Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Από το Πέραμα δεν έχει πέρασμα

Γρά­φει ο Σφυ­ρο­δρέ­πα­νος //

Το Πέρα­μα ηχη­τι­κά είναι πολύ κοντά με το πέρα­σμα κι ας μην υπάρ­χει κανέ­να (πέρα­σμα) πια. Ούτε για το τραμ, που έχει αφή­σει απλώς τα ίχνη του, για να μπο­ρεί ο κόσμος να κάνει μια σχε­τι­κά άνε­τη βόλ­τα, εκεί που ήταν κάπο­τε οι γραμ­μές του, ούτε ‑πολύ περισ­σό­τε­ρο- για το λαό του, που είναι στο περι­θώ­ριο, γεω­γρα­φι­κά και κοι­νω­νι­κά. Κάθε μετα­κί­νη­ση από το Πέρα­μα προς την Αθή­να είναι ένα μικρό ταξί­δι, που διαρ­κεί κοντά στη μία ώρα με το λεω­φο­ρείο, και μπο­ρεί να σε εξου­θε­νώ­σει, αν χρειά­ζε­ται να το κάνεις σε καθη­με­ρι­νή βάση, δημιουρ­γώ­ντας στον επι­βά­τη μια αίσθη­ση ματαιό­τη­τας. Δεν είναι όμως λόγω της μεγά­λης από­στα­σης που μοιά­ζει τόσο ‘εξω­τι­κό’ και άγριο το Πέρα­μα στα μάτια ενός επισκέπτη.
Το Πέρα­μα συγ­γε­νεύ­ει ηχη­τι­κά και με το πεί­ρα­μα. Κι ίσως για αυτό να αντι­με­τω­πί­ζουν παρα­δο­σια­κά οι αρχές τους κατοί­κους του σαν πει­ρα­μα­τό­ζωα. Και σαν πρώ­της τάξης (εργα­τι­κής) φολ­κλόρ σκη­νι­κό για την ανέ­ξο­δη φιλο­λαϊ­κή λεζά­ντα του αρι­στε­ρού πρω­θυ­πουρ­γού προ μερι­κών μηνών, όταν δια­φή­μι­ζε το παράλ­λη­λο πρό­γραμ­μα, επι­χει­ρώ­ντας να παρου­σιά­σει μια ρόδι­νη, παράλ­λη­λη πραγ­μα­τι­κό­τη­τα. Κι όπως βλέ­πεις απέ­να­ντι τη Σαλα­μί­να, πηγαί­νει η ψυχή σου στην Κού­λου­ρη από τόση ατα­λά­ντευ­τη αρι­στε­ρο­φρο­σύ­νη και σκέ­φτε­σαι την ατά­κα του Αντω­νί­ου στους από­ντες του Γραμ­μα­τι­κού: σήμε­ρα παι­δί μου δεν ξέρεις ποιος είναι δεξιός και ποιος αριστερός…
Αυτή τη φορά, αντί για χάντρες και καθρε­φτά­κια, ο Αλέ­ξης κου­βα­λού­σε μαζί του για τους ιθα­γε­νείς ένα πακέ­το υπο­σχέ­σε­ων, όπως πχ για την ανα­καί­νι­ση και την επα­να­λει­τουρ­γία του κολυμ­βη­τη­ρί­ου, που κου­βα­λά μια αμαρ­τω­λή ιστορία.
Υπήρ­χε όμως κι άλλη μια σκο­πι­μό­τη­τα πίσω από τη συγκε­κρι­μέ­νη επι­λο­γή, καθώς το Πέρα­μα ήταν παρα­δο­σια­κό κόκ­κι­νο προ­πύρ­γιο. Μόνο που το πολι­τι­κό στοι­χείο έχει ξεθω­ριά­σει κάπως με το πέρα­σμα του χρό­νου κι έχει μεί­νει το κόκ­κι­νο όπιο του Ολυ­μπια­κού, να τα σκε­πά­ζει όλα, όπως ένα σύν­θη­μα σε ένα μεγά­λο τεί­χος προς την είσο­δο της πόλης, που λέει κάτι σαν: δεν έχει νόη­μα να ζω χωρίς τον Ολυ­μπια­κό.
Κι εκεί είναι που κατα­λα­βαί­νεις πως το όπιο δεν είναι μόνο μια ουσία που πλα­σά­ρουν οι κρα­τού­ντες για να ναρ­κώ­νουν συνει­δή­σεις, αλλά και το παυ­σί­πο­νο που ανα­ζη­τά ο λαός, για να αντέ­ξει τη σύγ­χρο­νη κοι­λά­δα των δακρύων.
Το ξεθω­ρια­σμέ­νο κόκ­κι­νο λοι­πόν έδω­σε ένα ροζ Συρι­ζαίο δήμαρ­χο, που υπο­δέ­χτη­κε τον Τσί­πρα στη φιέ­στα που του ετοί­μα­σαν. Ό,τι πιο κοντι­νό μπο­ρεί να σκε­φτεί κανείς με τα Αγρο­τι­κά και το γνω­στό στί­χο για τον πολι­τι­κά­ντη που δια­φη­μί­ζει την ταξι­κή του κατα­γω­γή: κι εμέ­να οι παπ­πού­δες μου ήταν αγρό­τες, εργά­τες, κτλ
Το Πέρα­μα επί­σης είναι το μονα­δι­κό μέρος στο οποίο δεν είχαν λου­φά­ξει οι φασί­στες μετά από την καθο­λι­κή κατα­κραυ­γή για τη δολο­φο­νία του Παύ­λου Φύσ­σα από το Χρυ­σαυ­γί­τη Ρου­πα­κιά. Εκεί είχε γίνει εξάλ­λου, λίγες μέρες πριν τη δολο­φο­νία, η οργα­νω­μέ­νη δολο­φο­νι­κή επί­θε­ση-ενέ­δρα κατά ενός συνερ­γεί­ου μελών του ΠΑΜΕ που έκα­ναν αφισοκόλληση.
Τα γρα­φεία των φασι­στών είναι λίγο πιο πάνω από αυτά του Κόμ­μα­τος στον κεντρι­κό δρό­μο, και μαζεύ­ουν δυστυ­χώς ακό­μα και σήμε­ρα ουρές από κόσμο, όταν διε­νερ­γούν τα συσ­σί­τιά τους, με τα οποία εξα­γο­ρά­ζουν τη συνεί­δη­ση και την αξιο­πρέ­πεια των απελπισμένων.
Αλλά το μεγα­λύ­τε­ρο πρό­βλη­μα για τους συντρό­φους είναι η δυσκο­λία να πιά­σουν επα­φή με τα νέα παι­διά, να πιά­σουν τον παλ­μό τους, σπά­ζο­ντας το τεί­χος της αδια­φο­ρί­ας και της απά­θειας για την πολι­τι­κή και τα κοι­νά σε έναν κόσμο που δε σε λυπά­ται. Και για αυτό χρειά­ζε­ται μεγά­λη προ­σπά­θεια, υπο­μο­νή και πολ­λές πρω­το­βου­λί­ες, στην ίδια κατεύ­θυν­ση με την πολύ πετυ­χη­μέ­νη εικα­στι­κή έκθε­ση “άνθρω­ποι και σίδε­ρα”, που διορ­γα­νώ­νε­ται σε ετή­σια βάση, αλλά κι άλλες αντί­στοι­χες κινή­σεις της τοπι­κής οργάνωσης.
perama_agalma
Μια βασι­κή αιτία της υπο­χώ­ρη­σης, βέβαια, από όπου πηγά­ζουν αντι­κει­με­νι­κά κι οι δυσκο­λί­ες, έχει να κάνει με την παρακ­μή και τη συρ­ρί­κνω­ση της ναυ­πη­γο­ε­πι­σκευα­στι­κής ζώνης, που κάπο­τε απα­σχο­λού­σε χιλιά­δες εργα­ζό­με­νους, αλλά σήμε­ρα αυτός ο αριθ­μός έχει μειω­θεί δραματικά.
Παρό­λα αυτά παρα­μέ­νουν κάποιες δια­χρο­νι­κές στα­θε­ρές, όπως η κεντρι­κή είσο­δος της Ζώνης, με το επι­βλη­τι­κό μνη­μείο για τους νεκρούς μεταλ­λερ­γά­τες, μπρο­στά από τα γρα­φεία του ταξι­κού σωμα­τεί­ου. Υπάρ­χει όμως και ένα ‑ας το πού­με- σωμα­τείο “μόνο για Έλλη­νες”, που έστη­σαν οι φασί­στες, λίγο έξω από τα όρια της ζώνης, προ­κει­μέ­νου να πλα­σά­ρουν καλύ­τε­ρα τη φοβε­ρή πρό­τα­σή τους για μερο­κά­μα­τα πεί­νας 15 ευρώ και να προ­ω­θή­σουν τα συμ­φέ­ρο­ντα των αφε­ντι­κών τους.
IMG_20160205_134445
Την κατα­κλεί­δα του κει­μέ­νου μας τη δίνει μια εικό­να με σχε­δόν καλτ στοι­χεία, ενός σπι­τιού κοντά στο λιμά­νι, όπου ο ιδιο­κτή­της του έχει αναρ­τή­σει ένα πανό με το σύν­θη­μα “μόνο ο Χρι­στός σώζει”. Αλλά σε μια περιο­χή, όπου οι ντό­πιοι φαί­νε­ται να είναι ξεχα­σμέ­νοι από το θεό και τις αρχές, κανείς δεν πρό­κει­ται να τους σώσει πέρα από τον εαυ­τό τους. Και δεν πρό­κει­ται να αλλά­ξουν τη ‘σακα­τε­μέ­νη μοί­ρα τους’, αν δεν κατα­λά­βουν πως πρέ­πει να πάρουν τα πράγ­μα­τα στα χέρια τους, για­τί ως γνω­στόν, συν Αθη­νά και χεί­ρα κίνει…
Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο