Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ταινίες Πρώτης Προβολής: «Ναπολέων» δια χειρός Ρίντλεϊ Σκοτ +10 ακόμη _Foto+video

Με το πολυ­δια­φη­μι­σμέ­νο επι­κό βιο­γρα­φι­κό δρά­μα «Ναπο­λέ­ων» του Ρίντλεϊ Σκοτ, να μπαί­νει πρώ­το στην ατζέ­ντα των σινε­φίλ και λόγω του πρω­τα­γω­νι­στή Χοα­κίν Φίνιξ, ξεκι­νά η νέα κινη­μα­το­γρα­φι­κή εβδο­μά­δα. Ωστό­σο, η τελευ­ταία ται­νία της Disney, «Ευχή», έχει το πολυ­πλη­θές κοι­νό της και μάλ­λον δύσκο­λα θα χάσει την πρω­τιά στα εισι­τή­ρια. Απ’ τις υπό­λοι­πες πέντε ται­νί­ες του επτα­ή­με­ρου, ξεχω­ρί­ζει το δρά­μα «Με τα Μάτια της Ντάλ­βα», ενώ δεν μπο­ρεί να περά­σει απα­ρα­τή­ρη­τη η περι­πέ­τεια «Ο Δρό­μος της Εξι­λέ­ω­σης», λόγω της – ολι­γό­λε­πτης — συμ­με­το­χής του Μελ Γκίμπσον.

Ναπο­λέ­ων _ (“Napoleon”) Δρα­μα­τι­κή περι­πέ­τεια επο­χής, αμε­ρι­κά­νι­κης και βρε­τα­νι­κής παρα­γω­γής του 2023, σε σκη­νο­θε­σία Ρίντλεϊ Σκοτ, με τους Χοα­κίν Φίνιξ, Βανέ­σα Κέρ­μπι, Εντουάρ Φιλι­πο­νέ, Ταχάρ Ραχίμ, Γιου­σέφ Κερ­κούρ κα.

Θα πρέ­πει να πάμε πολύ πίσω για να βρού­με μία σπου­δαία ται­νία του Ρίντλεϊ Σκοτ, ο οποί­ος τις τελευ­ταί­ες δεκα­ε­τί­ες, πέρα από ελά­χι­στες εξαι­ρέ­σεις, δεί­χνει μία κόπω­ση, απο­φεύ­γο­ντας τους δύσκο­λους δρό­μους της ουσί­ας, όσων περι­μέ­νει ένας απαι­τη­τι­κός θεα­τής από έναν δημιουρ­γό και άξιο μάστο­ρα του σινε­μά. Αρκεί­ται στη θεα­μα­τι­κό­τη­τα των θεμά­των του ή την απο­τε­λε­σμα­τι­κό­τη­τα της περι­πέ­τειας και όλα τα στοι­χεία που θα ικα­νο­ποι­ή­σουν το ευρύ­τε­ρο κοι­νό. Άλλες φορές ομο­λο­γου­μέ­νως εντυ­πω­σια­κά και άλλες σχε­δόν διεκπεραιωτικά.

Εδώ, με το «Ναπο­λέ­ων» του, απο­φεύ­γει τα ακαν­θώ­δη του θέμα­τός του και ως μάστο­ρας βρί­σκε­ται κάπου στη μέση, παρό­τι φαί­νε­ται να το πάλε­ψε, αλλά τελι­κώς συμ­βι­βά­στη­κε με μία ευπρό­σω­πη βιο­γρα­φία του ιδιο­φυούς στρα­τη­γού. Μπο­ρεί να απο­φεύ­γει τις παγί­δες μίας συνο­πτι­κής βιο­γρα­φί­ας ή μιας αγιο­γρα­φί­ας, φτιά­χνο­ντας μία χορ­τα­στι­κή επι­κή δρα­μα­τι­κή περι­πέ­τεια συν­δυά­ζο­ντάς την με το ερω­τι­κό του πάθος για την Ιωση­φί­να, αλλά τελι­κά δίνει την αίσθη­ση ότι παρα­μέ­νει στην επι­φά­νεια, χάνει τα κατα­κλυ­σμιαία πολι­τι­κά και κοι­νω­νι­κά γεγο­νό­τα της επο­χής και εμφα­νί­ζε­ται άτολ­μος στο πιο ζου­με­ρό κομ­μά­τι της ται­νί­ας του. Την Ιωση­φί­να. Μία προ­σω­πι­κό­τη­τα που θα μπο­ρού­σε να πάρει πολύ περισ­σό­τε­ρο χρό­νο – αν και το ιδα­νι­κό θα ήταν το κεντρι­κό πρό­σω­πο της ται­νί­ας, που θα μπο­ρού­σε να εξά­ψει το ενδια­φέ­ρον, να δώσει μία διά­στα­ση ξεχω­ρι­στή στην ιστο­ρία και τη σκια­γρά­φη­ση του Ναπο­λέ­ο­ντα μέσα από τα δικά της μάτια. Ο Σκοτ επέ­λε­ξε το αντί­θε­το, προ­τι­μώ­ντας μία συμ­βα­τι­κή εξέ­τα­ση των γεγο­νό­των, να κεντρί­σει το κοι­νό με τον θρύ­λο του Γάλ­λου στρατηλάτη.

Απ’ την άλλη, αν και ο Σκοτ απο­φεύ­γει τις πολ­λές πολι­τι­κές ανα­φο­ρές και τις ιδε­ο­λο­γι­κές δια­μά­χες ή τα γεω­στρα­τη­γι­κά παι­χνί­δια που παί­ζο­νταν εκεί­νη την επο­χή στις βασι­λι­κές αυλές, είναι φανε­ρό ότι δίνει ορι­σμέ­νους πόντους συμπά­θειας προς τη μοναρ­χία. Καθό­λου τυχαία, η ται­νία ξεκι­νά με την Μαρία Αντουα­νέ­τα να οδεύ­ει στην γκι­λο­τί­να, θαρ­ρα­λέα και περι­φρο­νη­τι­κά προς τον επα­να­στα­τη­μέ­νο λαό, κάτι που γοη­τεύ­ει τον — ακό­μα άση­μο αξιω­μα­τι­κό — Ναπο­λέ­ο­ντα, ενώ τις περισ­σό­τε­ρες φορές παρου­σιά­ζει τους ηγέ­τες της γαλ­λι­κής επα­νά­στα­σης, στα όρια της καρι­κα­τού­ρας, ως διψα­σμέ­νους αγροί­κους για εξουσία.

Ο Σκοτ, πάντως, ανα­δει­κνύ­ει την στρα­τιω­τι­κή ιδιο­φυ­ΐα του Ναπο­λέ­ο­ντα, αλλά και τα βαθιά συμπλέγ­μα­τα του χαρα­κτή­ρα του, που προ­έρ­χο­νται – ηθε­λη­μέ­να ανι­στό­ρη­τα – από την ταπει­νή του κατα­γω­γή. Και βεβαί­ως το πόσο τον επη­ρε­ά­ζει η Ιωση­φί­να στην πορεία του μέχρι να φτά­σει στην κορυ­φή, αλλά και στην πτώ­ση του, όταν την εγκα­τα­λεί­πει, παρό­τι παρα­μέ­νει το πάθος του για πάντα — για να απο­κτή­σει διά­δο­χο από την Μαρία Λουί­ζα της Αυστρίας.

Η Ιωση­φί­να, γοη­τευ­τι­κή, σαγη­νευ­τι­κή και οξυ­δερ­κής, βασα­νι­σμέ­νη στα νιά­τα της, παρα­μέ­νει μία ανε­ξε­ρεύ­νη­τη προ­σω­πι­κό­τη­τα, μια καλ­λο­νή που επη­ρε­ά­ζει τις απο­φά­σεις του Ναπο­λέ­ο­ντα και περισ­σό­τε­ρο το πεπρω­μέ­νο του. Όλα τα άλλα πρό­σω­πα της ιστο­ρί­ας απλώς περ­νούν από το πανί ως θολές φιγού­ρες, ξεχω­ρί­ζο­ντας τον Ουέ­λινγ­κτον, προ­φα­νώς θέλο­ντας να τιμή­σει ο Σκοτ τον Άγγλο συμπα­τριώ­τη του…

Στα υπέρ της ται­νί­ας ορι­σμέ­να χιου­μο­ρι­στι­κά δια­λείμ­μα­τα, η πολυα­να­με­νό­με­νη κινη­μα­το­γρά­φη­ση της μάχης του Άου­στερ­λιτς και ειδι­κά με τα υπέ­ρο­χα πλά­να της βύθι­σης στρα­τιω­τών και αλό­γων στον ποτα­μό Λίτο­βα, τον οποίο βομ­βάρ­δι­σε ο Γάλος στρα­τη­λά­της για να σπά­σει η παγω­μέ­νη επι­φά­νεια του και να κατα­πιεί τους αντι­πά­λους του, καθώς και η κατά­λη­ψη της Μόσχας και το κάψι­μο της πόλης από τους ίδιους τους Ρώσους. Αντι­θέ­τως, αχρεί­α­στες ήταν οι σκη­νές μάχης του Βατερ­λό – αρκού­σε η σκη­νή της βρο­χής – κατά την οποία οι ευκο­λί­ες των ψηφια­κών μέσων βγά­ζουν μάτι.

Επί­σης, θα ξενί­σει πολ­λούς η επι­λο­γή του Σκοτ και του διευ­θυ­ντή φωτο­γρα­φί­ας Ντά­ριους Βόλ­σκι να χρη­σι­μο­ποιούν μονί­μως γαλά­ζια ή απα­λά κίτρι­να φίλ­τρα, την εξα­φά­νι­ση του ήλιου, των κοντράστ και το άνοιγ­μα της χρω­μα­τι­κής παλέ­τας, κάτι που μοιά­ζει με εμμο­νή, αλλά του­λά­χι­στον θα διευ­κο­λύ­νει τους πάσχο­ντες με φωτοφοβία.

Ωστό­σο, οι θαυ­μα­στές του Χοα­κίν Φίνιξ, δεν θα απο­γοη­τευ­τούν, καθώς ο σημα­ντι­κός ηθο­ποιός θα αγνο­ή­σει τα στε­ρε­ό­τυ­πα για τον Ναπο­λέ­ο­ντα. Θα φτιά­ξει λίγο πολύ ένα δικό του ήρωα, θα σπά­σει τη μονο­το­νία ενός μεγα­λο­μα­νούς και ουκ ολί­γες φορές θα υπο­νο­μεύ­σει το μεγα­λείο του, θα ανα­δεί­ξει την εύθραυ­στη ψυχο­σύν­θε­σή του και την ευα­λω­τό­τη­τα του χαρα­κτή­ρα του, χωρίς να υπο­βαθ­μί­ζει τις στρα­τη­γι­κές του ικα­νό­τη­τες. Εξαι­ρε­τι­κή και η Βανέ­σα Κέρ­μπι ως Ιωση­φί­να, αλλά δυστυ­χώς τη βλέ­που­με πάντα μέσα από τα μάτια του πρω­τα­γω­νι­στή, περιο­ρι­σμέ­νη να ασφυ­κτιά στον κορ­σέ που της έχει επι­βά­λει ο Σκοτ.

Με δυο κου­βέ­ντες, μία επι­κή περι­πέ­τεια δυό­μι­ση ωρών, που βλέ­πε­ται ευχά­ρι­στα και που απλώς προ­στί­θε­ται στις πολ­λές ται­νί­ες με θέμα τον Ναπο­λέ­ο­ντα, απ’ τις οποί­ες ξεχω­ρί­ζει εμφα­νώς το ομό­τι­τλο αρι­στούρ­γη­μα του Αμπέλ Γκανς, που γύρι­σε πριν από περί­που έναν αιώνα.

Με λίγα λόγια… Η περι­πε­τειώ­δης δια­δρο­μή του Κορ­σι­κα­νού ορα­μα­τι­στή στρα­τη­λά­τη ως τον αυτο­κρα­το­ρι­κό θρό­νο, που παρά τους ιδιο­φυ­είς και περί­τε­χνους πολι­τι­κούς του ελιγ­μούς θα πλη­ρώ­σει ακρι­βό τίμη­μα, ενώ θα τον σημα­δέ­ψει και ο εκρη­κτι­κός όσο και τρα­γι­κός έρω­τάς του για την Ιωση­φί­να ντε Μποαρνέ.

Με τα Μάτια της Ντάλ­βα (“Dalva”) _καμιά σχέ­ση με την ομώ­νυ­μη του 1996  Δρα­μα­τι­κή ται­νία, βελ­γι­κής και γαλ­λι­κής παρα­γω­γής του 2023, σε σκη­νο­θε­σία Εμα­νου­έλ Νικό, με τους Αλέ­ξις Μανέ­ντι, Ζέλ­ντα Σαμ­σόν, Φαντά Γκι­ρα­σί κα.

Συμπα­θη­τι­κό και αρκε­τά ενδια­φέ­ρον δρά­μα ενη­λι­κί­ω­σης, από την πρω­το­εμ­φα­νι­ζό­με­νη με μεγά­λου μήκους ται­νία, Εμα­νου­έλ Νικό, που έκα­νε πρε­μιέ­ρα στις Κάν­νες και κέρ­δι­σε το Βρα­βείο FIPRESCI, για το τμή­μα 15νθήμερο Σκηνοθετών.

Με διεισ­δυ­τι­κή ματιά και σαφή άπο­ψη για το πρό­βλη­μα της παι­δι­κής κακο­ποί­η­σης, όχι όμως από την πλευ­ρά των ενη­λί­κων ή τη μονο­διά­στα­τη οπτι­κή της προ­βο­λής ενός τέρα­τος που βρί­σκει τον χώρο να ικα­νο­ποι­ή­σει τις ανώ­μα­λες ορέ­ξεις του, η Νικό θα διη­γη­θεί ικα­νο­ποι­η­τι­κά την ιστο­ρία της.

Την περι­πέ­τεια ενός 12χρονου κορι­τσιού, που έχει «μάθει» να συμπε­ρι­φέ­ρε­ται σαν ολο­κλη­ρω­μέ­νη γυναί­κα, να βγά­ζει μία απί­στευ­τη σεξουα­λι­κό­τη­τα. Μόνο που αυτός ο παρά­ται­ρος ερω­τι­σμός δεν ήρθε ως θαύ­μα ή ως κατά­ρα, αλλά είναι απο­τέ­λε­σμα της χει­ρι­στι­κής τακτι­κής ενός πατέ­ρα, για τον οποίο το παι­δί-θύμα τρέ­φει αισθή­μα­τα, νομί­ζει ότι η συμπε­ρι­φο­ρά του είναι φυσιο­λο­γι­κή και πηγά­ζει από αγά­πη. Τόσο που δεν μπο­ρεί να κατα­λά­βει τους λόγους που βρί­σκε­ται στο δικα­στή­ριο και πιστεύ­ει ότι όλα οφεί­λο­νται σε ένα λάθος. Κάτι που θα αντι­λη­φθεί ένας κοι­νω­νι­κός λει­τουρ­γός και θα ανα­λά­βει τη φρο­ντί­δα της, αλλά και να την βοη­θή­σει να κατα­νο­ή­σει ότι είναι ακό­μη παιδί.

Η Νικό, αφού άκου­σε, έψα­ξε και μελέ­τη­σε αρκε­τές περι­πτώ­σεις κακο­ποί­η­σης παι­διών και ήρθε κατά­φα­τσα με την ιδιά­ζου­σα περί­πτω­ση ενός κορι­τσιού – γυναί­κας, που διέ­θε­τε πρω­το­φα­νή ερω­τι­σμό, θα προ­χω­ρή­σει τολ­μη­ρά και αρκε­τά αντι­συμ­βα­τι­κά το κινη­μα­το­γρα­φι­κό της εγχείρημα.

Αιχ­μη­ρή προ­σέγ­γι­ση, ενός προ­βλή­μα­τος, που πλέ­ον δεί­χνει να έχει λάβει δια­στά­σεις πολύ μεγα­λύ­τε­ρες από το παρελ­θόν, αλλά προ­βάλ­λε­ται μονο­διά­στα­τα – κυρί­ως από τα ΜΜΕ – με καταγ­γελ­τι­κά κλι­σέ και επι­δερ­μι­κές προ­σεγ­γί­σεις, που οδη­γούν σε περαι­τέ­ρω κατα­κερ­μα­τι­σμό των κοι­νω­νιών. Φοβά­ται ο παπ­πούς να αγκα­λιά­σει το εγγό­νι, ο μπάρ­μπας το ανί­ψι, η κου­μπά­ρα το βαφτι­στή­ρι… Η δια­στρο­φή πλέ­ον περι­φέ­ρε­ται ελεύ­θε­ρα και μέσω μίας ρητο­ρι­κής καταγ­γε­λί­ας εισβά­λει ακό­μη και σε χώρους ή σώμα­τα που θα έπρε­πε να παί­ζουν «τα μήλα».

Η ται­νία, μπο­ρεί να έχει ορι­σμέ­νες αδυ­να­μί­ες και κυρί­ως με την τάση ενός υφέρ­πο­ντα διδα­κτι­σμού, αλλά τελι­κώς βρί­σκει στό­χο, δια­τη­ρώ­ντας την ευαι­σθη­σία και την απα­ραί­τη­τη ευγέ­νεια, οδη­γώ­ντας στην επού­λω­ση των παι­δι­κών τραυ­μά­των και δίνει ένα πρώ­το εισι­τή­ριο, για την επό­με­νη δου­λειά της σκη­νο­θέ­τι­δας, η οποία άφη­σε αρκε­τές υπο­σχέ­σεις για το μέλλον.

Θεα­μα­τι­κή η μικρή Ζέλ­ντα Σαμ­σόν, σε έναν απαι­τη­τι­κό ρόλο, καλοί και κάποιοι άλλοι πιτσι­ρι­κά­δες, που κερ­δί­ζουν τις εντυ­πώ­σεις απ’ τους επαγ­γελ­μα­τί­ες του καστ.

Με λίγα λόγια … Όταν η αστυ­νο­μία εισβάλ­λει από­το­μα στο σπί­τι της Ντάλ­βα για να τη μετα­φέ­ρει σε μια μονά­δα ανά­δο­χης φρο­ντί­δας, εκεί­νη αρχί­ζει σιγά σιγά να συνει­δη­το­ποιεί πως αντι­λαμ­βα­νό­ταν δια­φο­ρε­τι­κά την αγά­πη τους με τον πατέ­ρα της. Με τη βοή­θεια της νέας της συγκα­τοί­κου και μιας κοι­νω­νι­κή λει­τουρ­γού, η Ντάλ­βα θα μάθει πώς να είναι και πάλι παιδί.

Ο Δρό­μος της Εξι­λέ­ω­σης (“Desperation Road”) Περι­πέ­τεια, αμε­ρι­κά­νι­κης παρα­γω­γής του 2023, σε σκη­νο­θε­σία Ναντίν Κρό­κερ, με τους Γκά­ρετ Χέντλουντ, Γουί­λα Φιτζέ­ραλντ, Ράιαν Χαρστ, Μελ Γκί­μπ­σον, Γού­ντι Μακλέιν κα.

Από τις περι­πέ­τειες, που κανο­νι­κά θα έπρε­πε να πάει κατευ­θεί­αν προς τη μικρή οθό­νη, αλλά πήρε τον δρό­μο της κινη­μα­το­γρα­φι­κής αίθου­σας, μόνο και μόνο διό­τι στο καστ υπάρ­χει το όνο­μα – μαγνή­της του Μελ Γκίμπσον.

Και μπο­ρεί ο «μονα­χι­κός λύκος» του αμε­ρι­κά­νι­κου σινε­μά, να εμφα­νί­ζε­ται σε τέσ­σε­ρις πέντε σκη­νές, αλλά η αλή­θεια είναι ότι οι θαυ­μα­στές του θα πάρουν τη δόση τους μέχρι να κάνει το επό­με­νο σοβα­ρό βήμα του ως σκη­νο­θέ­της ή πρωταγωνιστής.

Τώρα, όσον αφο­ρά την πρώ­τη μεγά­λου μήκους ται­νία της ηθο­ποιού Ναντίν Κρό­κερ, λίγα πράγ­μα­τα μπο­ρούν να ειπω­θούν, αφού είναι φανε­ρό ότι πρό­κει­ται για ένα πρω­τό­λειο, που, όπως έγι­νε γνω­στό, γυρί­στη­κε σε μόλις 16 μέρες και αυτό είναι εμφανές.

Μια σοβα­ρο­φα­νής περι­πέ­τεια, καθώς η Κρό­κερ τη συν­δυά­ζει άνι­σα με τα προ­σω­πι­κά δρά­μα­τα των ηρώ­ων της, θέλο­ντας να ρίξει και μια φευ­γα­λέα κοι­νω­νι­κή ματιά σε θέμα­τα, με δια­λυ­μέ­νες οικο­γέ­νειες, αστυ­νο­μι­κή αυθαι­ρε­σία, παι­διά χωρίς πατέ­ρα ή με κακο­ποι­η­τι­κό πατέ­ρα κλπ, ενώ χτυ­πά άσχη­μα η σύμ­πτω­ση που ενώ­νει τις ιστο­ρί­ες των δυο ηρώ­ων της. Την ιστο­ρία ενός νεα­ρού που βγαί­νει έπει­τα από επτά χρό­νια στη φυλα­κή, για ένα φόνο εξ αμε­λεί­ας, αλλά τα αδέλ­φια του νεα­ρού θύμα­τος ζητούν εκδί­κη­ση και μιας νεα­ρής μητέ­ρας, που θα τη βιά­σει ένας αστυ­νο­μι­κός, εκεί­νη θα τον σκο­τώ­σει και θα βρει τη συμπα­ρά­στα­ση από τον μόλις απο­φυ­λα­κι­σμέ­νο, έπει­τα από ένα περί­ερ­γο παι­χνί­δι της τύχης.

Οι σκη­νές δρά­σης είναι περιο­ρι­σμέ­νες, απο­σπα­σμα­τι­κές, χωρίς έντα­ση και άτσα­λα ενταγ­μέ­νες στο δρά­μα, το οποίο έχει ένα ενδια­φέ­ρον, αλλά πολ­λές φορές πλα­τειά­ζει, καθώς το σενά­ριο είναι αρκού­ντως ρηχό και προχειρογραμμένο.

Έτσι, το μόνο που μένει είναι οι, ευτυ­χώς μόνο αρχι­κές, πόζες του σκλη­ρού Γκά­ρετ Χέντλουντ, ορι­σμέ­νοι δεύ­τε­ροι ρόλοι και φυσι­κά ο Μελ, που δίνει μια στά­λα από την τρέ­λα του Γκίμπσον.

Με λίγα λόγια … Μετά από την επτα­ε­τή του φυλά­κι­ση για φόνο, ο Ράσελ πιστεύ­ει ότι έχει εξο­φλή­σει το χρέ­ος του απέ­να­ντι στην κοι­νω­νία, αλλά τα αδέλ­φια του νεα­ρού άντρα που δολο­φο­νή­θη­κε δεν έχουν την ίδια άπο­ψη. Περι­μέ­νουν τη στιγ­μή που θα απο­φυ­λα­κι­στεί, διψα­σμέ­νοι για αίμα και εκδί­κη­ση. Εκεί κοντά, η Μέι­μπεν και η μικρή της κόρη ζουν το δικό τους εφιάλ­τη, καθώς θα βρε­θούν μπλεγ­μέ­νες με τη δολο­φο­νία ενός σερί­φη. Όταν ο Ράσελ κατα­φθά­νει στο σημείο, τα μάτια του νόμου δεν μπο­ρούν παρά να στρα­φούν σε εκείνον…

Κόκ­κι­νος Ουρα­νός (“Afire”) Αισθη­μα­τι­κό δρά­μα, γερ­μα­νι­κής παρα­γω­γής του 2023, σε σκη­νο­θε­σία Κρί­στιαν Πέτζολντ, με τους Τόμας Σού­μπερτ, Πόλα Μπέ­ερ, Λάν­γκ­στον Ουί­μπελ, Ματί­ας Μπραντ κα.

Από την προη­γού­με­νη ται­νία του, «Η Νύφη του Νερού», είναι φανε­ρό ότι ο έμπει­ρος Γερ­μα­νός σκη­νο­θέ­της Κρί­στιαν Πέτζολντ, δεί­χνει να μην έχει κάνει κάποιο σημα­ντι­κό βήμα, παρα­μέ­νο­ντας ανα­πο­φά­σι­στος για το πώς θα χει­ρι­στεί το θέμα του, χάνο­ντας ουσια­στι­κά το πρώ­το μέρος. Μία μακρά εισα­γω­γή, αμή­χα­νη και πλα­δα­ρή, που θα μπο­ρού­σε να περιο­ρι­στεί στο ήμι­συ της διάρ­κειας μέχρι να μπει στο ψητό και να τρα­βή­ξει το ενδια­φέ­ρον μας.

Ο και σενα­ριο­γρά­φος της ται­νί­ας Πέτζολντ, έχει ιδέ­ες που δεί­χνουν αρκού­ντως ενδια­φέ­ρου­σες στο χαρ­τί, αλλά δεν κατα­φέρ­νει να τις περά­σει καθα­ρά στην οθό­νη, ενώ η αφή­γη­σή του μοιά­ζει πρό­ω­ρα γερο­ντι­κή, καθώς φλυα­ρεί μέχρι να βάλει πάθος, ψυχή και ουσία σε αυτή την αισθη­μα­τι­κή δρα­με­ντί χαρακτήρων.

Σε ένα μικρό απο­μο­νω­μέ­νο εξο­χι­κό σπί­τι στη Βαλ­τι­κή, τέσ­σε­ρις νέοι συνα­ντιού­νται ενώ σε κοντι­νό δάσος μαί­νε­ται μία μεγά­λη πυρ­κα­γιά. Οι δια­φο­ρε­τι­κοί χαρα­κτή­ρες τους και τα συναι­σθή­μα­τά τους θα προ­κα­λέ­σουν μία υπο­βό­σκου­σα έντα­ση, καθώς ένας απ’ αυτούς, ένας νεό­κο­πος συγ­γρα­φέ­ας, βγά­ζει όλα του τα ελατ­τώ­μα­τα εξαι­τί­ας της ανα­σφά­λειάς του, αλλά και του κρυμ­μέ­νου πόθου του για μία κοπέ­λα που γνω­ρί­ζει εκεί.

Η ανα­σφά­λεια του νεα­ρού συγ­γρα­φέα θα μετα­τρα­πεί σε υπαρ­ξια­κό πρό­βλη­μα, η αβε­βαιό­τη­τα για το ταλέ­ντο του, που εντεί­νε­ται από την απόρ­ρι­ψη τού υπό έκδο­ση βιβλί­ου του από την κοπέ­λα που έχει ερω­τευ­θεί, θα τον κάνει εκνευ­ρι­στι­κά επι­θε­τι­κό, έναν τύπο απ’ αυτούς που δεν θες στην παρέα σου. Ένας χαρα­κτή­ρας αντι­πα­θη­τι­κός, που συμπα­ρα­σύ­ρει και όλο το πρώ­το μέρος της ται­νί­ας, μέχρι να αρχί­σει να θερ­μαί­νε­ται η ιστο­ρία, από την πυρ­κα­γιά που πλη­σιά­ζει επι­κίν­δυ­να στον τόπο του δρά­μα­τος. Και με την εμφά­νι­ση ακό­μη δυο χαρα­κτή­ρων που θα ενώ­σουν το άτυ­χο πρώ­το μέρος με το δημιουρ­γι­κό δεύ­τε­ρο κομ­μά­τι, βάζο­ντας στις ράγες την αφή­γη­ση τού Πέτζολντ, ο οποί­ος ανα­δει­κνύ­ει τις αιτί­ες και το βάθος των ιδε­ών του, φωτί­ζει τα ειλι­κρι­νά συναι­σθή­μα­τά του, κατα­φέρ­νει να μετα­δώ­σει τη συγκί­νη­ση, που επι­ζη­τά πάση θυσία.

Οι ερμη­νεί­ες έχουν κάτι το αυθε­ντι­κό, αλλά είναι αρκε­τά άγου­ρες, για να μας κερ­δί­σουν και να μετα­δώ­σουν το πάθος των χαρα­κτή­ρων τους.

Με λίγα λόγια … Ένα μικρό εξο­χι­κό σπί­τι στη Βαλ­τι­κή Θάλασ­σα. Οι μέρες είναι ζεστές και δεν έχει βρέ­ξει εδώ και εβδο­μά­δες. Τέσ­σε­ρις νέοι συνα­ντιού­νται, παλιοί και νέοι φίλοι. Το δάσος που τους περι­βάλ­λει παίρ­νει φωτιά, όπως τα συναι­σθή­μα­τα τους.

Πρά­σι­να Σύνο­ρα  (“Green Border”) Δρα­μα­τι­κή ται­νία, πολω­νι­κής και διε­θνούς συμπα­ρα­γω­γής του 2023, σε σκη­νο­θε­σία Ανιέ­σκα Χόλαντ, με τους Τόμας Βλό­σοκ, Τζα­λάλ αλ Τάουιλ, Μάγια Οστα­σέφ­σκα, Μοχά­μαντ αλ Ράσι, Τζα­σμί­να Πόλακ κα.

Ακό­μη ένα δρά­μα για το προ­σφυ­γι­κό ζήτη­μα, που έχει δημιουρ­γή­σει μεγά­λο θόρυ­βο, αφού η πολω­νι­κή κυβέρ­νη­ση το σύγκρι­νε με τη ναζι­στι­κή προ­πα­γάν­δα, πλή­θη δημιούρ­γη­σαν συγκε­ντρώ­σεις δια­μαρ­τυ­ρί­ας και μια αντι­πα­ρά­θε­ση που δεν αφο­ρά μόνο την Πολω­νία. Το τελευ­ταίο φιλμ της Ανιέ­σκα Χόλαντ, γυρι­σμέ­νο σε ασπρό­μαυ­ρο, παρα­πέ­μπο­ντας σε ντο­κι­μα­ντέρ από τον Β’ Παγκό­σμιο Πόλε­μο και δομη­μέ­νο σε κεφά­λαια, που παρα­κο­λου­θεί μια οικο­γέ­νεια Σύριων προ­σφύ­γων, ένα συνο­ριο­φύ­λα­κα και μια ομά­δα ακτι­βι­στών, που βοη­θούν τους πρό­σφυ­γες στα δασώ­δη σύνο­ρα Πολω­νί­ας – Λευ­κο­ρω­σί­ας, μιλά για ένα υπαρ­κτό πρό­βλη­μα, που το βάθος του φτά­νει στα θεμέ­λια της ανθρω­πιάς. Ένα ζήτη­μα που τρί­ζει ολό­κλη­ρη την Ευρώ­πη, καθώς οι πολι­τι­κές επι­διώ­ξεις, η απο­τρό­παια εκμε­τάλ­λευ­ση ανθρώ­πων, τα τερά­στια συμ­φέ­ρο­ντα, οι γεω­πο­λι­τι­κές στρα­τη­γι­κές, τα στε­ρε­ό­τυ­πα και στο βάθος η απαν­θρω­πιά έχουν μπερ­δευ­τεί σε ένα κου­βά­ρι άλυ­το και τοξικό.

Η Χόλαντ, θα ανα­δεί­ξει ένα μέρος της αλή­θειας, αλλά θα αφή­σει ανέ­πα­φα τα νήμα­τα που συν­θέ­τουν το κου­βά­ρι ευθυ­νών και σύν­θε­σης του προ­βλή­μα­τος και θα επι­βά­λει ορι­σμέ­νες φορές τη συγκι­νη­τι­κή φόρ­τι­ση του θεα­τή. Περισ­σό­τε­ρο, όμως, η ται­νία έχει μια χει­ρι­στι­κή της διά­θε­ση, βγαλ­μέ­νη από το εγχει­ρί­διο του «σωστού Ευρω­παί­ου πολίτη».

Εντά­ξει, ποιος μπο­ρεί να μεί­νει ασυ­γκί­νη­τος στα περι­βό­η­τα pushbacks, στην εργα­λειο­ποί­η­ση των προ­σφύ­γων, στην περι­φρό­νη­ση της ζωής ή στα απάν­θρω­πα μέτρα ασφα­λεί­ας των συνό­ρων, αλλά απ’ την άλλη το προ­σφυ­γι­κό είναι πολ­λά ακό­μη δυσά­ρε­στα πράγ­μα­τα μέχρι τα ευρω­παϊ­κά σύνο­ρα. Έχει παρελ­θόν, σοβα­ρές αιτί­ες (πολέ­μους, εμφυ­λί­ους, δια­μά­χες, πεί­να κλπ) και αφορ­μές και έχει και συνέ­χεια, που μάλ­λον δεν έχει σχέ­ση με τον ανθρω­πι­σμό, αλλά με αριθ­μούς, μικρο­οι­κο­νο­μι­κές ή μακρο­οι­κο­νο­μι­κές αναλύσεις.

Αλλά όλα αυτά ίσως να μην χρη­μα­το­δο­τού­σαν την ται­νία της Χόλαντ, που κλεί­νει την ται­νία της με ακό­μη μία οξύ­τα­τη παρα­φω­νία, που έχει σχέ­ση με τους πρό­σφυ­γες από την Ουκρα­νία και τη δια­φο­ρε­τι­κή αντι­με­τώ­πι­σή τους, βάζο­ντας στο ζύγι την ανθρώ­πι­νη ζωή.

Με λίγα λόγια … Στα βαλ­τώ­δη δάση που σχη­μα­τί­ζουν το λεγό­με­νο «πρά­σι­νο σύνο­ρο» μετα­ξύ Λευ­κο­ρω­σί­ας και Πολω­νί­ας, πρό­σφυ­γες που ανα­ζη­τούν μια καλύ­τε­ρη ζωή στην Ευρώ­πη βρί­σκο­νται παγι­δευ­μέ­νοι στη γεω­πο­λι­τι­κή κρί­ση που έχει κατα­σκευά­σει η προ­πα­γάν­δα του λευ­κο­ρώ­σου δικτά­το­ρα Αλε­ξά­ντερ Λου­κα­σέν­κο. Εκεί, σαν πιό­νια σε έναν αόρα­το πόλε­μο, θα συγκρου­στούν οι ζωές μιας οικο­γέ­νειας σύριων προ­σφύ­γων, μιας βρε­τα­νί­δας ακτι­βί­στριας και ενός νεα­ρού συνοριοφύλακα.

Προ­βάλ­λο­νται ακό­μη οι ταινίες:


  • Ευχή (“Wish”) Συμπλη­ρώ­νο­ντας 100 χρό­νια ζωής, η Disney το γιορ­τά­ζει και μαζί της το παι­δι­κό κοι­νό, με την τελευ­ταία ται­νία κινου­μέ­νων σχε­δί­ων, σε σκη­νο­θε­σία του έμπει­ρου Κρις Μπακ («Ψυχρά και Ανά­πο­δα») και της Φον Βερασν­θόρν, αλλά και όλων των όπλων που δια­θέ­τει το στού­ντιο. Ένα ψηφια­κό animation, που παρα­πέ­μπει, ωστό­σο, σε σχέ­δια στο χέρι, θέλο­ντας οι ιθύ­νο­ντες της Disney να τιμή­σουν την ιστο­ρία της, να δώσουν μια δόση νοσταλ­γί­ας και να γοη­τέ­ψουν για μια ακό­μη φορά το παι­δι­κό αλλά και ενή­λι­κο κοι­νό. Το στό­ρι, αφο­ρά μία 17χρονη πανέ­ξυ­πνη ιδε­α­λί­στρια, την Άσα, που βρί­σκει μια κοσμι­κή μπά­λα η οποία δια­θέ­τει απε­ριό­ρι­στη ενέρ­γεια. Έτσι, μία ευχή της Άσα θα προ­κα­λέ­σει την αντί­δρα­ση του βασι­λιά Μαγκνί­φι­κο, ενός ναρ­κισ­σι­στή κακό­ψυ­χου που δια­θέ­τει μαγι­κές ικα­νό­τη­τες και απει­λεί όσους δεν υπα­κούν τις εντο­λές του. Φρο­ντι­σμέ­νη παρα­γω­γή, πια­σά­ρι­κα τρα­γου­δά­κια, μηνύ­μα­τα για το γυναι­κείο θάρ­ρος και την ενσυ­ναί­σθη­ση, ωραία απα­λά χρώ­μα­τα, αλλά όχι και τόσο κοντά στη μαγεία, που μας είχε συνη­θί­σει η Disney, οι παρα­γω­γοί της οποί­ας προ­τι­μούν την ανα­κύ­κλω­ση των πετυ­χη­μέ­νων συντα­γών και την αυτο­α­να­φο­ρι­κό­τη­τα από ένα τολ­μη­ρό παρα­μύ­θι που θα εξά­ψει τη φαντα­σία των μικρών μας φίλων. Η ται­νία προ­βάλ­λε­ται μετα­γλωτ­τι­σμέ­νη στα ελληνικά.
  • Ο Πυρε­τός του Πετρόφ (“Petrov’s Flu”) Ρώσι­κο αλλη­γο­ρι­κό δρά­μα, από το μακρι­νό 2021, μετά απ’ όσα έχουν συμ­βεί, του Κιρίλ Σερε­μπρέ­νι­κοφ, ενός ατί­θα­σου δημιουρ­γού, που εξα­πο­λύ­ει δρι­μεία κρι­τι­κή στο καθε­στώς Πού­τιν. Ο Σερε­μπρέ­νι­κοφ («Ο Πιστός», «Η Γυναί­κα του Τσαϊ­κόφ­σκι») φτιά­χνει ένα εμπύ­ρε­το οδοι­πο­ρι­κό στη μετα­σο­βιε­τι­κή Ρωσία, τοπο­θε­τώ­ντας τον ήρωά του, έναν σχε­δια­στή κόμικ, σε μια περί­ο­δο επι­δη­μί­ας γρί­πης, να μπαί­νει στο στό­χα­στρο των αρχών και η γυναί­κα του να απο­κτά χαρα­κτη­ρι­στι­κά μανια­κής σού­περ ηρω­ί­δας. Μια ιστο­ρία, που κινεί­ται μετα­ξύ φαντα­σί­ας και πραγ­μα­τι­κό­τη­τας, έχει το ενδια­φέ­ρον της, αλλά ελα­φρώς χαο­τι­κή και ορι­σμέ­νες φορές δεί­χνει αμή­χα­νη. Παί­ζουν οι Σεμιόν Σερ­ζίν, Τσουλ­πάν Χαμά­το­βα, Γιού­ρι Κολο­κόλ­νι­κοφ, Ιβάν Ντορν κα.

Πηγή κει­μέ­νων
23/11/2023 08:00 _ΑΠΕ-ΜΠΕ­_Α­θή­να, 2775_
Αριθ­μός Είδη­σης: 27968792 \ / Χάρης Αναγνωστάκης
Φωτο+video_ Ατέχνως_atexnos.gr

23/11__29 /11/23 _STUDIO new star art cinema
Σπάρ­της & Σταυ­ρο­πού­λου 33 Πλα­τεία Αμερικής
Τηλ 210–8640054 –6932479731
Η αίθου­σα κλιματίζεται

  • “Ουρα­νός” του  Τάκη Κανελ­λό­που­λου _Κυριακή ως Τετάρ­τη στις 15.30 μαζί θα προ­βλη­θούν με ενιαίο εισι­τή­ριο και οι μ.μ “μακε­δο­νι­κός γάμος” & “Θάσος” _“chinatown” του  Ρομαν Πολανσκι
  • Παρα­σκευή  ως Κυρια­κή στις 23.00 “arcadia 1900 champagne d’orient” του Κώστα Σπυρόπουλου
  • Κυρια­κή ως Τετάρ­τη στις 17:30 «μπλε καφτά­νι» της Μαριαμ Τουζανι
  • Παρα­σκευή στις 17.00 “πολί­της Κέιν” του Όρσον Γουέλς
  • Δευ­τέ­ρα ως Τετάρ­τη στις 23:00 «Μήδεια» του  Δημή­τρη Αθανίτη
  • Πέμ­πτη  στις 23.00 «take a trip» του  Χρή­στου Ν. Καρακάση
  • Δεύ­τε­ρα ως Τετάρ­τη στις  15:00 ρετρο­σπε­κτι­βα  Εμίρ Κουστουρίτσα
  • Πέμ­πτη 23/11 19:00 πρε­μιέ­ρα αφιε­ρώ­μα­τος παρου­σία Εmir Κusturica _ προ­βο­λή ο και­ρός των τσιγ­γά­νων 2h22min (1988)
  • Παρα­σκευή 24/11 19:00 θυμά­σαι την Ντό­λι Μπελ (1981) _21:00 όλα τ’ αόρα­τα παι­διά (2005)
  • Σάβ­βα­το 25/11 15.:00 master_class με τον  Εμιρ Κου­στου­ρί­τσα _ 19:00 Arizona dream (1993) _ 21:30 Ελ Πέπε: μια ανώ­τε­ρη ζωή (2018) Διορ­γά­νω­ση: 36o πανό­ρα­μα ευρω­παϊ­κού κινη­μα­το­γρά­φου ΠΕΚΚ +  ΝΕW STAR
    Υπό την αιγί­δα της πρε­σβεί­ας Σερβίας
  • Κυρια­κή 26/11 _19:00 ο μπα­μπάς λεί­πει ταξί­δι για δου­λεί­ες (1985) __21:15 Μαρα­ντό­να (2008)
  • Δευ­τέ­ρα 27/11 19:00 underground (1995) __ 22:00 ιστο­ρί­ες σε σου­περ 8 (2001)
  • Τρί­τη 28/11 _19:00 άσπρος γάτος, μαύ­ρη γάτα (1998) _ 21:15 η ζωή είναι ένα θαύ­μα (2004)
  • Τετάρ­τη 29/11 _19:00 υπο­σχέ­σου μου (2007) _ 21:00 on the milky road (2016)

Εισι­τή­ριο 6€ ανά ται­νία, 10€ για τις δυο ται­νί­ες κάθε μέρας
Θα δια­τε­θούν μόνο 100 κάρ­τες διάρ­κειας στην προ­νο­μια­κή τιμή των 30€ για όλες τις προβολές

 

 

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο