Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Όνειρα στο χιόνι…

Γρά­φει η Τασ­σώ Γαΐ­λα //

 

Χιό­νι… Χιο­νί­ζει… Χειμώνας… 

Χει­μώ­νας στην καρ­διά … θλί­ψη και μελαγ­χο­λία, μιζέ­ρια , κατα­χνιά, γκρί­ζα σκό­νη στα μάτια οι πλη­γές… και…

Χρι­στού­γεν­να….

Από την μακρό­χρο­νη εμπει­ρία μου ως εθε­λό­ντρια του Ερυ­θρού Σταυ­ρού σε τόπο φιλο­ξε­νί­ας ηλι­κιω­μέ­νων , δηλα­δή σε Γηρο­κο­μείο, οι μέρες αυτές, οι χει­μω­νιά­τι­κες μέρες που είναι ‘ντυ­μέ­νες’ εορ­τα­στι­κά προ­κα­λούν βαθύ πόνο, μελαγ­χο­λία και δάκρυ στην πλειο­ψη­φία των γερόντων…

Δεν θα ανα­λύ­σου­με το πώς και το για­τί. Αλλά όπως 4 Ρώσοι ζωγρά­φοι οι : Αλε­ξά­ντερ Σαμοχ­βά­λοφ, Γκου­ράμ Ντο­λε­νε­ε­ντα­σβί­λι, Ιού­λιος Κλέ­βερ και Ιγκόρ Γκρά­μπαρ πρό­σφα­τα παρου­σί­α­σαν από κοι­νού σε έκθε­ση ζωγρα­φι­κής έργα τους με θέμα απο­κλει­στι­κά τον ‘Χει­μώ­να’ με την απα­ρά­μιλ­λη γοη­τεία του κι όπως ο Κλωντ Μονέ θεώ­ρη­σε σκό­πι­μο να απο­τυ­πώ­σει την επο­χή του χρό­νου, με το περισ­σό­τε­ρο μυστή­ριο και ομορ­φιά, τον χει­μώ­να, σε 140 πίνα­κες, αυτά τα δυο γεγο­νό­τα παίρ­νο­με σαν αφορ­μή και… χωρίς να είμα­στε οι ως άνω προ­σω­πι­κό­τη­τες μέσα από το άρθρο που ακο­λου­θεί θα προ­σπα­θή­σου­με να πεί­σου­με τους μελαγ­χο­λι­κούς φίλους ότι ο χει­μώ­νας η αρχή κι όχι το τέλος, είναι πανέ­μορ­φος, πηγή έμπνευ­σης για τους μεγά­λους δημιουρ­γούς και για­τί όχι και για μας τους απλούς καθη­με­ρι­νούς ανθρώ­πους που είναι πολ­λοί και πολ­λά αυτά που μας σπρώ­χνουν σε βαρυ­χει­μω­νιά και ατέ­λειω­το οδυ­νη­ρό ψυχι­κό παγετό…

-Να μην έρθει η και­νούρ­για χρο­νιά δεν θέλω…

Τι λέτε το άρθρο που ακο­λου­θεί θα πεί­σει τον φίλο μας για το αντίθετο;

Συν­δυα­σμός ποί­η­σης και ζωγρα­φι­κής. Τα 2 ποι­ή­μα­τα του Μπα­ρίς Πάστερ­νακ που είχε την ευγε­νή καλο­σύ­νη να μας παρα­χω­ρή­σει για το άρθρο η γνω­στή ποι­ή­τρια, δοκι­μιο­γρά­φος και μετα­φρά­στρια κ. Χρυ­σάν­θη Κακου­λί­δου μας ώθη­σαν στην από­φα­ση να τα ‘ντύ­σου­με’ με πίνα­κες ζωγρα­φι­κής Ρώσων δημιουρ­γών και με θέμα τι άλλο; Τον Χει­μώ­να, το χιόνι.

Πάμε;

Μπα­ρίς Πάστερ­νακ: Χιο­νί­ζει/1957

Χιό­νι πέφτει, χιό­νι πέφτει

μες τη θύελ­λα του χιονιά

τ’ άνθη απ’ το γερά­νι πλέουν

προς τ’ αστέ­ρια του ουρανού.

Χιό­νι πέφτει κι όλα ανάστα

όλα αρχί­ζουν να πετούν,

τα πατή­μα­τα στη σκάλα, 

το γέρ­μα του μονοπατιού.

Χιό­νι πέφτει, χιό­νι πέφτει

σα να μη γλι­στρούν νιφάδες

όλος ο ουρά­νιος θόλος

χαμη­λώ­νει προς τη γη.

Κι απ’ το πάνω σκαλοπάτι,

θάμα αλλό­κο­το κι αυτό,

κατε­βαί­νει απ’ τη σοφίτα,

κλε­φτά σα να έπαι­ζε κρυ­φτό, ο ουρανός.

Η ζωή δεν περιμένει.

Πριν προ­λά­βεις να κοιτάξεις,

πάει η άνοι­ξη! Τι πόνος!

Πέρα­σε άλλος ένας χρόνος.

Πέφτει πυκνό-πυκνό το χιόνι.

Στο δικό του το ρυθμό,

όμοια ράθυ­μα ή γοργά

τάχα η ζωή ν’ ακολουθά;

Μήπως τα χρό­νια , όπως τα λόγια

στο τρα­γού­δι, παν’ μαζί

συνο­δεύ­ο­ντας το χιόνι

καθώς πέφτει προς τη γη;

Χιό­νι πέφτει, χιό­νι πέφτει

χιό­νι πέφτει κι όλα ανάστα,

ο περα­στι­κός με τα’ άσπρα χιο­νι­σμέ­να του

μαλ­λιά, τ’ άνθη όλο απορία,

το δρο­μά­κι, η συνοικία.

Έχε­τε δια­βά­σει το κλα­σι­κό του Μπα­ρίς Πάστερ­νακ< Δόκτωρ Ζιβά­γκο>; Θα μου πεί­τε που κολά­ει…. Κολά­ει στο ότι το εξαί­ρε­το Χιο­νί­ζει όπως και το δεύ­τε­ρο που ακο­λου­θεί το Χει­μω­νιά­τι­κη νύχτα είναι 2 από τα 15 συνο­λι­κά ποι­ή­μα­τα-υπο­τί­θε­ται- του ποι­η­τή δόκτο­ρα Ζιβά­γκο που συμπε­ριέ­λα­βε ο Πάστερ­νακ στο πασί­γνω­στο μυθι­στό­ρη­μα του μόνο που… δεν τα έγρα­ψε ο δόκτορ Ζιβά­γκο αλλά ο Μπ. Πάστερνακ.

Μπα­ρίς Πάστερ­νακ: Χει­μω­νιά­τι­κη νύχτα/1946

Χιό­νι­ζε, χιό­νι­ζε απ’ άκρη σ’ άκρη

χιό­νι σκέ­πα­ζε τη γη.

Έκαι­γε πάνω στο τρα­πέ­ζι, έκαι­γε το κερί.

Όπως το θέρος γύρω από τη φλόγα

πετα­λου­δί­τσες φτερουγίζουν

νιφά­δες πέφτουν στην αυλή, στο παρα­θύ­ρι εμπρός στριφογυρίζουν.

Κολ­λού­σε η θύελ­λα στο τζάμι

κύκλους μικρούς και βέλη

έκαι­γε στο τρα­πέ­ζι το κερί, έκαι­γε στο τραπέζι.

Στη φωτι­σμέ­νη ορο­φή, απλώ­νο­νταν σκιές

χέρια ενω­μέ­να, πόδια ενω­μέ­να, δια­σταυ­ρω­μέ­να πεπρωμένα.

Κι έπε­φταν τα γοβά­κια σου στο πάτω­μα χτυπώντας,

έστα­ζε δάκρυα το κερί στου φου­στα­νιού την άκρη

καθώς κυλού­σε λιώ­νο­ντας από το λυχνοστάτη.

Κι όλα χάνο­νταν στο μού­χρω­μα το γκρί­ζο και μαβί

έκαι­γε πάνω στο τρα­πέ­ζι, έκαι­γε το κερί.

Φυσού­σε αερά­κι απ’ την γωνιά, κι η φλό­γα ξελογιάστρα

ύψω­νε σαν άγγε­λος δυο σταυ­ρω­τά φτερά.

Χιό­νι­ζε το φεγ­γά­ρι του Φλε­βά­ρη, κι απλώ­νο­νταν σιωπή

έκαι­γε πάνω στο τρα­πέ­ζι, έκαι­γε το κερί.

Ποιος θα χάσει το σπί­τι του σε πλει­στη­ρια­σμό; Ποιος δεν θα πάρει κοι­νω­νι­κό μέρι­σμα; Ποιος δεν έχει να πλη­ρώ­σει το νοί­κι; Ποιος κλαί­ει που ένας πρό­σφυ­γας έκα­νε από­πει­ρα αυτο­κτο­νί­ας; Ποιός θυμά­ται το γέρο που έπε­σε πέρ­σι από τον τρίτο;…

Τόσο χιό­νι… μα τόσο χιό­νι…. Ας το δού­με με τα μάτια των μεγά­λων Ρώσων δημιουρ­γών που συνέ­βα­λαν στην σύν­θε­ση του άρθρου.

Ιούλιος Κλέβερ (1850-1924).Το πάρκο του παλατιού της Γκάτσινα

Ιού­λιος Κλέ­βερ (1850–1924).Το πάρ­κο του παλα­τιού της Γκάτσινα

Ιούλιος Κλέβερ (1850-1924) Ένα χωριό στο νησί Νάργκεν

Ιού­λιος Κλέ­βερ (1850–1924) Ένα χωριό στο νησί Νάργκεν

Ιλαρίων Πριανίσνικοφ Παγετός- Η φυγή των Γάλλων.( Να θυμηθούμε: 400.000 Γάλλοι στρατιώτες του Ναπολέοντα χάθηκαν στα Ρώσικα χιόνια το 1812).

Ιλα­ρί­ων Πρια­νίσ­νι­κοφ Παγε­τός- Η φυγή των Γάλ­λων.( Να θυμη­θού­με: 400.000 Γάλ­λοι στρα­τιώ­τες του Ναπο­λέ­ο­ντα χάθη­καν στα Ρώσι­κα χιό­νια το 1812).

V. Kandisky. Βασίλι Καντίσκι() 1. Χειμώνας

V. Kandisky. Βασί­λι Καντί­σκι:  Χειμώνας

V. Kandisky. Βασίλι Καντίσκι: Μόσχα στο χιόνι/1916.

V. Kandisky. Βασί­λι Καντί­σκι: Μόσχα στο χιόνι/1916.

Τρο­μο­κρα­τία, τρα­γω­δία, κατα­πί­ε­ση, φωτιά στα όνει­ρα με τα χρώ­μα­τα του Καντί­σκι, του πρω­το­πό­ρου της αφη­ρη­μέ­νης τέχνης μεγά­λου Ρώσου καλλιτέχνη.

Σημεί­ω­ση: η κ. Χρυ­σάν­θη Κακου­λί­δου μετα­φρά­στρια και των 15 ποι­η­μά­των του Πάστερ­νακ από το Δρ. Ζιβά­γκο , μας θύμι­σε ότι το Χει­μω­νιά­τι­κη νύχτα έχει μελο­ποι­η­θεί με επι­τυ­χία, είναι δε η κ. Χρ. Κ., πρό­ε­δρος του Νέου Πνευ­μα­τι­κού Κύκλου Καλ­λι­θέ­ας και αντι­πρό­ε­δρος του Ελλη­νο­ρω­σι­κού Συν­δέ­σμου Φιλί­ας και Συνεργασίας.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο