους μαύ­ρους, υπάρ­χουν και τα συσσίτια.

Χωρίς να μας εκπλήσ­σει, η ται­νία του δια­θέ­τει όλες τις πετυ­χη­μέ­νες συντα­γές: αμε­ρι­κά­νι­κο χιού­μορ πάνω από το μέσο όρο, διεισ­δυ­τι­κούς μελο­δρα­μα­τι­σμούς, μελε­τη­μέ­νο σενά­ριο και καλο­κουρ­δι­σμέ­νους ρυθ­μούς, εκκε­ντρι­κούς χαρα­κτή­ρες, τους ικα­νό­τα­τους Ματ Ντέι­μον και Βαϊ­ό­λα Ντέι­βις, μια παρα­γω­γή καλύ­τε­ρη και από εκεί­νη της πολυ­ε­θνι­κής εται­ρεί­ας και βεβαί­ως γερές πλά­τες. Τόσο που δεν θα μας εκπλή­ξει αν ο αμο­ρα­λι­στής Άφλεκ, μετά το εύπε­πτο αλλά ανεκ­δι­ή­γη­το ηθι­κά και ιδε­ο­λο­γι­κά «Επι­χεί­ρη­ση: Argo», που κέρ­δι­σε το Όσκαρ Καλύ­τε­ρης Ται­νί­ας, να βρε­θεί και πάλι υπο­ψή­φιος για Όσκαρ.

Στην ται­νία του «Η Παρεί­σφρη­ση» ο Σπάικ Λι έχει κάποια στιγ­μή μια σκη­νή που ένας αφρο­α­με­ρι­κά­νος λέει ότι όταν ήταν νέος έπια­σε τον εαυ­τό του να ενθου­σιά­ζε­ται με τα κατορ­θώ­μα­τα του Ταρ­ζάν στο σινε­μά, ένα­ντι των «αδελ­φών» του στην Αφρι­κή. Επί­σης, ένας άλλος, ινδιά­νι­κης κατα­γω­γής γοη­τευό­ταν από τον Τζον Γου­έιν. Παρα­λο­γι­σμός; Όχι, απλώς η δύνα­μη του σινε­μά, την οποία συνε­χί­ζουν να εκμε­ταλ­λεύ­ο­νται στο έπα­κρο οι Αμερικάνοι.

Εκεί που στα­μα­τά η λογι­κή ξεκι­νά το σινε­μά του Χόλι­γουντ. Μόνο που όταν μιλά­με για την ται­νία του Άφλεκ, πρέ­πει να στα­μα­τή­σουν κι άλλες ζωτι­κές λειτουργίες.

Με λίγα λόγια … Το χρο­νι­κό της απί­στευ­της και επα­να­στα­τι­κής συνερ­γα­σί­ας ανά­με­σα στον τότε πρω­τά­ρη Μάικλ Τζόρ­νταν και στο ανερ­χό­με­νο τμή­μα καλα­θο­σφαί­ρι­σης της Nike, που έφε­ρε την επα­νά­στα­ση στον κόσμο των σπορ και της σύγ­χρο­νης κουλ­τού­ρας με το brand του «Air Jordan».

Ο Εξορκιστής του Βατικανού “The Pope’s Exorcist”

Ται­νία τρό­μου, αμε­ρι­κά­νι­κης παρα­γω­γής του 2023, σε σκη­νο­θε­σία Τζού­λιους Εϊβε­ρι, με τους Ράσελ Κρό­ου, Ντά­νιελ Ζοβά­το, Άλεξ Εσόε, Φράν­κο Νέρο κα.

Η παρα­γω­γή της ται­νί­ας γνώ­ρι­σε μεγά­λα προ­βλή­μα­τα μέχρι να ολο­κλη­ρω­θεί — άγνω­στο αν χρειά­στη­κε και… εξορ­κι­σμούς — και αυτό φαί­νε­ται στο τελι­κό απο­τέ­λε­σμα. Ο Ράσελ Κρό­ου, για πρώ­τη φορά πρω­τα­γω­νι­στής σε ται­νία τρό­μου, θα συνα­ντη­θεί με τον σκη­νο­θέ­τη του «Overlord» Τζού­λιους Έιβε­ρι που παρά την ικα­νό­τη­τά του να μας βάλει στο κλί­μα, φαί­νε­ται να εγκα­τα­λεί­πει, από ένα σημείο και μετά, την προ­σπά­θεια για κάτι δια­φο­ρε­τι­κό, που να προ­κα­λέ­σει το ενδια­φέ­ρον και αφή­νει να κάνει τη δου­λειά ο αυτό­μα­τος πιλότος.

Η ται­νία, βασι­σμέ­νη στα αυτο­βιο­γρα­φι­κά βιβλία του Πατρός Γκα­μπριέ­λε Αμόρθ («An Exorcist Tells His Story» και «An Exorcist: More Stories»), που πέθα­νε το 2016, ενός αρχιε­ξορ­κι­στή του Βατι­κα­νού, με χιλιά­δες εξορ­κι­σμούς στο ενερ­γη­τι­κό του, τον ακο­λου­θεί στην έρευ­νά του για τον τρο­μα­κτι­κό δαι­μο­νι­σμό ενός παι­διού, η οποία κατα­λή­γει στην απο­κά­λυ­ψη μιας συνω­μο­σί­ας που το Βατι­κα­νό για αιώ­νες προ­σπα­θού­σε να αποκρύψει.

Μια ται­νία τρό­μου, που μπο­ρεί να βλέ­πε­ται με σχε­τι­κό ενδια­φέ­ρον και πιθα­νό­τα­τα δεν θα ενθου­σιά­σει και τους πολυ­πλη­θείς φαν του είδους και που εκτός από τις αδυ­να­μί­ες της, έχει και έναν Ράσελ Κρό­ου να μην πεί­θει καθό­λου, να είναι μια άστο­χη επι­λο­γή. Και μόνο να δεις το πρό­σω­πο του αλη­θι­νού εξορ­κι­στή Αμόρθ κατα­λα­βαί­νεις την απο­τυ­χία του Κρό­ου, που θυμί­ζει έναν βαρύ­το­νο να παρι­στά­νει τον ντε­τέ­κτιβ με ράσα…

Με λίγα λόγια… Ο Αμόρθ ανα­λαμ­βά­νει μια πολύ δύσκο­λη υπό­θε­ση με ένα νεα­ρό αγό­ρι το οποίο κατα­λαμ­βά­νε­ται από έναν αρχαίο δαί­μο­να. Ωστό­σο, ο εξορ­κι­σμός απο­κα­λύ­πτει μια συνω­μο­σία αιώ­νων που το Βατι­κα­νό προ­σπά­θη­σε απε­γνω­σμέ­να να κρα­τή­σει κρυφή.

Προ­βάλ­λο­νται ακό­μη οι ταινίες:

Η Εθε­λό­ντρια (“La Voluntaria”) Τρυ­φε­ρό πολι­τι­κό δρά­μα, ελλη­νοϊ­σπα­νι­κής παρα­γω­γής του 2022, που γύρι­σε η Νέλι Ρεγκου­έ­ρα, με πρω­τα­γω­νί­στρια την σημα­ντι­κή Ισπα­νί­δα ηθο­ποιό Κάρ­μεν Μάτσι. Στο­χα­στι­κό βλέμ­μα στο ανθρώ­πι­νο τοπίο της κατα­στρο­φής, σε μια προ­σφυ­γι­κή δομή στην Ελλά­δα. Ένα φιλμ που αμφι­σβη­τεί το παι­χνί­δι εξου­σί­ας των παρεί­σα­κτων και διε­ρω­τά­ται αν μπο­ρεί να μεί­νει κανείς αμέ­το­χος όταν εκτυ­λίσ­σε­ται μια παγκό­σμια ανθρω­πι­στι­κή κρίση.

Το Φωτο­γρα­φείο του Μπα­μπά μου: Εξαι­ρε­τι­κά χρή­σι­μο, συγκι­νη­τι­κό και αγα­πη­σιά­ρι­κο όπως έπρε­πε να είναι, ντο­κι­μα­ντέρ της Καλ­λιό­πης Λεγά­κη, για τον σημα­ντι­κό φωτο­γρά­φο της Λάρι­σας Τάκη Τλού­πα. Ενός τοπι­κού φωτο­γρά­φου, που κατέ­γρα­ψε μέσα από τη φωτο­γρα­φι­κή του μηχα­νή τους απλούς ανθρώ­πους του μόχθου στη Θεσ­σα­λία του προη­γού­με­νου αιώ­να. Η Καλ­λιό­πη Λεγά­κη, θα βου­τή­ξει στο πολύ­τι­μο αρχείο του πατέ­ρα της, για να μας θυμί­σει μια Ελλά­δα που έχει περά­σει ανε­πι­στρε­πτί, αλλά και να ανα­δεί­ξει το σπά­νιο ταλέ­ντο του, το ένστι­κτο του φωτο­γρά­φου, που μπο­ρεί να κατα­γρά­ψει την ιστο­ρία μέσα από την καθη­με­ρι­νό­τη­τα των απλών ανθρώ­πων. Και ταυ­τό­χρο­να την καλ­λι­τε­χνι­κή πορεία του Τάκη Τλού­πα, ενός ευγε­νι­κού ανθρώ­που που κατά­λα­βε τον προ­ο­ρι­σμό του και του είμα­στε υπόχρεοι.

Super Mario Bros. Η Ται­νία _“The Super Mario Bros. Movie”: Παι­δι­κό animation, αμε­ρι­κά­νι­κης παρα­γω­γής του 2022, σε σκη­νο­θε­σία Άρον Χόρ­βαθ και Μάικλ Τζέ­λε­νικ, με τον δημο­φι­λή υδραυ­λι­κό της Nintendo να μπαί­νει στη μεγά­λη οθό­νη, με την υπο­γρα­φή της Illumination.

Ενώ επι­διορ­θώ­νουν έναν αγω­γό ύδρευ­σης, δύο υδραυ­λι­κοί από το Μπρού­κλιν, ο Μάριο και ο αδελ­φός του, Λουί­τζι, μετα­φέ­ρο­νται μέσα από έναν μυστη­ριώ­δη σωλή­να σε έναν μαγι­κό νέο κόσμο. Η ται­νία προ­βάλ­λε­ται μετα­γλωτ­τι­σμέ­νη και στα ελλη­νι­κά, με τις φωνές των Κων­στα­ντί­νου Λάγκου, Βασί­λη Παπα­στά­θη, Στε­φα­νία Φιλιά­δη κα.

Πηγή ΑΠΕ-ΜΠΕ, Χάρης Αναγνωστάκης
Επι­ση­μάν­σεις και πλη­ρο­φο­ρί­ες από Ατέχνως.

Ονο­ρέ ντε Μπαλ­ζάκ: Γρα­πτά πάνω στο μυθι­στό­ρη­μα – Οι καλλιτέχνες

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο