Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ταινίες Πρώτης Προβολής: Τα χαιρετίσματα από τη χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου

Δύο ται­νί­ες από την Ιαπω­νία, το συντα­ρα­κτι­κό κοι­νω­νι­κό δρά­μα «Σχέ­διο 75» και το χει­ρο­ποί­η­το animation του φημι­σμέ­νου Χαγιάο Μιγια­ζά­κι «Το Αγό­ρι και ο Ερω­διός», ξεχω­ρί­ζουν εμφα­νώς, μαζί με την καυ­στι­κή σάτι­ρα του Ρου­μά­νου Ράντου Ζού­ντε «Μην Περι­μέ­νε­τε και Πολ­λά από το Τέλος του Κόσμου». Επί­σης, πρε­μιέ­ρα κάνουν η βρε­τα­νι­κή κωμι­κή περι­πέ­τεια «Άργκαϊλ» του Μάθιου Βον και το θρί­λερ «Ύπο­πτος» του Φίλιπ Μπαραντίνι.

   Σχέ­διο 75 (“Plan 75”) Κοι­νω­νι­κό δρά­μα, ιαπω­νι­κής και διε­θνούς συμπα­ρα­γω­γής του 2022, σε σκη­νο­θε­σία Τσι Χαγια­κά­ουα, με τους Τσιέ­κο Μπάι­σο, Χαγιά­το Ισο­μού­ρα, Στε­φα­νί Αριάν, Γιουού­μι Καγουάι, Τάκα Τακάο κα.

   Παγε­ρή σαν τον θάνα­το, η πρώ­τη μεγά­λου μήκους ται­νία της νεα­ρής Ιαπω­νέ­ζας σκη­νο­θέ­τριας Τσι Χαγια­κά­ουα, θα προ­κα­λέ­σει ανα­τρι­χί­λες ακό­μη και στους πιο κυνι­κούς ή όσους έχουν ενστερ­νι­στεί ιδε­ο­λο­γί­ες που δεν χωρούν αδυ­νά­τους, ανθρώ­πους που δεν μπο­ρούν να προ­σφέ­ρουν πλέ­ον στην «παρα­γω­γή», όπως οι ηλι­κιω­μέ­νοι στη συγκε­κρι­μέ­νη περίπτωση.

   Η Χαγια­κά­ουα, η οποία απ’ ό,τι φαί­νε­ται θα μας απα­σχο­λή­σει στο μέλ­λον με το ταλέ­ντο της, θα κάνει το ντε­μπού­το της με ένα υπό­κω­φο κοι­νω­νι­κό δρά­μα, μιλώ­ντας για το άμε­σο μέλ­λον — σε πολ­λούς θα μοιά­ζει με ένα σχέ­διο εν εξε­λί­ξει ‑και έναν κόσμο που θέλει να σκο­τώ­σει την όποια ανθρω­πιά και κέντρα εξου­σί­ας που θέλουν να καθα­ρί­σουν διά παντός με τα βαρί­δια των ηλι­κιω­μέ­νων, το κόστος των συντά­ξε­ων, να μοι­ρά­σουν σε νέες επι­χει­ρη­μα­τι­κές επεν­δύ­σεις — «μοχλός ανά­πτυ­ξης» — τα χρή­μα­τα που είχαν δου­λέ­ψει εκα­τομ­μύ­ρια απλοί άνθρωποι.
Το καλο­γραμ­μέ­νο και ιδιαι­τέ­ρως στο­χα­στι­κό σενά­ριο, αφο­ρά ένα πρό­γραμ­μα, που ονο­μά­ζε­ται «Σχέ­διο 75» και το οποίο παρο­τρύ­νει τους ηλι­κιω­μέ­νους άνω των 75 χρό­νων να επι­λέ­ξουν «οικειο­θε­λώς» την ευθα­να­σία, ως λύση στο πρό­βλη­μα ενός ολο­έ­να και πιο γερα­σμέ­νου πλη­θυ­σμού. Μια μονα­χι­κή ηλι­κιω­μέ­νη γυναί­κα, με περιο­ρι­σμέ­να μέσα επι­βί­ω­σης, που δεν μπο­ρεί να βρει κάποια απα­σχό­λη­ση ή να επι­κοι­νω­νή­σει με την κόρη της, θα μπει στον πει­ρα­σμό κυρί­ως για­τί η γραμ­μή εξυ­πη­ρέ­τη­σης της εται­ρί­ας «εξο­λό­θρευ­σης ηλι­κιω­μέ­νων» είναι και η μονα­δι­κή συντρο­φιά της.

   Η συντα­ρα­κτι­κή, στα όρια του εφιάλ­τη, ται­νία, που προ­βλή­θη­κε στο Ένα Κάποιο Βλέμ­μα, στο φεστι­βάλ των Καν­νών και δια­κρί­θη­κε ιδιαί­τε­ρα, δεν είναι τίπο­τα άλλο από ένα φιλμ για τον άκρα­το καπι­τα­λι­σμό και τις πολι­τι­κές που ήδη έχουν κάνει την εμφά­νι­σή τους σε πολ­λές ανα­πτυγ­μέ­νες οικο­νο­μι­κά χώρες. Χώρες που, αφού πέτυ­χαν τον κατα­κερ­μα­τι­σμό των κοι­νω­νιών, την απο­ξέ­νω­ση στις οικο­γέ­νειες, στο­χεύ­ουν τους πιο ευά­λω­τους. Το στό­ρι θα μπο­ρού­σε να χαρα­κτη­ρι­στεί και φαντα­σί­ας, αλλά εδώ είναι φανε­ρό ότι μιλά­ει για το αύριο, αν όχι και για το σήμε­ρα. Για διε­στραμ­μέ­να σχέ­δια, όπου η εμπο­ρι­κό­τη­τα μπαί­νει σε όλες τις πτυ­χές της ζωής, ακό­μη και τον θάνατο.

   Μία σίγου­ρη «δου­λί­τσα» για την επι­χει­ρη­μα­τι­κό­τη­τα, ειδι­κά αν τα κρά­τη και οι κυβερ­νή­σεις παίρ­νουν το από­θε­μα από την εργα­σία των φτω­χών ανθρώ­πων και το μοι­ρά­ζουν σε εται­ρεί­ες. Και ταυ­τό­χρο­να, τα κρά­τη κερ­δί­ζουν τα χρή­μα­τα από τις πενι­χρές συντά­ξεις, την ιατρι­κή περί­θαλ­ψη, τις δομές για ηλι­κιω­μέ­νους κλπ.
Με μία πρω­το­φα­νή ωρι­μό­τη­τα, η Χαγια­κά­ουα, χωρίς να υψώ­σει τη φωνή, κρα­τώ­ντας ψυχρούς τόνους, θα απο­φύ­γει τις εύκο­λες συγκι­νη­σια­κές εξάρ­σεις και θα αφή­σει να μιλή­σει η ιστο­ρία της, οι συγκλο­νι­στι­κές εικό­νες (η σού­πα όχι ως τρο­φή αλλά για να θερ­μά­νει τα παγω­μέ­να χέρια, η γηραιά ηρω­ί­δα ως κινού­με­νο φωτει­νό κολο­νά­κι σε κεντρι­κό δρό­μο, το ψάξι­μο των υπαρ­χό­ντων που αφή­νουν οι εκλι­πό­ντες, θυμί­ζο­ντας τα κρε­μα­τό­ρια των ναζι­στών…) απ’ τις οποί­ες απου­σιά­ζουν τα γενι­κά πλά­να, ενώ πολ­λές φορές οι σκη­νές έχουν τους ηθο­ποιούς πλά­τη ή ως μακρι­νές φιγού­ρες, προσ­δί­δο­ντας μία συστο­λή για τα όσα περι­γρά­φει η ται­νία. Άλλω­στε, η μονα­δι­κή διέ­ξο­δος που δίνει η σκη­νο­θέ­τις στη γενι­κή αδια­φο­ρία για το απάν­θρω­πο σχέ­διο είναι το ηθι­κό δίλημ­μα που πρέ­πει να αντι­με­τω­πί­σουν οι απλοί «πωλη­τές» του προ­γράμ­μα­τος. Αυτοί του­λά­χι­στον που συνει­δη­το­ποιούν το έγκλη­μα στο οποίο συμ­με­τέ­χουν για έναν μισθό.

   Και βεβαί­ως δια­θέ­τει και ένα φινά­λε που απα­ντά με δια­κρι­τι­κό­τη­τα αλλά σαφώς στα παρά­λο­γα σχέ­δια, που γλυ­κο­μί­λη­τα θέλουν να πλα­σά­ρουν την ευθα­να­σία, ως προ­σφο­ρά στους ηλι­κιω­μέ­νους, βάζο­ντας μπρο­στά ψευ­το­δι­λήμ­μα­τα, ενώ το επό­με­νο βήμα είναι το «Σχέ­διο 75» και όπως προ­βλέ­πει και η ται­νία, για­τί όχι και το «Σχέ­διο 65».
Τερά­στια, όμως, είναι και η συμ­βο­λή της 80χρονης κατα­ξιω­μέ­νης πρω­τα­γω­νί­στριας, Τσιέ­κο Μπάι­σο, η οποία με μία απί­στευ­τη απλό­τη­τα και φυσι­κό­τη­τα, θα φωτί­σει την ανθρω­πιά που φτά­νει στη δύση της. Μια εκπλη­κτι­κή ερμη­νεία, που μας φέρ­νει στο μυα­λό τον Κάρ­λο Μπα­τί­στι, στο αρι­στούρ­γη­μα του Βιτό­ριο ντε Σίκα «Umberto D».

   Με λίγα λόγια… Στην Ιαπω­νία, το κυβερ­νη­τι­κό πρό­γραμ­μα «Σχέ­διο 75» παρο­τρύ­νει τους ηλι­κιω­μέ­νους πολί­τες να επι­λέ­ξουν οικειο­θε­λώς την ευθα­να­σία, ως λύση στο πρό­βλη­μα μιας ολο­έ­να και πιο γερα­σμέ­νης κοι­νω­νί­ας. Μια ηλι­κιω­μέ­νη γυναί­κα με περιο­ρι­σμέ­να μέσα επι­βί­ω­σης, ένας πραγ­μα­τι­στής «πωλη­τής» του Πλά­νου 75 και ένας νεα­ρός εργά­της από τις Φιλιπ­πί­νες αντι­με­τω­πί­ζουν διλήμ­μα­τα ζωής και θανάτου.

Το Αγό­ρι και ο Ερω­διός (“The Boy and the Heron”) Περι­πέ­τεια φαντα­σί­ας κινου­μέ­νων σχε­δί­ων, ιαπω­νι­κής παρα­γω­γής του 2023, σε σκη­νο­θε­σία Χαγιάο Μιγιαζάκι.

   Ένας από τους σημα­ντι­κό­τε­ρους δημιουρ­γούς ται­νιών κινου­μέ­νων σχε­δί­ων και ιδρυ­τής των φημι­σμέ­νων Studio Ghibli., που είχε δηλώ­σει πριν μία δεκα­ε­τία ότι απο­σύ­ρε­ται από την ενερ­γό δρά­ση, επι­στρέ­φει θριαμ­βευ­τι­κά και διεκ­δι­κεί και πάλι το Όσκαρ καλύ­τε­ρου animation. Ο ήδη βρα­βευ­μέ­νος με Όσκαρ, Χαγιάο Μιγια­ζά­κι («Ο Ψίθυ­ρος της Καρ­διάς», «Πρι­γκί­πισ­σα Μονο­νό­κε», «Το Κάστρο στον Ουρα­νό»), έχο­ντας πίσω του την εγγυ­η­μέ­νη φρο­ντί­δα των στού­ντιο που ίδρυ­σε ο ίδιος, δημιουρ­γεί μία πλα­νεύ­τρα φαντα­σί­ω­ση, για να ξανα­μι­λή­σει για τις κλα­σι­κές του θεμα­τι­κές, τον παι­δι­κό πόνο, τις περιό­δους θλί­ψης και από­γνω­σης, όπως αυτές σφυ­ρη­λα­τή­θη­καν στις πυρ­κα­γιές του Β Παγκο­σμί­ου Πολέμου.
Ο 80χρονος Μιγια­ζά­κι, που έχει επη­ρε­α­στεί από την κλα­σι­κή αγγλι­κή παι­δι­κή λογο­τε­χνία, εδώ θυμί­ζει κάποιες στιγ­μές τις περι­πέ­τειες της «Αλί­κης στη Χώρα των Θαυ­μά­των», αν και το σενά­ριο, που έγρα­ψε ο ίδιος, προ­έρ­χε­ται από ένα ιαπω­νι­κό μυθι­στό­ρη­μα του 1937.

Ένα 12χρονο αγό­ρι χάνει τη μητέ­ρα του στον Β’ Παγκό­σμιο Πόλε­μο από τους βομ­βαρ­δι­σμούς των συμ­μά­χων και κατα­φεύ­γει, με ό,τι έχει απο­μεί­νει από την οικο­γέ­νειά του, στην εξο­χή για να αρχί­σει μια νέα ζωή. Εκεί κυριαρ­χεί ένας απει­λη­τι­κός πύρ­γος. Η φύση κάνει μια ανα­πά­ντε­χη παύ­ση για να του επι­τρέ­ψει να θρη­νή­σει, μέχρι που θα εμφα­νι­στεί ένας μυστη­ριώ­δης ερω­διός, που θα φέρει το αγό­ρι ακρι­βώς στο μεταίχ­μιο που χωρί­ζει τον κόσμο των ζωντα­νών από τους νεκρούς. Το αγό­ρι θα πρέ­πει να συμ­φι­λιω­θεί με το παρελ­θόν, ξεχνώ­ντας το ή ανα­πλά­θο­ντάς το, για να μπο­ρέ­σει να επι­βιώ­σει, να γλυ­τώ­σει τη συναι­σθη­μα­τι­κή και όχι μόνο, συντριβή.

Ο Μιγια­ζά­κι, δημιουρ­γώ­ντας υπέ­ρο­χα χει­ρο­ποί­η­τα σχέ­δια, με κάθε κάδρο να απο­τε­λεί μέρος ενός μεγα­λειώ­δους έργου τέχνης, θα φτιά­ξει ένα σύμπαν, από κάθε είδους υπέ­ρο­χα πλά­σμα­τα, γνω­στά στους θαυ­μα­στές του σκη­νο­θέ­τη, παί­ζει με τον σου­ρε­α­λι­σμό και σιγά σιγά απο­κα­λύ­πτει την ισχύ της ιστο­ρί­ας του, των θεμα­τι­κών του. Για έναν κόσμο που άλλα­ξε προς το χει­ρό­τε­ρο, αλλά πάντα υπάρ­χει μια ακτί­να φωτός και ελπί­δας, από τους νέους και τη φύση, αν στα­μα­τή­σει η χωρίς ώρια εκμε­τάλ­λευ­σή της. Μια ημιαυ­το­βιο­γρα­φι­κή ται­νία για τη ζωή, τον θάνα­το και τη δημιουρ­γία, αλλά και μια ωδή για τη φιλία, που μόνο η έμπνευ­ση και η σοφία του Μιγια­ζά­κι μπο­ρεί να περά­σει από το χαρ­τί στο σελι­λόιντ και κατ΄ ευθεί­αν στην καρ­διά του θεατή.

Ένα animation που προ­ο­ρί­ζε­ται για το νεα­νι­κό κοι­νό, που όμως πρέ­πει να είναι αρκε­τά πιο ώρι­μο από πολ­λούς ενή­λι­κες θεα­τές του σημε­ρι­νού σινε­μά. Θα ήταν όμως παρά­λει­ψη να μην δώσου­με τα εύση­μα στην υπέ­ρο­χη μου­σι­κή σύν­θε­ση του, επί­σης, οσκα­ρι­κού, Τζο Χισαΐσι.

Με λίγα λόγια… Ένα νεα­ρό αγό­ρι, ο Μάχι­το, που του λεί­πει αφό­ρη­τα η νεκρή μητέ­ρα του, επι­χει­ρεί να διεισ­δύ­σει σε έναν κόσμο όπου ζωντα­νοί και νεκροί μοιά­ζει να συνυ­πάρ­χουν. Σε εκεί­νον τον κόσμο ο θάνα­τος τελειώ­νει και η ζωή βρί­σκει μια νέα αρχή.

   Μην Περι­μέ­νε­τε και Πολ­λά από το Τέλος του Κόσμου (“Do Not Expect Too Much from the End of the World”) Κωμω­δία, ρου­μα­νι­κής και διε­θνούς συμπα­ρα­γω­γής του 2023, σε σκη­νο­θε­σία Ράντου Ζού­ντε, με τους Ίλιν­κα Μανο­λά­τσε, Νίνα Χος, Ούβε Μπολ κα.

   Ο θεα­τής του βρα­βευ­μέ­νου με την Χρυ­σή Άρκτο «Ατυ­χές Πήδη­μα ή Παλα­βό Πορ­νό», γρή­γο­ρα θα κατα­λά­βει ότι ο σημα­ντι­κό­τε­ρος αυτή τη στιγ­μή σκη­νο­θέ­της της Ρου­μα­νί­ας Ράντου Ζού­ντε, έχει από­θε­μα σατι­ρι­κής διά­θε­σης για όσα συμ­βαί­νουν στη χώρα του, η οποία τρέ­χει με ταχύ­τη­τα φωτός να προ­λά­βει τη Δύση και κυρί­ως τα στρα­βά της.
Ο Ζού­ντε («Άφε­ριμ»), χωρίς να αφή­νει τίπο­τα όρθιο και πάλι, δια­τη­ρεί σε πλή­ρη ανά­πτυ­ξη το σαρ­κα­στι­κό χαρα­κτη­ρι­στι­κό του χιού­μορ, αλλά και τη διεισ­δυ­τι­κή κοι­νω­νι­κή του ματιά, για τη Ρου­μα­νία, που συνε­χί­ζει να ανα­πνέ­ει το μετα­τραυ­μα­τι­κό σοκ του καθε­στώ­τος Τσα­ου­σέ­σκου. Και κατα­φέρ­νει να συν­δέ­ει συλ­λο­γι­κές πεποι­θή­σεις, ατο­μι­κές συμπε­ρι­φο­ρές με το ιστο­ρι­κό βάρος και τις ιδιαι­τε­ρό­τη­τες της χώρας του, που πρέ­πει απ’ ό,τι φαί­νε­ται να αντι­με­τω­πί­σει και τις θεσμι­κές της ανασφάλειες.

   Έχο­ντας και πάλι έναν αντι­συμ­βα­τι­κό — και αντιε­μπο­ρι­κό — τίτλο, ο Ζού­ντε στο πρώ­το μέρος θα παρα­κο­λου­θή­σει την Άντζε­λα, μία κακο­πλη­ρω­μέ­νη βοη­θό παρα­γω­γής που γυρ­νά στους δρό­μους του Βου­κου­ρε­στί­ου, με το αυτο­κί­νη­τό της, για το κάστινγκ ενός εται­ρι­κού βίντεο, ενώ στο δεύ­τε­ρο μέρος περι­γρά­φει τις περι­πέ­τειες ακό­μη ενός ροζ βίντεο, που θα βγει στον αέρα και θα πρέ­πει να κου­κου­λω­θεί για να μην ξεσπά­σει σκάν­δα­λο. Με ιλιγ­γιώ­δεις ρυθ­μούς, ο Ζού­ντε πετυ­χαί­νει ένα εκθαμ­βω­τι­κό και ξεκαρ­δι­στι­κό επί­τευγ­μα κοι­νω­νι­κής κρι­τι­κής, για την καθη­με­ρι­νό­τη­τα ενός εργα­ζό­με­νου ανθρώ­που, που πρέ­πει να συμ­βι­βα­στεί με την ελα­στι­κο­ποί­η­ση της εργα­σί­ας, να κάνει ό,τι μπο­ρεί για να ζήσει, να δώσει τη μάχη για επι­βί­ω­ση, που οδη­γεί στον πρό­ω­ρο θάνα­το. Και ταυ­τό­χρο­να, να κάνει ένα ιδιαι­τέ­ρως δηκτι­κό σχό­λιο για τη ρηχό­τη­τα των ψηφια­κών μέσων, τον ανα­δυό­με­νο απο­λυ­ταρ­χι­σμό της εποχής.

Αν περιό­ρι­ζε λίγο και τη διάρ­κεια της σχε­δόν τρί­ω­ρης ται­νί­ας του, ο Ζού­ντε με αυτή τη διά­θε­ση δια­κω­μώ­δη­σης των πάντων, αλλά και τη φρέ­σκα ματιά του πάνω σε καυ­τά ζητή­μα­τα που αφο­ρούν πλέ­ον όλους μας, θα τα είχε κατα­φέ­ρει στον από­λυ­το βαθμό.

Με λίγα λόγια… Η Άντζε­λα δια­σχί­ζει το Βου­κου­ρέ­στι κάνο­ντας το κάστινγκ για ένα βίντεο που της ανα­τέ­θη­κε από μια πολυ­ε­θνι­κή. Ένας συνε­ντευ­ξια­ζό­με­νος απο­κα­λύ­πτει την ευθύ­νη της εται­ρεί­ας για το ατύ­χη­μα του και ξεσπά ένα σκάνδαλο.

Άργκαϊλ (“Argylle”) Περι­πέ­τεια, αμε­ρι­κά­νι­κης και βρε­τα­νι­κής παρα­γω­γής του 2024, σε σκη­νο­θε­σία Μάθιου Βον, με τους Χέν­ρι Καβίλ, Μπράις Ντά­λας Χάουαρντ, Σαμ Ρόκ­γου­ελ, Τζον Σίνα, Αριά­να Ντε Μπό­ουζ, Μπράιαν Κράν­στον, Σάμιου­ελ Τζάκ­σον κα.

Κεφά­τη και δια­σκε­δα­στι­κή κοσμο­πο­λί­τι­κη κατα­σκο­πι­κή περι­πέ­τεια, η ιδέα της οποί­ας μοιά­ζει να πηγά­ζει από περι­πέ­τειες του είδους της δεκα­ε­τί­ας του ’80 και ειδι­κά την τερά­στια επι­τυ­χία «Κυνη­γώ­ντας το Πρά­σι­νο Δια­μά­ντι», με το τότε απο­λαυ­στι­κό ζευ­γά­ρι των Μάικλ Ντά­γκλας — Κάθλιν Τέρνερ.
Ο Μάθιου Βον των δημο­φι­λών περι­πε­τειών «Kingsman» και «Χάπια, Σφαί­ρες και 2.000.000 Λίρες», ακο­λου­θεί πιστά τις συντα­γές της ται­νί­ας του Ζεμέ­κις με την κοσμο­πο­λί­τι­κη ατμό­σφαι­ρα, την αρχι­κή ιδέα, με μία άβγαλ­τη συγ­γρα­φέα που μπλέ­κει με επι­κίν­δυ­νους κατα­σκό­πους και σχε­δόν εξω­φρε­νι­κές κατα­στά­σεις. Και φυσι­κά με τα απα­ραί­τη­τα κυνη­γη­τά, τις ανα­πά­ντε­χες κατα­στά­σεις, ένα πρω­τα­γω­νι­στι­κό ζευ­γά­ρι που βγά­ζει την απα­ραί­τη­τη χημεία και ένας συμπρω­τα­γω­νι­στής που δίνει τον τόνο και τις πιο χιου­μο­ρι­στι­κές στιγ­μές της ται­νί­ας — τότε ήταν ο Ντά­νι Ντε Βίτο, τώρα ο Σαμ Ρόκγουελ.

Μία μονα­χι­κή συγ­γρα­φέ­ας, που έχει για συντρο­φιά τον γάτο Τσιπ, γνω­ρί­ζει την επι­τυ­χία με μία σει­ρά κατα­σκο­πι­κών βιβλί­ων στα οποία πρω­τα­γω­νι­στεί ο μυστι­κός πρά­κτο­ρας Αργκάιλ, απο­στο­λή του οποί­ου είναι να απο­κα­λύ­ψει ένα παγκό­σμιο δίκτυο κατα­σκό­πων. Όταν οι μυθι­στο­ρη­μα­τι­κές ιστο­ρί­ες της συνει­δη­το­ποιεί ότι γίνο­νται πραγ­μα­τι­κό­τη­τα και βρί­σκε­ται ανά­με­σα στους ήρω­ές της και η ίδια, με τη βοή­θεια ενός μυστι­κού αντι­συμ­βα­τι­κού πρά­κτο­ρα θα ανα­γκα­στεί να απο­χω­ρι­στεί την ήσυ­χη καθη­με­ρι­νό­τη­τά της και τη θαλ­πω­ρή του σπι­τιού της.
Ο Βον, χωρίς να διεκ­δι­κεί δάφ­νες ενός σινε­μά απαι­τή­σε­ων, θα στή­σει προ­σε­χτι­κά έναν ύμνο προς τις δια­σκε­δα­στι­κές περι­πέ­τειες, που δια­θέ­τουν μυστή­ριο και αγω­νία, γυρί­σμα­τα σε πολ­λά σημεία του πλα­νή­τη, μετα­ξύ των οποί­ων και στην Ελλά­δα και εν τέλει μία προ­σπά­θεια ανα­βί­ω­σης ενός αυθε­ντι­κού ψυχα­γω­γι­κού σινε­μά. Το φιλμ δια­θέ­τει ρυθ­μό, καλο­κουρ­δι­σμέ­νες σκη­νές δρά­σης, χιού­μορ κι ένα ευπρό­σω­πο καστ, αλλά είναι φανε­ρό ότι του λεί­πουν οι φρέ­σκες ιδέ­ες, η πηγαία σκη­νο­θε­τι­κή αντί­λη­ψη, ακό­μη και οι Ντά­γκλας και Τέρ­νερ και η θαυ­μα­στή χημεία που ανέπτυξαν.

Ο Χέν­ρι Καβίλ υπερ­βο­λι­κά λαμπε­ρός, μοιά­ζει λιγό­τε­ρο εύπλα­στος και ανθρώ­πι­νος από το αρχι­κό μοντέ­λο, η Μπράις Ντά­λας Χάουαρντ χαρι­τω­μέ­νη, αλλά όχι και όσο πρέ­πει γοη­τευ­τι­κή, ενώ αυτός που ξεχω­ρί­ζει εμφα­νώς είναι ο υπέ­ρο­χος ηθο­ποιός Σαμ Ρόγκ­γου­ελ, που απο­δει­κνύ­ει για μια ακό­μη φορά ότι δεν έχει πρό­βλη­μα να παί­ξει οτιδήποτε.

Με λίγα λόγια… Η Έλι Κόν­γου­εϊ, η μονα­χι­κή συγ­γρα­φέ­ας μιας επι­τυ­χη­μέ­νης σει­ράς κατα­σκο­πι­κών μυθι­στο­ρη­μά­των. Στα βιβλία της πρω­τα­γω­νι­στεί ο μυστι­κός πρά­κτο­ρας Άργκαϊλ, απο­στο­λή του οποί­ου είναι να απο­κα­λύ­ψει ένα παγκό­σμιο δίκτυο κατα­σκό­πων. Όταν οι ιστο­ρί­ες της αρχί­ζουν να συμ­βαί­νουν στην πραγ­μα­τι­κή ζωή, η Έλι ανα­γκά­ζε­ται να απο­χαι­ρε­τή­σει την ήσυ­χη ζωή της.

Ύπο­πτος (“Accused”) Θρί­λερ, βρε­τα­νι­κής παρα­γω­γής του 2023, σε σκη­νο­θε­σία Φίλιπ Μπα­ρα­ντί­νι, με τους Σανέιλ Κου­λάρ, Λόριν Αζού­φο, Νίτιν Γκα­νά­τρα, Μπεν Μαρς κα.

Αρκε­τά ενδια­φέ­ρον αλλά εντε­λώς άνι­σο ψυχο­λο­γι­κό θρί­λερ, ηλε­κτρο­νι­κής κατα­δί­ω­ξης, από τον σκη­νο­θέ­τη, του προ­πέρ­σι­νου και αξιό­λο­γου «Σημείο Βρα­σμού», Φίλιπ Μπα­ρα­ντί­νι. Ένα φιλμ, χαμη­λού προ­ϋ­πο­λο­γι­σμού, που εστιά­ζει πάνω στο ολο­έ­να αυξα­νό­με­νο μίσος που διο­χε­τεύ­ε­ται μέσα από τον καλύ­τε­ρο αγω­γό των σύγ­χρο­νων κοι­νω­νιών, όπως απο­δει­κνύ­ε­ται, το δια­δί­κτυο, τα μέσα κοι­νω­νι­κής δικτύ­ω­σης, ενός ψηφια­κού κόσμου που παί­ζει με τις εντυ­πώ­σεις, χει­ρα­γω­γεί και μπο­ρεί να κατα­στρέ­φει ανθρώ­πους έστω και για λίγα «κλικ». Πίσω από την ανω­νυ­μία, τη διά­χυ­ση ανε­πι­βε­βαί­ω­των πλη­ρο­φο­ριών, κατη­γο­ριών χωρίς κόστος, με την ευκο­λία μίας κου­βέ­ντας καφε­νεί­ου να λαμ­βά­νει δια­στά­σεις δημό­σιας καταγ­γε­λί­ας, το δια­δί­κτυο γίνε­ται μηχα­νι­σμός χει­ρα­γώ­γη­σης. Είτε για την προ­ώ­θη­ση ενός ασή­μα­ντου προ­σώ­που, είτε για ακρι­βώς το αντί­θε­το, τη δολο­φο­νία ενός χαρα­κτή­ρα, που είναι και πιο ελκυ­στι­κό. Ένα κακό ή δυσά­ρε­στο νέο «που­λά­ει» καλύτερα.

   Ένας νεα­ρός, ο Χάρι, φεύ­γει από το Λον­δί­νο για να πάει στο σπί­τι των γονιών του να φρο­ντί­σει τους σκύ­λους τους, αφού αυτοί φεύ­γουν για δια­κο­πές. Κατά τη μετά­βα­σή του θα γίνει μία βομ­βι­στι­κή επί­θε­ση στο μετρό του Λον­δί­νου και το δια­δί­κτυο και ειδι­κά το Twitter, μετα­φέ­ρει το «σοκ» των χρη­στών. Πολύ γρή­γο­ρα κι ενώ ο Χάρι έχει ήδη εγκα­τα­στα­θεί στο σπί­τι των γονιών του, με ανοι­χτή την τηλε­ό­ρα­ση, που όμως δεν βλέ­πει, θα αρχί­σει να συνει­δη­το­ποιεί ότι πλή­θος καταγ­γε­λιών και «μαρ­τυ­ριών» φωτο­γρα­φί­ζουν αυτόν ως δρά­στη της βομ­βι­στι­κής επί­θε­σης. Μία φωτο­γρα­φία του, από κλει­στό κύκλω­μα τηλε­ό­ρα­σης, θα γίνει viral και ακό­μη και η κοπέ­λα του, αστειευό­με­νη, θα του πει ότι μπο­ρεί να είναι αυτός ο δρά­στης. Ο πανι­κός του νεα­ρού αυξά­νε­ται συνε­χώς αφού δεν μπο­ρεί να απο­δεί­ξει την αθω­ό­τη­τά του, ενώ τα πράγ­μα­τα γίνο­νται ακό­μη πιο απει­λη­τι­κά όταν η απει­λή θα φτά­σει στο σπί­τι του.

Εξαι­ρε­τι­κή εκκί­νη­ση από τον Μπα­ρα­ντί­νι, καθώς πατά­ει στέ­ρεα πάνω στη διά­ση­μη χιτσκο­κι­κή θεμα­τι­κή του νέου και αθώ­ου που βρί­σκε­ται άθε­λά του μπλεγ­μέ­νος σε κάποιο έγκλη­μα και ταυ­τό­χρο­να σχο­λιά­ζει την αδια­νό­η­τη δύνα­μη του δια­δι­κτύ­ου, τη διο­χέ­τευ­ση μίσους και φανα­τι­σμού, σε μια κοι­νω­νία που ο πιο πιστός σύντρο­φός της είναι ο υπο­λο­γι­στής ή το «έξυ­πνο» κινη­τό τηλέ­φω­νο. Μια κοι­νω­νία που άκρι­τα δίνει μεγα­λύ­τε­ρη σημα­σία και εμπι­στο­σύ­νη στην οποια­δή­πο­τε σαχλα­μά­ρα «ανε­βαί­νει» στα κοι­νω­νι­κά δίκτυα, παρά στα ίδια της τα μάτια, ένας κόσμος που τρέ­φε­ται με την άγρια αντι­πα­ρά­θε­ση και το μίσος. Χωρίς δεύ­τε­ρη σκέ­ψη, έτοι­μος να κατα­σπα­ρά­ξει τον ύπο­πτο — «ένο­χο» με συνο­πτι­κές διαδικασίες.
Όμως, στο δεύ­τε­ρο μέρος, ο Μπα­ρα­ντί­νι, εγκα­τα­λεί­πει τον δύσκο­λο δρό­μο της πολ­λά υπο­σχό­με­νης ιστο­ρί­ας του και κατα­φεύ­γει στην ευκο­λία ενός θρί­λερ δρά­σης, όταν εισβά­λουν στο σπί­τι του οι μασκο­φό­ροι που ανα­ζη­τούν τον ένο­χο της βομ­βι­στι­κής επί­θε­σης. Μία εξέ­λι­ξη που θυμί­ζει όλες αυτές τις ται­νί­ες των horror και που σχε­δόν ξεχνάς όλα τα σπου­δαία του πρώ­του μέρους με τα οποία κατα­πιά­νε­ται ο σκηνοθέτης.

Παρά ταύ­τα, η μιά­μι­σης ώρας ται­νία, δεν χάνει πλή­ρως την αξία της, από την εύκο­λη και λαθε­μέ­νη επι­λο­γή του Μπα­ρα­ντί­νι να μετα­τρέ­ψει ένα κοι­νω­νι­κό θρί­λερ, σε ένα συμ­βα­τι­κό θρί­λερ, με ιδέ­ες από horror και σε αυτό συμ­βά­λει και ο νεα­ρός πρω­τα­γω­νι­στής Σανέιλ Κουλάρ.

Με λίγα λόγια… Ένας νεα­ρός βρί­σκε­ται να κατη­γο­ρεί­ται λαν­θα­σμέ­να ως ύπο­πτος βομ­βι­στής, σε μια κοι­νω­νία με εμμο­νή για εκδί­κη­ση. Κατη­γο­ρεί­ται για μια βομ­βι­στι­κή επί­θε­ση στο μετρό και πρέ­πει να επι­βιώ­σει για μια νύχτα καθώς το δια­δι­κτυα­κό κυνή­γι μαγισ­σών φτά­νει στην εξώ­πορ­τά του.

   Χάρης Αναγνωστάκης \
συν­δρο­μη­τι­κή σελί­δα του ΑΠΕ-ΜΠΕ ©

Iran Film Festival: από τη NEW STAR και το μορ­φω­τι­κό κέντρο της πρε­σβεί­ας του Ιράν

Ατέχνως info

1–7‑Φεβ STUDIO new star art cinema:
Σπάρ­της & Σταυ­ρο­πού­λου 33 πλα­τεία Αμερικής
Τηλ 210–8640054 –6932479731

Η ΑΙΘΟΥΣΑ ΚΛΙΜΑΤΙΖΕΤΑΙ

        • “POOR THINGS” του ΓΙΩΡΓΟΥ ΛΑΝΘΙΜΟΥ 
          • ΠΕΜΠΤΗ ωςΚΥ­ΡΙΑ­ΚΗ 21:00
        • “Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΠΑΜΠ” του ΚΕΝ ΛΌΟΥΤΣ 
          • ΣΑΒΒΑΤΟ, ΚΥΡΙΑΚΗ 16:30
          • ΔΕΥΤΕΡΑ, ΤΡΙΤΗ, ΤΕΤΑΡΤΗ 21:00
        • “ENNIO – THE MAESTRO” του GIUSEPPE TORNATORE 
          • ΣΑΒΒΑΤΟ , ΚΥΡΙΑΚΗ 12:00
        • «ΜΠΛΕ ΚΑΦΤΑΝΙ»της ΜΑΡΙΑΜ ΤΟΥΖΑΝΙ 
          • ΣΑΒΒΑΤΟ , ΚΥΡΙΑΚΗ 14.30 και ΤΕΤΑΡΤΗ 19:00
        • “ΕΞΕΛΙΞΗ ” του  ΠΕΡΙΚΛΗ ΧΟΥΡΣΟΓΛΟΥ 
          • ΔΕΥΤΕΡΑ, ΤΡΙΤΗ, ΤΕΤΑΡΤΗ 17:00
        • «ΟΡΓΑΝΟΠΟΙΟΙ ΤΩΝ ΕΞΑΡΧΕΙΩΝ» του ΝΙΚΟΥ ΠΑΠΑΚΩΣΤΑ 
          • ΠΕΜΠΤΗ, ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ,  17:30
        • “Η ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ ΤΟΥ ΒΛΈΜΜΑΤΟΣ” του ΔΗΜΗΤΡΗ ΑΘΑΝΙΤΗ 
          • ΔΕΥΤΕΡΑ, ΤΡΙΤΗ, ΤΕΤΑΡΤΗ 15:45
        • «TAKE A TRIP» του  ΧΡΉΣΤΟΥ Ν. ΚΑΡΑΚΆΣΗ 
          • ΠΕΜΠΤΗ, ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 15:00

1st ATHENS IRAN FILM FESTIVAL 

  • Henas του­Hossein Darabi 
    • ΠΕΜΠΤΗ 1/2/24 στις 19:00
  • Τρε­λό Κάστρο του Abolhassan Davoodi 
    • ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 2/2/24 στις 19:00
  • Η ρομα­ντι­κή ιστο­ρία του Εμάντ και της Τού­μπα του Kaveh Sabbaghzade 
    • ΣΑΒΒΑΤΟ 3/2/24 στις 19:00
  • Η τάφρος νού­με­ρο 143της Narges Abyar 
    • ΚΥΡΙΑΚΗ 4/2/24 στις 19:00
  • Ο Σωμα­το­φύ­λα­κας του Ebrahim Hatamikia 
    • ΔΕΥΤΕΡΑ 5/2/24 στις 19:00
  • Πισί­να ζωγρα­φι­κή­ςτου Maziar Miri 
    • ΤΡΙΤΗ 6/2/24 στις 19:00

ΕΙΣΟΔΟΣ ΔΩΡΕΑΝ

 

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο