Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

“Los colonos” _οι άποικοι: χιλιανή ταινία “western” για την _βαμμένη με αίμα ιμπεριαλιστική εξάπλωση

Ο Λένιν στο περί­φη­μο βιβλίο του «ο ιμπε­ρια­λι­σμός ανώ­τα­το στά­διο του καπι­τα­λι­σμού» (γρά­φτη­κε από τον Βλα­ντι­μίρ Ίλιτς πριν 108+ χρό­νια _το 1916 και δημο­σιεύ­τη­κε το 1917) χωρί­ζε­ται σχη­μα­τι­κά στα εξής:

  • Ι. Συγκέ­ντρω­ση της παρα­γω­γής και μονοπώλια
  • ΙΙ. Οι τρά­πε­ζες και ο νέος τους ρόλος
  • ΙΙΙ. Το χρη­μα­τι­στη­ρια­κό κεφά­λαιο και η χρη­μα­τι­στι­κή ολιγαρχία
    1. Η εξα­γω­γή κεφαλαίου
    2. Το μοί­ρα­σμα του κόσμου ανά­με­σα στις ενώ­σεις των καπιταλιστών
    3. Το μοί­ρα­σμα ανά­με­σα στις μεγά­λες δυνά­μεις _ χωρι­κή δια­στρω­μά­τω­ση του κόσμου
  • VII. Ο ιμπε­ρια­λι­σμός, ιδιαί­τε­ρο στά­διο του καπιταλισμού
  • VIII. Ο παρα­σι­τι­σμός και το σάπι­σμα του καπιταλισμού
  • ΙΧ. Κρι­τι­κή του ιμπεριαλισμού
  • Χ. Ιστο­ρι­κή θέση του ιμπεριαλισμού

Οι άποικοι _ Los colonos _
The Settlers _ The Colonists

Μέσα από το παρελ­θόν και μάλ­λον μακριά από τον Λένιν, ο Felipe Gálvez Haberle επι­χει­ρεί να εξη­γή­σει το παρόν: επι­κε­ντρώ­νε­ται στη σφα­γή των αυτό­χθο­νων πλη­θυ­σμών της Πατα­γο­νί­ας για την οικειο­ποί­η­ση πολύ­τι­μων εδα­φών σε τόνο western (συμπα­ρα­γω­γή Χιλή / Αργεντινή/ Ηνω­μέ­νο Βασί­λειο / Ταϊ­βάν / Γερ­μα­νία / Σου­η­δία κά _2023) — Σενά­ριο: Antonia Girardi, Mariano Llinás και Felipe Gálvez Haberle — 97λ

Παί­ζουν (οι λίγο πολύ άγνω­στοι σε μας) Camilo Arancibia, Mark Stanley, Benjamin Westfall, Alfredo Castro, Sam Spruell, Marcelo Alonso, Mariano Llinás.

Σαν να ήταν σχέ­δια­σμέ­νο, εδώ και αρκε­τό και­ρό οι φιλ­μο­γρα­φί­ες της Χιλής και της Αργε­ντι­νής ασχο­λού­νται με ζητή­μα­τα που συν­δέ­ο­νται με την κατά­κτη­ση με αίμα και δια πυρός-σιδή­ρου (και πολύ χρή­μα) των εδα­φών που αντι­προ­σω­πεύ­ουν σήμε­ρα τον γεω­γρα­φι­κό νότο και των δύο εθνών: της Πατα­γο­νί­ας. Οι άποι­κοι, του Φελί­πε Γκαλ­βέζ Χάμπερ­λε από τους υπε­ράν­δε­ους, είναι ένας νέος σύν­δε­σμος σε μια σει­ρά που περι­λαμ­βά­νει επί­σης τίτλους όπως το Fuga de la Patagonia (2016), των Αργε­ντι­νών Javier Zevallos και Francisco D’Eufemia ή Blanco en blanco (2019), από το Χιλια­νό Théo Court. Υπήρ­ξε μια πρό­σφα­τη τάση στον διε­θνή κινη­μα­το­γρά­φο τέχνης που χρο­νο­λο­γεί­ται από ακό­μη από δύο Αργε­ντι­νές ται­νί­ες της περα­σμέ­νης δεκα­ε­τί­ας: το Zama της Lucrecia Martel (2017) και το Jauja του Lisandro Alonso (2014). Σε τέτοιες ται­νί­ες το παρελ­θόν απο­τυ­πώ­νε­ται μέσα από τον φακό του παρό­ντος. Όλοι οι χαρα­κτή­ρες φορούν κοστού­μια επο­χής και τα σκη­νι­κά είναι έτσι ώστε να μοιά­ζουν σαν να ήταν της επο­χής, αλλά οι ιστο­ρί­ες που λέγο­νται και ο τρό­πος με τον οποίο λέγο­νται, «νιώ­θουν» πολύ από την επο­χή μας, σαν να είναι ακό­μα μαζί μας η φρίκη.

Όλα με κοι­νά και μη σημεία. Ορι­σμέ­να καλύ­πτουν ιστο­ρι­κά ζητή­μα­τα, μοι­ρά­ζο­νται περι­βάλ­λο­ντα, χαρα­κτή­ρες και συν­θή­κες, ιδιαί­τε­ρα τις σφα­γές των αυτό­χθο­νων πλη­θυ­σμών που οδη­γού­νται από επε­κτα­τι­κά κρά­τη. Υπάρ­χουν και αφη­γη­μα­τι­κές ομοιό­τη­τες, βασι­σμέ­νες σε γενι­κά στοι­χεία τυπι­κά των γου­έ­στερν, και τεχνι­κές (και οι τρεις προ­σφέ­ρουν εξαι­ρε­τι­κή φωτο­γρα­φι­κή δου­λειά, για παράδειγμα).

Η ται­νία αφη­γεί­ται το ταξί­δι μιας ομά­δας κυνη­γών μέσω της Γης του Πυρός κατά τα πρώ­τα χρό­νια του 20ού αιώ­να. Σταλ­μέ­νη από έναν γαιο­κτή­μο­να, στον οποίο το κρά­τος της Χιλής και της Αργε­ντι­νής παρα­χώ­ρη­σαν μια τερά­στια έκτα­ση γης για κατο­χή και εκμε­τάλ­λευ­ση, η ομά­δα ξεκι­νά το ταξί­δι της με στό­χο να καθα­ρί­σει την περιο­χή από την γηγε­νή παρου­σία, με δικαιο­λο­γία την εμπο­ρι­κή επέ­κτα­ση. Διοι­κεί ένας Βρε­τα­νός υπο­λο­χα­γός, ένας έμπι­στος άνδρας του γαιο­κτή­μο­να, μαζί με έναν καου­μπόη που ειδι­κεύ­τη­κε στη δολο­φο­νία των Απά­τσι κατά τη διάρ­κεια της «Κατά­κτη­σης της Δύσης». Η ομά­δα ολο­κλη­ρώ­νε­ται με ένα νεα­ρό χέρι ράν­τσο, που ξεχω­ρί­ζει τόσο για τη δεξιο­τε­χνία του με το του­φέ­κι όσο και για την κατα­γω­γή του, στην οποία η λευ­κό­τη­τα συγ­χω­νεύ­ε­ται με την ιθα­γε­νή, αν και η εμφά­νι­σή του τον ταυ­τί­ζει με την τελευ­ταία καταγωγή.

Η πρώ­τη σκη­νή συμπυ­κνώ­νει την αισθη­τι­κή και αφη­γη­μα­τι­κή ουσία της ται­νί­ας. Σε αυτό, ένας Βρε­τα­νός εργά­της χάνει ένα χέρι ενώ εργα­ζό­ταν για την περί­φρα­ξη γηπέ­δου. «Εδώ, ένας άντρας χωρίς χέρι είναι ένας άντρας λιγό­τε­ρος, το κατα­λα­βαί­νε­τε αυτό;» φωνά­ζει ο υπο­λο­χα­γός-επι­στά­της στα αγγλι­κά πριν εκτε­λέ­σει τον εργά­τη μπρο­στά στους συνα­δέλ­φους του. Γυρι­σμέ­νη με ακρί­βεια, μέσα από καρέ που απο­κα­λύ­πτουν τη σχέ­ση ανθρώ­που και επι­κρά­τειας, και με ένα εξπρε­σιο­νι­στι­κό soundtrack που χρο­νο­λο­γεί­ται από την ιδιό­τη­τά της στη western κατα­γω­γή, η σεκάνς παρου­σιά­ζει απο­τε­λε­σμα­τι­κά τους πρω­τα­γω­νι­στές της. Από τη μια, ο υπο­λο­χα­γός Alexander MacLennan, ο επι­στά­της κυνη­γός, ένας αδί­στα­κτος και βίαιος άνδρας για τον οποίο οι ζωές των άλλων είναι κάτω από τις εντο­λές που λαμ­βά­νει από τον ανώ­τε­ρό του, τον επι­χει­ρη­μα­τία José Menéndez. Και οι δύο είναι ιστο­ρι­κά πρό­σω­πα. Από την άλλη, ο νεα­ρός μεστί­ζος, μάρ­τυ­ρας των γεγο­νό­των, του οποί­ου το βλέμ­μα είναι ικα­νό να συμπυ­κνώ­σει τη φρί­κη και την αγα­νά­κτη­ση χάρη στη συντρι­πτι­κή ερμη­νεία του Camilo Arancibia. Η αντί­θε­ση μετα­ξύ των δύο θα τρο­φο­δο­τή­σει την έντα­ση της ιστορίας.

Σε αντί­θε­ση με το αμε­ρι­κα­νι­κό γου­έ­στερν, που χαρα­κτη­ρί­ζε­ται από το έπος, στο «οι άποι­κοι» κυριαρ­χεί η ενο­χή, μια αίσθη­ση που δεν πηγά­ζει μόνο από τον ρόλο του κρά­τους, αλλά και από αυτόν των ιδιω­τών _τότε και σήμε­ρα, στην εξό­ντω­ση ολό­κλη­ρων λαών, όπως οι Selknam. Η ται­νία παρα­θέ­τει για άλλη μια φορά αυτή την κουλ­τού­ρα μέσα από μια σκη­νή γεμά­τη εξαί­σια οπτι­κά εφέ _χωρίς ίχνος ψηφια­κής παρέμ­βα­σης (κάτι παρό­μοιο με το προ­α­να­φερ­θέν Blanco en Blanco). Μια ιστο­ρι­κή ενο­χή που επι­βα­ρύ­νει έγκαι­ρα χαρα­κτή­ρες με τα δικά τους ονό­μα­τα. Αυτό του MacLennan, γνω­στό και ως Chancho Colorado, του εκτε­λε­στι­κού βρα­χί­ο­να των απο­τρό­παιων σφα­γών. Αλλά και του Menéndez, ιδρυ­τή της δυνα­στεί­ας Braun Menéndez, του οποί­ου η εξου­σία εξα­κο­λου­θεί να εκτεί­νε­ται σήμε­ρα σε όλη την Πατα­γο­νία και στις δύο πλευ­ρές των συνό­ρων και από τον οποίο, μετα­ξύ άλλων, κατά­γε­ται ο πρώ­ην Αρχη­γός του Επι­τε­λεί­ου Marcos Peña. Η χάρα­ξη αυτής της γραμ­μής μετα­ξύ της ιστο­ρί­ας και του παρό­ντος δεν είναι ένα ιδιό­τρο­πο συμπέ­ρα­σμα, αλλά μάλ­λον μια πρό­θε­ση που υπο­γραμ­μί­ζει ο κώδι­κας της ται­νί­ας, όπου η μυθο­πλα­σία και το ντο­κι­μα­ντέρ ανα­μει­γνύ­ο­νται. Η πιο τρο­μα­κτι­κή σεκάνς της ται­νί­ας έχει τον Μπιλ και τον υπο­λο­χα­γό να σφα­γιά­ζουν μια φυλή αθώ­ων και μετά να βιά­ζουν τη μονα­δι­κή γυναί­κα που επέζησε.

Από τη “μεγάλη ληστεία του τρένου” _
1903,
στο “
curanto western”, του λυκόφωτος

Το κλα­σι­κό γου­έ­στερν άνθι­σε από την αρχή του κινη­μα­το­γρά­φου με το The Great Train Robbery (1903) του Edwin S. Porter, μέχρι περί­που τη δεκα­ε­τία του 1960. Αυτού του είδους οι ται­νί­ες, εξαι­ρε­τι­κά δημο­φι­λείς στο πρώ­το μισό του 20ού αιώ­να, επι­κε­ντρώ­θη­καν στο ρομα­ντι­κό και ηθι­κό ανα­πα­ρά­στα­ση της σύγκρου­σης μετα­ξύ καλού και κακού. Η αφή­γη­ση συχνά περι­λάμ­βα­νε έναν ενά­ρε­το λευ­κό ήρωα που αντι­με­τώ­πι­ζε σαφώς καθο­ρι­σμέ­νους «μελα­χρι­νούς» (συνή­θως ιθα­γε­νείς) κακούς σε ένα σκη­νι­κό συνό­ρων και συχνά δια­δρα­μα­τι­ζό­ταν σε ειδυλ­λια­κά τοπία των αμε­ρι­κα­νι­κών συνό­ρων, όπου ο πολι­τι­σμός και ο νόμος απου­σιά­ζουν ή βρί­σκο­νται σε εξέλιξη.

Τα “καου­μπόι­κα” και η ιστο­ρία τους

Το σπαγ­γέ­τι γου­έ­στερν εμφα­νί­στη­κε τη δεκα­ε­τία του 1960 και ονο­μά­ζε­ται έτσι επει­δή οι ται­νί­ες του παρά­γο­νται από Ιτα­λούς κινη­μα­το­γρα­φι­στές λόγω της απαί­τη­σης ενός κοι­νού που ζήτη­σε ται­νί­ες western όταν το Χόλι­γουντ είχε ήδη στα­μα­τή­σει να τις κάνει. Σε αντί­θε­ση με τα κλα­σι­κά, τα σπαγ­γέ­τι δια­δρα­μα­τί­ζο­νταν σε ένα άνυ­δρο, απο­γοη­τευ­μέ­νο και σκλη­ρό περι­βάλ­λον (στις ΝΔ ΗΠΑ ή το Μεξι­κό), αλλά στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα γυρί­στη­καν κυρί­ως στην Ισπα­νία (chorizo ​​γου­έ­στερν) και στην Ιτα­λία. Εισή­γα­γαν έναν πιο βίαιο και ρεα­λι­στι­κό τόνο με διφο­ρού­με­νους αντι­ή­ρω­ες που συγ­χέ­ο­νταν με κακούς όσον αφο­ρά την παρα­βί­α­ση των ηθι­κών αρχών και ορί­ων. Χάρη σε αυτό το είδος ται­νιών, αυτό που θα μπο­ρού­σε να ονο­μα­στεί «taco western» (μεξι­κα­νι­κές ται­νί­ες charro) και «churrasco western» (ται­νί­ες gauchos της Αργε­ντι­νής) εμφα­νί­στη­καν αργό­τε­ρα, μερι­κά παρα­δείγ­μα­τα διε­θνών παραλ­λα­γών σε ένα είδος με πολύ βαθιές ρίζες. Με τον Αμε­ρι­κα­νό ρατσι­στή , βίαιο και με αποι­κι­στι­κό παρελ­θόν, που συν­δέ­ε­ται με τη φιλο­σο­φία του “destino manifiesto” (σσ. Manifest Destiny ένα δόγ­μα στις ΗΠΑ του 19ου αιώ­να που αντι­προ­σώ­πευε την πεποί­θη­ση ότι οι Αμε­ρι­κα­νοί έποι­κοι ήταν προ­ο­ρι­σμέ­νοι _από το θεό, να επε­κτα­θούν δυτι­κά σε όλη τη Βόρεια Αμε­ρι­κή και ότι αυτή η πεποί­θη­ση ήταν προ­φα­νής και βέβαιη) .

Clint Eastwood: 8+1 πράγ­μα­τα που μάλ­λον δεν ξέρατε

Το western crepuscular (γου­έ­στερν του λυκό­φω­τος) ή το western de fin de época (τέλους επο­χής) ανα­φέ­ρε­ται στις καου­μπόι­κες ται­νί­ες που εμφα­νί­στη­καν στα τέλη της δεκα­ε­τί­ας του εξή­ντα στις ΗΠΑ ως αντί­δρα­ση στο σπαγ­γέ­τι γου­έ­στερν και επε­κτά­θη­καν μέχρι σήμε­ρα, σημα­το­δο­τώ­ντας μια αλλα­γή στην ανα­πα­ρά­στα­ση της Άγριας Δύσης. . Αυτές οι ται­νί­ες αμφι­σβη­τούν και ανα­τρέ­πουν τις παρα­δο­σια­κές συμ­βά­σεις του είδους και συχνά δια­δρα­μα­τί­ζο­νται σε μια Δύση που βρί­σκε­ται σε παρακ­μή, όπου ο πολι­τι­σμός κυριαρ­χεί και οι παλιές αξί­ες και τρό­ποι ζωής ξεθω­ριά­ζουν. Η δρά­ση παρα­με­ρί­ζε­ται, για να προ­βλη­μα­τι­στεί η ηθι­κή ασά­φεια, η απώ­λεια των ορί­ων και η μετά­βα­ση προς τη νεω­τε­ρι­κό­τη­τα. Ο πρω­τα­γω­νι­στής συνή­θως  είναι ένας σύν­θε­τος αντι­ή­ρω­ας και οι ιθα­γε­νείς παύ­ουν να θεω­ρού­νται κακοί και γίνο­νται ήρω­ες, μάρ­τυ­ρες και θύμα­τα της ωμό­τη­τας του λευκού.

Η πρώ­τη μεγά­λου μήκους ται­νία του Felipe Gálvez, θα μπο­ρού­σε κάλ­λι­στα να θεω­ρη­θεί «curanto western», αλλά σίγου­ρα ανή­κει στο υπο­εί­δος του λυκό­φω­τος. Με τον ίδιο τρό­πο που ο Robert Altman και ο φωτο­γρά­φος Vilmos Zsigmond κατά­φε­ραν να απα­θα­να­τί­σουν ένα πυκνό, αδια­φα­νές και κατα­θλι­πτι­κό τοπίο στο κλα­σι­κό λυκό­φως γου­έ­στερν McCabe & Mrs. Miller (Η έντι­μος κυρία κι ο χαρ­το­παί­κτης _1971, με Warren Beatty, Julie Christie και Rene Auberjonois ), ο Gálvez και η υπέ­ρο­χη κινη­μα­το­γρα­φί­στριά του Simone D’Arcangelo (συνερ­γά­της του Woody Allen στο αρκε­τές από τις ται­νί­ες του στο λυκό­φως), κάνουν σχε­δόν το ίδιο πράγ­μα, προ­σθέ­το­ντας στον αέρα μεγα­λο­πρέ­πειας των κλα­σι­κών γου­έ­στερν του Τζον Φορντ και του ανθυ­γιει­νού και διε­φθαρ­μέ­νου περι­βάλ­λο­ντος των γου­έ­στερν του Λεό­νε και του Κορμπούτσι.

Το Los colonos είναι μια ται­νία που προ­σκα­λεί αρχι­κά τον θεα­τή να απο­λαύ­σει τις οπτι­κές και ηχη­τι­κές υφές. Αλλά εκεί­νοι που περι­μέ­νουν μια έκρη­ξη βίας στην τελι­κή πρά­ξη όπως συμ­βαί­νει στα γου­έ­στερν του λυκό­φω­τος όπως το The Wild Bunch (1969) του Sam Peckinpah, το Unforgiven (1992) του Clint Eastwood, το Hateful Eight (2015) του Quentin Tarantino ή το Bone Tomahak ( 2015) του S. Craig Zahler, θα απο­γοη­τευ­τούν. Υπό αυτή την έννοια, η ται­νία του Gálvez θα μπο­ρού­σε να θεω­ρη­θεί ως το αντί­στοι­χο της ρεβι­ζιο­νι­στι­κής ται­νί­ας της Lucrecia Martel Zama, σε σχέ­ση με τις ται­νί­ες για την κατά­κτη­ση και τον προ­βλη­μα­τι­σμό της για τις αποι­κια­κές θηριω­δί­ες που διέ­πρα­ξε ο λευκός.

Η μου­σι­κή του Harry Allouche (The Prodigy) συμπλη­ρώ­νει οργα­νι­κά τη σάπια ατμό­σφαι­ρα της ται­νί­ας και η καλ­λι­τε­χνι­κή διεύ­θυν­ση του Sebastián Orgambide (El clan, La cordillera) προ­κα­λεί την έντα­ση, τον φόβο και τη δια­στρο­φή που είναι εγγε­νείς στην ιστορία.

Ται­νί­ες Πρώ­της Προ­βο­λής: Αποι­κιο­κρα­τία, Κέιτ Μπλάν­σετ, Μάικλ Κίτον και Μινό­ρε τρόμου

“Unforgiven” _ Clint Eastwood: το τέλος του ρομα­ντι­σμού στο γουέστερν

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο