Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ταινίες Πρώτης Προβολής _ Γυναικεία ψυχογραφήματα και σιδερένιες γροθιές

Το βιο­γρα­φι­κό δρά­μα της Σοφί­ας Κόπο­λα «Priscilla» και το ελλη­νι­κό ρεα­λι­στι­κό δρά­μα της Σοφί­ας Εξάρ­χου «Animal», που βρα­βεύ­τη­κε με τον Χρυ­σό Αλέ­ξαν­δρο, ξεχω­ρί­ζουν από τις έξι ται­νί­ες που κάνουν πρε­μιέ­ρα από­ψε. Το δικό του ενδια­φέ­ρον έχει και το, επί­σης, βιο­γρα­φι­κό δρά­μα «Σιδε­ρέ­νια Γρο­θιά» του Σον Ντέρ­κιν, ενώ αξιο­πρό­σε­κτο είναι και το περι­βαλ­λο­ντι­κό ντο­κι­μα­ντέρ του Άγγε­λου Ράλ­λη «Η Αφρίν στον Και­ρό της Πλημμύρας».

Priscilla

Βιο­γρα­φι­κό δρά­μα, αμε­ρι­κά­νι­κης παρα­γω­γής του 2023, σε σκη­νο­θε­σία Σοφία Κόπο­λα, με τους Κάλι Σπέ­νι, Τζέι­κομπ Ελόρ­ντι, Ντα­γκ­μά­ρα Ντο­μι­νι­τσίκ, Τιμ Ποστ, Ολί­βια Μπά­ρετ κα. Δεν είναι ακό­μη μία βιο­γρα­φι­κή ται­νία, για τον «βασι­λιά» Έλβις, με τις τερά­στιες μου­σι­κές επι­τυ­χί­ες του και τα χορευ­τι­κά «κου­νή­μα­τα» πάνω στη σκη­νή και τις τρέ­λες του έξω απ’ αυτή, η τελευ­ταία δημιουρ­γία της Σοφία Κόπο­λα, η οποία με την «Priscilla» δια­γω­νί­στη­κε για τον περ­σι­νό Χρυ­σό Φοί­νι­κα στις Κάν­νες απ’ όπου έφυ­γε τελι­κά μόνο με το βρα­βείο ερμη­νεί­ας η πρω­τα­γω­νί­στριά της Κάι­λι Σπένι.

Είναι όπως υπο­νο­εί και ο τίτλος, ένα βιο­γρα­φι­κό δρά­μα, για τη σχέ­ση του και τον γάμο του με την Πρί­σι­λα Μπο­λιέ και την οπτι­κή που δίνει η ίδια και μετα­φέ­ρει στη μεγά­λη οθό­νη η Κόπο­λα. Άλλω­στε, το σενά­ριο της Κόπο­λα, βασί­ζε­ται στην αυτο­βιο­γρα­φία τής Πρί­σι­λα, που συμ­με­τέ­χει και στην παρα­γω­γή. Μάλι­στα, η μονα­χο­κό­ρη του θρυ­λι­κού τρα­γου­δι­στή και της Πρί­σι­λα, Λίζα Μαρί Πρί­σλεϊ, λίγο πριν πεθά­νει είχε δια­φω­νή­σει για τον τρό­πο που παρου­σιά­ζε­ται ο πατέ­ρας της, ενώ η εται­ρεία Elvis Presley Enterprises απέρ­ρι­ψε κάθε στή­ρι­ξη στο φιλμ και δεν έδω­σε άδεια να χρη­σι­μο­ποι­η­θεί στην ται­νία ούτε ένα τρα­γού­δι του. Και γι’ αυτό στην ται­νία ακού­γο­νται επι­τυ­χί­ες της επο­χής, αλλά άλλων τραγουδιστών.

Το στό­ρι, ξεκι­νά από την απρό­σμε­νη γνω­ρι­μία της Πρί­σι­λα με τον Έλβις σε ένα πάρ­τι, στη Γερ­μα­νία, όπου ο διά­ση­μος τρα­γου­δι­στής υπη­ρε­τού­σε τη θητεία του. Η Πρί­σι­λα δεν ήταν ούτε 15 χρό­νων, όταν θα βρε­θεί στη ζηλευ­τή θέση να την επι­λέ­ξει για κορί­τσι του ο Πρί­σλεϊ. Έτσι, ένα παι­δί από το Τέξας θα βρε­θεί να συζεί με το μεγα­λύ­τε­ρο ποπ είδω­λο του 20ου αιώ­να, σε ένα χρυ­σό κλου­βί και να βιώ­νει τον προ­βλη­μα­τι­κό χαρα­κτή­ρα του άντρα της, τον οποίο θα παντρευ­τεί έπει­τα από χρό­νια, θα του χαρί­σει τη μονα­χο­κό­ρη του, αλλά όταν πλέ­ον έχει πήξει το μυα­λό της δεν θα αντέ­ξει την ανω­ρι­μό­τη­τά του, την αδιόρ­θω­τη κακο­ποι­η­τι­κή του συμπε­ρι­φο­ρά και θα τον εγκαταλείψει.

Η Κόπο­λα, που ποτέ δεν έδει­ξε ενδια­φέ­ρον προς τις θορυ­βώ­δεις ται­νί­ες, θα κρα­τή­σει χαμη­λούς τόνους, στα όρια του υπο­το­νι­κού, αν και έχει να κάνει με μία προ­σω­πι­κό­τη­τα που ιδί­ως η ζωή του έφτα­νε στα σύνο­ρα της «ηχο­ρύ­παν­σης». Δεν διστά­ζει να σκια­γρα­φή­σει τον Έλβις ως έναν απο­πλα­νη­τι­κό, κακο­ποι­η­τι­κό, εγω­κε­ντρι­κό ανώ­ρι­μο άντρα, που βλέ­πει τις γυναί­κες σαν παι­χνί­δια που τα βαριέ­ται εύκο­λα. Απ’ την άλλη, η Πρί­σι­λα πρέ­πει να ωρι­μά­σει βίαια. Από συνε­σταλ­μέ­νο παι­δί θα πρέ­πει να στα­θεί δίπλα στο είδω­λο, να του κάνει τα χατί­ρια στο κρε­βά­τι και να υπο­μέ­νει τον άστα­το χαρα­κτή­ρα του άντρα της και φυσι­κά τα ποτά και τις χού­φτες με τα ηρε­μι­στι­κά. Το φιλμ, δια­θέ­τει ορι­σμέ­νες θαυ­μα­στές σκη­νές, που λες και έρχο­νται από το βαρύ όνο­μα του πατρός, τη δεξιο­τε­χνι­κή μετα­μόρ­φω­ση της Πρί­σι­λα από κορί­τσι σε γυναί­κα, με τα τελευ­ταία πλά­να του φινά­λε να είναι λυτρω­τι­κά για μια γυναί­κα, πλέ­ον, που βρί­σκει την ελευ­θε­ρία της.

Ωστό­σο, η εμμο­νή της Κόπο­λα στη χαμη­λό­φω­νη και ορι­σμέ­νες φορές επί­πε­δη αφή­γη­σή της, με το μεγα­λύ­τε­ρο μέρος της ται­νί­ας να είναι κινη­μα­το­γρα­φη­μέ­νο στο ημί­φως, σε νυχτε­ρι­νά πλά­να και σε σκο­τει­νά δωμά­τια κρα­τά μακριά τον θεα­τή από την έντα­ση της σχέ­σης του ζεύ­γους, την ψυχο­λο­γι­κή δοκι­μα­σία της Πρί­σι­λα. Τα κινη­μα­το­γρα­φι­κά ημι­τό­νια που χρη­σι­μο­ποιεί δεν λει­τουρ­γούν σωστά τις περισ­σό­τε­ρες φορές, με το δρά­μα να οδη­γεί­ται σχε­δόν μονό­το­να στη γνω­στή κατά­λη­ξη. Η Κάι­λι Σπέ­νι, έχει δύσκο­λη απο­στο­λή, με τη μετα­μόρ­φω­σή της από παι­δί σε γυναί­κα, μέσα από μία δύσκο­λη ερω­τι­κή σχέ­ση, που σήμε­ρα θα γινό­ταν σημαία για το metoo, ενώ τις δεκα­ε­τί­ες του ’50 και ’60 θα χαρα­κτη­ρι­ζό­ταν ως απλώς απο­τυ­χη­μέ­νη. Θα τα κατα­φέ­ρει σε μεγά­λο βαθ­μό, αν και ορι­σμέ­νες φορές δίνει ότι χάνει τις λεπτές απο­χρώ­σεις της ψυχο­λο­γί­ας τής ηρω­ί­δας. Από την πλευ­ρά του, ο Τζέι­κομπ Ελόρ­ντι, που έχει έναν αβα­ντα­δό­ρι­κο ρόλο, μάλ­λον μένει στα μισά με τις ψυχο­λο­γι­κές μετα­πτώ­σεις του, αλλά και τις υπερ­βο­λι­κές πόζες του.

Με λίγα λόγια… Μια φορά κι έναν και­ρό, όπως περί­που συμ­βαί­νει στα παρα­μύ­θια, μια συνε­σταλ­μέ­νη έφη­βη βρέ­θη­κε σε μια θέση που θα ζήλευαν εκα­τομ­μύ­ρια κορί­τσια: έγι­νε η εκλε­κτή της καρ­διάς του Έλβις Πρί­σλεϊ, του μεγα­λύ­τε­ρου ποπ ειδώ­λου του 20ού αιώ­να κι αργό­τε­ρα γυναί­κα του. Και έζη­σαν αυτοί καλά κι εμείς καλύ­τε­ρα; Όχι ακριβώς…

Animal

Δρα­μα­τι­κή ται­νία, ελλη­νι­κής και διε­θνούς συμπα­ρα­γω­γής του 2023, σε σκη­νο­θε­σία Σοφί­ας Εξάρ­χου, με τους Δήμη­τρα Βλα­γκο­πού­λου, Αχιλ­λέα Χαρί­σκο, Φλο­μα­ρία Παπα­δά­κη, Ηλία Χατζη­γε­ωρ­γί­ου, Ελπί­δα Ορφα­νί­δου κα.  Το θέμα δεν είναι αν το «Animal» είναι η πρώ­τη ελλη­νι­κή ται­νία που κερ­δί­ζει, έπει­τα από 30 χρό­νια, τον Χρυ­σό Αλέ­ξαν­δρο στο Φεστι­βάλ Κινη­μα­το­γρά­φου Θεσ­σα­λο­νί­κης, αλλά ότι αφε­νός πρό­κει­ται για μία άρτια παρα­γω­γή, με εμπνευ­σμέ­νη σκη­νο­θε­σία, δυνα­τό σενά­ριο, βαθιά σκέ­ψη, απευ­θυ­νό­με­νη στο ευρύ κοι­νό, χωρίς καλ­λι­τε­χνι­κούς συμ­βι­βα­σμούς ή «συντα­γές επι­τυ­χί­ας» και αφε­τέ­ρου δια­θέ­το­ντας μία πρω­τα­γω­νί­στρια που κατα­κλύ­ζει την οθό­νη με την εκφρα­στι­κή της δει­νό­τη­τα. Και ταυ­τό­χρο­να, ότι μπο­ρεί να απο­τε­λέ­σει το έναυ­σμα για μία ελπι­δο­φό­ρα αρχή για την ελλη­νι­κή κινη­μα­το­γρα­φία, που πασχί­ζει να βρει το δρό­μο της τις τελευ­ταί­ες δεκαετίες.

Στην πρώ­τη της ται­νία «Park» η Σοφία Εξάρ­χου άφη­σε υπο­σχέ­σεις, τις οποί­ες επι­βε­βαί­ω­σε πλή­ρως με τη δεύ­τε­ρη ται­νία της, καθώς έφτια­ξε ένα ρεα­λι­στι­κό κοι­νω­νι­κό δρά­μα, σπου­δαί­ας έμπνευ­σης και εκτέ­λε­σης, απο­δο­μεί το περί­φη­μο ελλη­νι­κό καλο­καί­ρι και μιλά για όλα αυτά τα παι­διά που δου­λεύ­ουν στη «βιο­μη­χα­νία του του­ρι­σμού». Νέοι και νέες με όνει­ρα και τερά­στια εφό­δια που παρα­δί­δο­νται σε ένα ανάλ­γη­το σύστη­μα υπη­ρε­σιών «φιλο­ξε­νί­ας» και δια­σκέ­δα­σης. Κεντρι­κή ηρω­ί­δα εδώ είναι μία νέα κοπέ­λα, που δου­λεύ­ει ως ανι­μα­τέρ σε ένα all-inclusive ξενο­δο­χείο. Είναι η αρχη­γός μιας ομά­δας από κορί­τσια που δια­σκε­δά­ζουν τις νύχτες τους ξένους μεθυ­σμέ­νους του­ρί­στες με τις χορευ­τι­κές και σέξι επι­δό­σεις τους, που ολο­έ­να αγριεύ­ουν κάτω από την πίε­ση της δουλειάς.

Ται­νία δυνα­μί­της, που μεν δεν ωραιο­ποιεί ούτε δρα­μα­το­ποιεί κατα­στά­σεις και τα όσα υφί­στα­νται όλα αυτά τα παι­διά, αλλά ανα­δει­κνύ­ει με ρεα­λι­σμό και με έναν εκλε­πτυ­σμέ­νο νατου­ρα­λι­σμό τη βαρ­βα­ρό­τη­τα που κρύ­βε­ται πίσω από τις επι­λο­γές μίας αρρω­στη­μέ­νης ανά­πτυ­ξης, κάτω από τον καυ­τό ήλιο, δίπλα απ’ τις ξαν­θές αμμου­διές, τα κατα­γά­λα­να νερά και έξω από τα κάδρα με τις ανέ­με­λες πόζες των του­ρι­στών που γεμί­ζουν το καλο­καί­ρι τα κοι­νω­νι­κά δίκτυα. Και μαζί ανα­δει­κνύ­ει την εσω­τε­ρι­κή πάλη της ηρω­ί­δας, που εργα­λειο­ποιεί το σώμα της μέχρι εξα­ντλή­σε­ως και δέχε­ται τις ταπει­νώ­σεις για ένα μερο­κά­μα­το. Από την ται­νία, που έχει τις μικρές της ατέ­λειες, λεί­πει και η σύγκρου­ση, ο «κακός» της ιστο­ρί­ας. Αυτό θα ήταν ένα πρό­βλη­μα στην αφή­γη­ση της ιστο­ρί­ας, αλλά η Εξάρ­χου, κατα­φέρ­νει να το ξεπε­ρά­σει, επι­λέ­γο­ντας το δύσκο­λο δρό­μο να εστιά­σει στην απει­λή του άκρα­του καπι­τα­λι­σμού και του «συστή­μα­τος μαζι­κής φιλο­ξε­νί­ας», που θέλει τον του­ρί­στα βασι­λιά για δέκα μέρες, τα «θέλω» του δια­τα­γή, τα καπρί­τσια του «παρα­κα­λώ, ευχα­ρί­στη­σή μας».

Η Δήμη­τρα Βλα­γκο­πού­λου, ένα θηρίο της φύσης, που παρά την κομ­μα­τια­σμέ­νη ύπαρ­ξή του, κάθε βρά­δυ γλεί­φει τις πλη­γές του και την επό­με­νη ξανα­ρί­χνε­ται στη μάχη της επι­βί­ω­σης, απο­γειώ­νει την προ­σπά­θεια της Εξάρ­χου και τελι­κά παρα­δί­δει μία σπα­ρα­χτι­κή ερμη­νεία απ’ αυτές τις λιγο­στές που ξεχω­ρί­ζου­με κάθε χρό­νο απ’ την παγκό­σμια κινηματογραφία.

Με λίγα λόγια… Κάτω από τον ελλη­νι­κό καυ­τό ήλιο, οι ανι­μα­τέρ που δου­λεύ­ουν σε ένα all-inclusive ξενο­δο­χείο προ­ε­τοι­μά­ζο­νται για την του­ρι­στι­κή σεζόν. Η Κάλια είναι η αρχη­γός της ομά­δας. Καθώς το καλο­καί­ρι κορυ­φώ­νε­ται και η πίε­ση αυξά­νε­ται, οι νύχτες τους γίνο­νται βίαιες και ο αγώ­νας της Κάλιας απο­κα­λύ­πτε­ται στο σκο­τά­δι. Αλλά όταν ανά­ψουν ξανά τα φώτα, το σόου θα πρέ­πει να συνεχιστεί…

Σιδερένια Γροθιά

“The Iron Claw”: Δρα­μα­τι­κή βιο­γρα­φι­κή περι­πέ­τεια, αμε­ρι­κά­νι­κης παρα­γω­γής του 2023, σε σκη­νο­θε­σία Σον Ντέρ­κιν, με τους Ζακ Έφρον, Τζέ­ρε­μι Άλεν Γουάιτ, Χάρις Ντί­κιν­σον, Λίλι Τζέιμς κα.    Έχουν περά­σει πολ­λά χρό­νια από τότε που γέμι­ζε ο Πανελ­λή­νιος ή ο «Τάφος του Ινδού», το κλει­στό της Λεω­φό­ρου, με το προ­χει­ρο­στη­μέ­νο και ορι­σμέ­νες φορές τόσο ψεύ­τι­κο σόου της επαγ­γελ­μα­τι­κής πάλης — τότε το γνω­ρί­σα­με ως «κατς». Οι θεό­ρα­τες φιγού­ρες των παλαι­στών, ο Τρο­μά­ρας, ο Σαμ­ψών, ο Σου­γκλά­κος και άλλα γερο­δε­μέ­να παι­διά, που έβα­ζαν μάσκες και βαφτί­ζο­νταν ξένοι τρο­με­ροί και φοβε­ροί, σχε­δόν ανθρω­πο­φά­γοι, έτοι­μοι να κομ­μα­τιά­σουν τα δικά μας παλι­κά­ρια, ήταν βιο­πα­λε­στές, που πλά­κα στην πλά­κα έτρω­γαν τη μού­ρη τους, έβγα­ζαν τους ώμους τους, υπέ­φε­ραν από τα θεα­μα­τι­κά τους ενα­έ­ρια χτυ­πή­μα­τα. Στην Αμε­ρι­κή, όμως, το σόου είχε και έχει τις προ­δια­γρα­φές ενός χολι­γου­ντια­νού υπερ­θε­ά­μα­τος, τα χρή­μα­τα είναι πολ­λά και ορι­σμέ­νες φορές τα χτυ­πή­μα­τα κανο­νι­κά. Ακό­μα και εκτός των ρινγκ.

Τον κόσμο της επαγ­γελ­μα­τι­κής πάλης έρχε­ται να μας θυμί­σει ο αξιό­λο­γος Σον Ντέρ­κιν («Η Φωλιά», «Μάρ­θα Μάρ­σι Μέι Μαρ­λίν») μέσα από την αλη­θι­νή ιστο­ρία των αδελ­φών Φον Έριχ, παλαι­στών που μεσου­ρά­νη­σαν τη δεκα­ε­τία του ’80. Μια ιστο­ρία που έχει το ύφος ελλη­νι­κής τρα­γω­δί­ας καθώς τα αδέλ­φια πρέ­πει να αντι­με­τω­πί­σουν τη μοί­ρα τους και να υπο­μεί­νουν τα θέλω του δεσπο­τι­κού πατέ­ρα τους. Μέσα από τη ζωή των Φον Έριχ, που είναι άγνω­στη στη χώρα μας, ο Ντέρ­κιν αφη­γεί­ται μία συναρ­πα­στι­κή ιστο­ρία, όπου ο θρί­αμ­βος απέ­χει μόλις μία κου­του­λιά από την τρα­γω­δία και το «αμε­ρι­κά­νι­κο όνει­ρο» διαρ­κεί όσο αντέ­χουν τα μπρά­τσα και γρή­γο­ρα εξα­τμί­ζε­ται όπως ο ιδρώ­τας από τις αδεια­νές πλου­μι­στές στο­λές των παλαιστών.

Η ται­νία, όμως, είναι και μια μελέ­τη πάνω στην αμε­ρι­κά­νι­κη οικο­γέ­νεια, που παρό­τι δεί­χνει ενω­μέ­νη σαν γρο­θιά, ζει κάτω από την τοξι­κό­τη­τα, που μετα­δί­δει ο τρα­μπού­κος πατέ­ρας, αλλά και η φύση του «αθλή­μα­τος» και βεβαί­ως το σύστη­μα που εκμε­ταλ­λεύ­ε­ται όλο αυτό το ξύλο. Ένα σύστη­μα, για το οποίο ο Ντέρ­κιν δεν έχει να πει και πολ­λά, αφού επι­κε­ντρώ­νε­ται στις σχέ­σεις της οικο­γέ­νειας, ενώ εξα­φα­νί­ζει από την ιστο­ρία και τον μικρό­τε­ρο απ’ τα αδέλ­φια. Όχι, η ται­νία του Ντέρ­κιν δεν μένει στην επι­φά­νεια, αλλά σίγου­ρα δεν εμβα­θύ­νει τόσο στους χαρα­κτή­ρες όσο και σε αυτά που παί­ζο­νται πίσω από τις ενα­έ­ριες καρ­πα­ζιές, ενώ η παλαιο­μο­δί­τι­κη φωτο­γρα­φία συμ­βάλ­λει στην ατμό­σφαι­ρα μιας επο­χής που μοιά­ζει ξεπε­ρα­σμέ­νη, αλλά βοη­θά στη μετά­δο­ση της συγκί­νη­σης για μια μελαγ­χο­λι­κή ιστο­ρία, όπως είναι αυτή των αδελ­φών Φον Έριχ.

Εν ολί­γοις, μία ενδια­φέ­ρου­σα παρα­γω­γή από την Α24, με ικα­νο­ποι­η­τι­κή αφή­γη­ση από τον Ντέρ­κιν και τα εντυ­πω­σια­κά γυρί­σμα­τά του πάνω στο ρινγκ, μία αξιο­πρό­σε­κτη ερμη­νεία από τον Ζακ Έφρον και τα άλλα παι­διά, αλλά τελι­κώς ένα αθλη­τι­κό δρά­μα, που θα ευχα­ρι­στή­σει τους θια­σώ­τες του κατς και θα αφή­σει σχε­δόν αδιά­φο­ρους τους υπό­λοι­πους. Αυτούς που το θεω­ρούν μία βαρ­βα­ρό­τη­τα και μπο­ρούν να το ανε­χτούν μόνο όταν δίνει το παρόν ο Θανά­σης Βέγ­γος, άντε και ο μακα­ρί­της ο Σου­γκλά­κος όταν υπο­κρι­νό­ταν ότι σφάδαζε.

Με λίγα λόγια Η αλη­θι­νή ιστο­ρία των αχώ­ρι­στων αδερ­φών Φον Έριχ, που έγρα­ψαν ιστο­ρία στον έντο­να αντα­γω­νι­στι­κό κόσμο της επαγ­γελ­μα­τι­κής πάλης στις αρχές της δεκα­ε­τί­ας του 1980.

Λατρεύω να σε Μισώ

“Anyone But You”: Αισθη­μα­τι­κή κωμω­δία, αμε­ρι­κά­νι­κης παρα­γω­γής του 2023, σε σκη­νο­θε­σία Γουίλ Γκλουκ, με τους Γκλεν Πάου­ελ, Σίντ­νεϊ Σουί­νι, Αλε­σά­ντρα Σιπ, Τσάρ­λι Φρέι­ζερ, Ντέρ­μοντ Μαλ­ρό­νεϊ, Μπράιαν Μπρά­ουν κα.  Αφρώ­δης αισθη­μα­τι­κή κωμω­δία, που ακο­λου­θεί κατά γράμ­μα τις συντα­γές των ται­νιών του είδους, με τις οποί­ες έφτια­ξαν την καριέ­ρα τους στο Χόλι­γουντ οι Τζέ­νι­φερ Λόπεζ, Τζέ­νι­φερ Άνι­στον, Μίλα Κού­νις και πάει λέγο­ντας.  Ο Γουίλ Γκλουκ, που έχει προ­ϋ­πη­ρε­σία στις ρομα­ντι­κές κωμω­δί­ες, αλλά όχι με ιδιαί­τε­ρα απο­τε­λέ­σμα­τα («Εύκο­λη Κατά Λάθος», «Όχι Μόνο Φίλοι») θα βασι­στεί πολύ χαλα­ρά στο έργο του Σαίξ­πηρ «Πολύ κακό για το τίπο­τα» για να παρα­δώ­σει μία ται­νία που βλέ­πε­ται το ίδιο χαλα­ρά — μπο­ρείς ταυ­τό­χρο­να να συζη­τάς οτι­δή­πο­τε, να τρως, να κοι­τάς το κινη­τό… Ο Μπεν και η Μπία γνω­ρί­ζο­νται τυχαία σε ένα καφέ, θα νιώ­σουν μία ερω­τι­κή έλξη, αλλά γρή­γο­ρα θα απο­μα­κρυν­θούν και όχι με τα καλύ­τε­ρα αισθή­μα­τα. Η μοί­ρα θα τους φέρει να ταξι­δέ­ψουν στην Αυστρα­λία, με το ίδιο αερο­πλά­νο, για να παρα­στούν σε ένα γάμο, που όλως τυχαί­ως, θα είναι πολύ κοντι­νών τους ανθρώ­πων. Σε μια ειδυλ­λια­κή τοπο­θε­σία και μπρο­στά σε μια υπέ­ρο­χη παρα­λία, θα πρέ­πει να κάνουν ότι είναι ένα ερω­τευ­μέ­νο ζευ­γά­ρι, μπρο­στά σε συγ­γε­νείς και καλεσμένους.

Η συντα­γή εκτε­λεί­ται σύμ­φω­να με το εγχει­ρί­διο του είδους, ακό­μη και χρο­νι­κά, αν εξαι­ρέ­σου­με την πραγ­μα­τι­κά ξεκαρ­δι­στι­κή σκη­νή στην αρχή, με την ηρω­ί­δα να στε­γνώ­νει το παντε­λό­νι της στην τουα­λέ­τα ενός καφέ. Ένα ζευ­γά­ρι νιώ­θει ερω­τι­κή έλξη, αυτή χάνε­ται, ακο­λου­θεί ο «στί­βος μάχης», με τις παρε­ξη­γή­σεις, τα ευτρά­πε­λα, τις χαζό-ίντρι­γκες, τα σέξι μαγιό και τα τσι­τσι­δώ­μα­τα, η επι­στρο­φή της ερω­τι­κής έλξης, η «απρό­σμε­νη» ξανά απο­μά­κρυν­ση και το… happy and.

Η ται­νία, που σημεί­ω­σε επι­τυ­χία σε ΗΠΑ και Κανα­δά, μοιά­ζει γυρι­σμέ­νη στον αυτό­μα­το πιλό­το, δια­θέ­τει ορι­σμέ­νες δια­σκε­δα­στι­κές σκη­νές, αλλά μέχρι εκεί. Πέρα από τα κλι­σέ (ακό­μη και αυτά της πολι­τι­κής ορθό­τη­τας, με το γάμο δυο γυναι­κών ή την απα­ραί­τη­τη ζωο­φι­λία, με το σκυ­λί της οικο­γέ­νειας να μετα­φέ­ρει τις βέρες του γάμου…) και ορι­σμέ­νες ανα­με­νό­με­νες αστεί­ες σκη­νές, δεν δια­θέ­τει ούτε το γοη­τευ­τι­κό πρω­τα­γω­νι­στι­κό ζευ­γά­ρι, απο­δει­κνύ­ο­ντας ότι πλέ­ον το Χόλι­γουντ δεν πάσχει μόνο από σενά­ρια και σκη­νο­θέ­τες, αλλά και από πρω­τα­γω­νι­στές. Ο Γκλεν Πάου­ελ εντε­λώς αδιά­φο­ρος, αλλά ειδι­κά, η Σίντ­νεϊ Σουί­νι, τις χρυ­σές επο­χές του Χόλι­γουντ, δεν θα είχε την ευκαι­ρία να πάει ούτε τον καφέ στην πρωταγωνίστρια.

Με λίγα λόγια… Η Μπία και ο Μπεν μοιά­ζουν να είναι το ιδα­νι­κό ζευ­γά­ρι, αλλά μετά από ένα απο­γοη­τευ­τι­κό πρώ­το ραντε­βού κάτι συμ­βαί­νει και η καυ­τή μετα­ξύ τους έλξη παγώ­νει. Η μοί­ρα όμως τα φέρ­νει έτσι και βρί­σκο­νται και οι δύο καλε­σμέ­νοι σε έναν γάμο στη μακρι­νή Αυστρα­λία, όπου θα ανα­γκα­στούν να παρι­στά­νουν το ζευγάρι…

Προ­βάλ­λο­νται ακό­μη οι ταινίες:

  • Η Αφρίν στον Και­ρό της Πλημ­μύ­ρας (Mighty Afrin: in the time of floods) 
    • Ιδιαί­τε­ρου ενδια­φέ­ρο­ντος ελλη­νι­κό ντο­κι­μα­ντέρ σε σκη­νο­θε­σία Άγγε­λου Ράλ­λη, ελλη­νι­κής, γερ­μα­νι­κής και γαλ­λι­κής παρα­γω­γής του 2023, για τις ολέ­θριες συνέ­πειες από την αλλα­γή του κλί­μα­τος. Σε ένα νησί από λάσπη που στα­δια­κά εξα­φα­νί­ζε­ται εξαι­τί­ας της υπερ­χεί­λι­σης του ποτα­μού Βραχ­μα­πού­τρα — δια­σχί­ζει Ινδία, Κίνα και Μπα­γκλα­ντές — ένα 12χρονο ορφα­νό κορί­τσι ετοι­μά­ζε­ται να αφή­σει τον μονα­δι­κό κόσμο που έχει γνω­ρί­σει μέχρι τώρα. Όταν το σπί­τι της βου­λιά­ζει από τις πλημ­μύ­ρες, πηγαί­νει με την ξύλι­νη βάρ­κα της στη Ντά­κα, μια μητρό­πο­λη που σφύ­ζει από ζωή, αλλά κρύ­βει και κιν­δύ­νους. Εντυ­πω­σια­κή, επί­πο­νη και επί­μο­νη κινη­μα­το­γρά­φη­ση από τον Ράλ­λη, ο οποί­ος θα ανα­δεί­ξει τους περι­βαλ­λο­ντι­κούς κιν­δύ­νους, αλλά και τη βίαιη ενη­λι­κί­ω­ση της Αφρίν, ενός παι­διού απ’ τα πολ­λά, που υφί­στα­νται πλέ­ον τις ανθρώ­πι­νες παρεμ­βά­σεις στη φύση.

* Από 10 Φεβρουα­ρί­ου στην Ται­νιο­θή­κη της Ελλά­δος και στη συνέ­χεια σε επι­λεγ­μέ­νους κινηματογράφους.

  • Μάγια η Μέλισ­σα: Η Χρυ­σή Σφαίρα
    • (“Maya the Bee: The Golden Orb”) Η πιο διά­ση­μη μέλισ­σα επι­στρέ­φει με νέες περι­πέ­τειες, σε αυτό το χαρι­τω­μέ­νο παι­δι­κό — νηπια­κό animation, σε σκη­νο­θε­σία Νόελ Κλί­ρι και σε αυστρα­λια­νή παρα­γω­γή του 2021. Η Μάγια και ο Γουί­λι συνα­ντιού­νται ξανά σε μια άκρως μυστι­κή απο­στο­λή, με όπλα τους την φιλία και την εμπι­στο­σύ­νη. Η ται­νία προ­βάλ­λε­ται μετα­γλωτ­τι­σμέ­νη στα ελλη­νι­κά με τις φωνές των Σαβ­βί­να Γεωρ­γί­ου, Αντώ­νη Παπα­μι­χα­ήλ, Πλά­τω­να Μου­ρα­τί­δη κα.

Χάρης Ανα­γνω­στά­κης _
Λεπτο­μέ­ρειες στη συν­δρο­μη­τι­κή σελί­δα του ΑΠΕ-ΜΠΕ
© ΑΠΕ-ΜΠΕ ΑΕ.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο