Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

“Unforgiven” _ Clint Eastwood: το τέλος του ρομαντισμού στο γουέστερν

Σκη­νο­θε­τι­κό, το “Unforgiven”_“οι ασυγ­χώ­ρη­τοι” του 1992 είναι αναμ­φι­σβή­τη­τα κορυ­φαίο (αν όχι το κορυ­φαίο) επί­τευγ­μα του γερό­λυ­κου θρύ­λου του Χόλι­γουντ, που _μεταξύ άλλων στα 65α Όσκαρ κέρ­δι­σε 4 ‑το καλύ­τε­ρης ται­νί­ας και σκη­νο­θε­σί­ας +2 ακό­μη. Μαζί του οι Τζιν Χάκ­μαν, Μόρ­γκαν Φρί­μαν και Ρίτσαρντ Χάρις (σενά­ριο Ντέι­βιντ Γου­έμπ Πίπολς _του ίδιου είναι το Blade Runner ‑1982). Ο Ίστ­γουντ είχε δηλώ­σει ότι η ται­νία επρό­κει­το να είναι το τελευ­ταίο του γου­έ­στερν και αφιέ­ρω­σε την ται­νία στους (νεκρούς) σκη­νο­θέ­τες και μέντο­ρές του Ντον Σίγκελ και Σέρ­τζιο Λεόνε.

Σημείο γρα­φής: ο σενα­ριο­γρά­φος είχε συλ­λά­βει την ιδέα για την υπό­θε­ση της ται­νί­ας ήδη από το 1976 και είχε ξεκι­νή­σει να εργά­ζε­ται πάνω στο σενά­ριο με αρχι­κό τίτλο The Cut-Whore Killings κι έπει­τα The William Munny Killings αλλά ο Ίστ­γουντ που είχε ενδια­φερ­θεί από τότε για τον πρω­τα­γω­νι­στι­κό ρόλο καθυ­στε­ρού­σε με την υλο­ποί­η­ση της ται­νί­ας καθώς ήθε­λε να περά­σουν μερι­κά χρό­νια, ώστε να έχει …την κατάλ­λη­λη ηλι­κία για να ερμη­νεύ­σει τον πρω­τα­γω­νι­στι­κό ρόλο.

Τα “καου­μπόι­κα” και η ιστο­ρία τους

Επι­κε­ντρώ­νε­ται με τον Ίστ­γουντ στον κεντρι­κό ρόλο ως Γουί­λιαμ Μάνι (έναν ηλι­κιω­μέ­νο παρά­νο­μο) που ανα­λαμ­βά­νει μια τελευ­ταία απο­στο­λή κυνη­γού επι­κη­ρυγ­μέ­νων για προ­στα­τεύ­σει κάποια παι­διά και το σπί­τι τους. 62χρονος, όταν κυκλο­φό­ρη­σε το Unforgiven, ο Eastwood αντι­με­τω­πί­ζει άμε­σα την ιδέα του θανά­του, μέσα από τον χαρα­κτή­ρα του Munny, του οποί­ου τα χρό­νια αρχί­ζουν να επη­ρε­ά­ζουν την ικα­νό­τη­τά του να φρο­ντί­ζει την οικο­γέ­νειά του, ανα­τρέ­πο­ντας άμε­σα κλα­σι­κές ανα­πα­ρα­στά­σεις ηρώ­ων “machismo” σε όλο το κινη­μα­το­γρα­φι­κό είδος γου­έ­στερν (σσ. η αίσθη­ση του να είσαι ο _λευκός αρρε­νω­πός, “άντρας”, αυτο­δύ­να­μος, με  αίσθη­ση υπε­ρη­φά­νειας _ανωτερότητας).

Η παράδοση του Clintwood
ως μια από τις πιο αξιόλογες φιγούρες του είδους

Ενώ τα revisionist westerns έχουν ανέ­βει στη μόδα μετα­ξύ των κινη­μα­το­γρα­φι­στών arthouse από τη δεκα­ε­τία του 1970, η ερμη­νεία του Unforgiven για το ρεβι­ζιο­νι­στι­κό γου­έ­στερν έφε­ρε το υπο­εί­δος στο προ­σκή­νιο της κινη­μα­το­γρα­φι­κής κουλ­τού­ρας, ανοί­γο­ντας το δρό­μο για άλλα, όπως το The Assassination of Jesse James by the Coward Robert Ford και το The Δύνα­μη του Σκύ­λου. Ας δού­με πώς το Unforgiven τελεί­ω­σε το σαρω­τι­κό κινη­μα­το­γρα­φι­κό γου­έ­στερν υπέρ της ανα­τρο­πής των παρα­δό­σε­ων του είδους που το κοι­νό περιμένει.
σσ. Το “ρεβι­ζιο­νι­στι­κό” _κυριολεκτικά και μετα­φο­ρι­κά “ανα­θε­ω­ρη­τι­κό” γου­έ­στερν (επί­σης αντι-γου­έ­στερν) είναι μια μετα­κλα­σι­κή παραλ­λα­γή του παρα­δο­σια­κού, όπου ανα­τρέ­πει ο μύθο και ο ρομα­ντι­σμός του παρα­δο­σια­κού μέσω της ανά­πτυ­ξης ρεα­λι­στι­κών χαρα­κτή­ρων παρου­σιά­ζο­ντας μια λιγό­τε­ρο απλοϊ­κή άπο­ψη της ζωής στην «παλιά _άγρια Δύση». Ενώ το “παρα­δο­σια­κό” ενσαρ­κώ­νει πάντα ένα σαφές όριο μετα­ξύ καλού και κακού, το “ανα­θε­ω­ρη­τι­κό” δεν το κάνει.

“Unforgiven”;

Δια­δρα­μα­τί­ζε­ται το 1878, περί­που στα μέσα της περιό­δου της «Άγριας Δύσης». Όπως ανα­φέρ­θη­κε, ο χαρα­κτή­ρας του Eastwood William Munny είναι η καρ­διά της ται­νί­ας, ένας μαχό­με­νος χοι­ρο­τρό­φος και χήρος που έμει­νε μόνος για να μεγα­λώ­σει τα δύο μικρά παι­διά του. Κοντά στο ράν­τσο του Munny, στο ανα­πτυσ­σό­με­νο φυλά­κιο του Big Whisky, μια νεα­ρή εργά­τρια _πουτάνα υφί­στα­ται φρι­κια­στι­κή επί­θε­ση με μαχαί­ρι από δύο πελά­τες καου­μπό­η­δες, για­τί τους μπή­κε προ­κλη­τι­κά στη μύτη. Όταν ο σκιε­ρός σερί­φης «Μικρός» _“Little” του Big Whisky, Bill Daggett (Gene Hackman) απο­τυγ­χά­νει να τιμω­ρή­σει τους παρα­βά­τες, οι οργα­νω­μέ­νες σε συν­δι­κά­το (!!) πόρ­νες, απο­φα­σί­ζουν να προ­σφέ­ρουν πριμ 1.000 $ στον Ίστ­γουντ προ­κει­μέ­νου να τις βοη­θή­σει να πάρουν εκδί­κη­ση.  Ένας νεα­ρός απρό­βλε­πτος παρά­νο­μος που αυτο­α­πο­κα­λεί­ται «Schofield Kid», (τον υπο­δύ­ε­ται ο Jaimz Woolvett), επι­λέ­γει να ακο­λου­θή­σει το κυνή­γι επι­κη­ρυγ­μέ­νων, δίπλα στον Munny με βάση τις βίαιες γεν­ναί­ες ιστο­ρί­ες που έχει ακού­σει για το παρελ­θόν του. Στην αρχή, ο Munny είναι απρό­θυ­μος να δεχτεί την προ­σφο­ρά συνερ­γα­σί­ας –– ανα­φε­ρό­με­νος στην ανα­μόρ­φω­ση της ηθι­κής και του πνεύ­μα­τος της εκλι­πό­ντος συζύ­γου του–– αλλά η ευκαι­ρία είναι πολύ προ­σο­δο­φό­ρα και έτσι, στρα­το­λο­γεί τον παλιό του (μαύ­ρο) φίλο, Νεντ Λόγκαν (Μόρ­γκαν Φρί­μαν) και το τρίο ξεκι­νά να εισπρά­ξει μαζί το μπό­νους, ενώ ορκί­ζε­ται ότι θα είναι οι τελευ­ταί­οι που θα κυνη­γή­σει ποτέ.

Ο Eastwood αντιμετωπίζει 
τον δικό του μύθο στο “Unforgiven”

Η καριέ­ρα του Ίστ­γουντ καθιε­ρώ­θη­κε χάρη σε μέρη “άγριας δύσης”, κατά τη διάρ­κεια των δεκα­ε­τιών του 1950 και του 1960, και έγι­νε γνω­στό όνο­μα στις ΗΠΑ στο κλα­σι­κό τηλε­ο­πτι­κό Rawhide και γνω­στή φιγού­ρα στον ευρω­παϊ­κό κινη­μα­το­γρά­φο ως “Man with No Name” στην εμβλη­μα­τι­κή “3λογία $” του Σέρ­τζιο Λεόνε.

Αυτοί οι ρόλοι γου­έ­στερν βοή­θη­σαν στην εκτό­ξευ­ση της καριέ­ρας του στο προ­σκή­νιο του κινη­μα­το­γρά­φου και τον ενί­σχυ­σαν ως τον υπο­δειγ­μα­τι­κό υπερ-αρρε­νω­πό χαρα­κτή­ρα που χαρα­κτή­ρι­ζε συνή­θως τους πρω­τα­γω­νι­στές στο είδος. Ωστό­σο, το Unforgiven και οι ανα­τρο­πές του επι­τρέ­πουν στον Ίστ­γουντ να αμφι­σβη­τή­σει τον θρύ­λο της machismo περ­σό­νας του ως ενός από τους πιο αξιό­λο­γους του Χόλι­γουντ εδώ και πολ­λές 10ετίες.

Ο χαρα­κτή­ρας του Munny ξεφεύ­γει από το ανδρι­κό, εύσω­μο όρα­μα, τα γου­ρού­νια που εκτρέ­φει στο ράν­τσο του τον σέρ­νουν μέσα στη λάσπη, πέφτει από το άλο­γό του μετά από πολ­λές προ­σπά­θειες να το ανέ­βει και επι­λέ­γει να χρη­σι­μο­ποι­ή­σει κυνη­γε­τι­κό όπλο στο κυνή­γι επι­κη­ρυγ­μέ­νων του αντί για πιστό­λι, το οποίο απαι­τεί πολύ πιο ακρι­βή χει­ρι­σμό και ακρί­βεια. Αυτή η εικό­να του Ίστ­γουντ στον ρόλο του Μάνι, που “πήρε τον σπό­ρο” του, απο­κλί­νει δρα­στι­κά από τις πρώ­τες του ερμη­νεί­ες στα γου­έ­στερν, κατα­στρέ­φο­ντας τις ιδέ­ες που τρέ­φει το κοι­νό για τον ηθο­ποιό πριν δει το Unforgiven. Ο χαρα­κτή­ρας του Munny μετα­νιώ­νει σοβα­ρά για τις προη­γού­με­νες πρά­ξεις του, κου­βα­λώ­ντας την ενο­χή από τη βίαιη ιστο­ρία του αντί να τη χρη­σι­μο­ποι­ή­σει για να δοξά­σει τη θρυ­λι­κή του θέση ως όπλο παρανόμου.

Σημειω­τέ­ον, η αφή­γη­ση και η δημιουρ­γία μύθων είναι σημα­ντι­κά θέμα­τα σε όλο το Unforgiven, με τις φήμες για τα περα­σμέ­να κατορ­θώ­μα­τα του Munny να λέγο­νται μέσω ανε­πι­βε­βαί­ω­των φημών, ακό­μη-ακό­μη και με τη θαυ­μα­στή μυθο­πλα­σία του The Kid για τον Munny να βασί­ζε­ται σε πεζές μαρ­τυ­ρί­ες και κου­τσο­μπο­λιά, μακριά από την πραγ­μα­τι­κό­τη­τα και την αλή­θεια. Και στον επί­λο­γο της ται­νί­ας _αντί happy end, επι­λέ­γει να εγκα­τα­λεί­ψει τη ζωή του ως αγρό­της και μετα­φέ­ρει την οικο­γέ­νειά του στο Σαν Φραν­σί­σκο, όπου γίνε­ται επι­χει­ρη­μα­τί­ας έμπο­ρος _το σύγ­χρο­νο αμε­ρι­κά­νι­κο όνει­ρα κόντρα στο παλιό. Αυτή η απόρ­ρι­ψη μιας ζωής στην Άγρια Δύση που κάπο­τε επι­θυ­μού­σε δεί­χνει την κατα­νό­η­ση του Munny για τη φθο­ρά της προη­γού­με­νης ύπαρ­ξής του ως παρά­νο­μου, μια σκέ­ψη που δεν θα γινό­ταν ποτέ απο­δε­κτή στις ρομα­ντι­κές παρα­δό­σεις των πρώ­των γου­έ­στερν. Μέσω της σύν­θε­σης του χαρα­κτή­ρα από τον Eastwood, δημιουρ­γεί­ται έναν συναι­σθη­μα­τι­κά πολύ­πλο­κο αντι­ή­ρω­ας, δίνο­ντας στον –ψαγ­μέ­νο, θεα­τή τη δυνα­τό­τη­τα να ανα­θε­ω­ρή­σει τις έννοιές του για τους παρα­δο­σια­κούς ήρω­ες του είδους.

Το «Unforgiven» ανατρέπει τις νόρμες

Το Unforgiven λει­τουρ­γεί δυνα­μι­κά για να εξε­τά­σει εξο­νυ­χι­στι­κά την έννοια των ηρώ­ων ενα­ντί­ον των κακών, μαζί με τη φετι­χο­ποί­η­ση της βίας που συνα­ντά­με στα κλα­σι­κά γου­έ­στερν. Ενώ τα συμ­βα­τι­κά παρα­δείγ­μα­τα οριο­θε­τούν ξεκά­θα­ρα τους καλούς από τους κακούς με μια απλή ασπρο_μαύρο προ­σέγ­γι­ση, “οι ασυγ­χώ­ρη­τοι” είναι μια ται­νία που απει­κο­νί­ζει την ηθι­κή ασά­φεια σε όλους τους χαρα­κτή­ρες, αντι­κα­το­πτρί­ζο­ντας μια πιο νατου­ρα­λι­στι­κή προ­σέγ­γι­ση στην ανά­πτυ­ξή τους κοντά στην πραγ­μα­τι­κή ζωή. Επι­πλέ­ον, τα ύπο­πτα ταξί­δια εξου­σί­ας του σερί­φη Ντά­γκετ ανα­τρέ­πουν τις ηθι­κές συμ­βά­σεις που χρη­σι­μο­ποιού­νται συνή­θως για να απει­κο­νί­σουν τους φύλα­κες του νόμου σε όλα τα γου­έ­στερν στον κινη­μα­το­γρά­φο και την τηλε­ό­ρα­ση. Οι κορυ­φαί­ες σκη­νές της ται­νί­ας δεν είναι καθό­λου εντυ­πω­σια­κές, αλλά σκο­πί­μως άτι­μες ενέ­δρες και ακα­τά­στα­τες, μακρο­χρό­νιες αντι­πα­ρα­θέ­σεις, που χρη­σι­μο­ποιού­νται για να επι­βε­βαιώ­σουν περαι­τέ­ρω την άθλια βία που ασκεί­ται από τις ενά­ρε­τα διε­φθαρ­μέ­νες προ­σω­πι­κό­τη­τες του Unforgiven. Ενώ τα παρα­δο­σια­κά γου­έ­στερν βρί­σκουν συνή­θως μεθό­δους αιτιο­λό­γη­σης της βίας ως εγγε­νώς ενσω­μα­τω­μέ­νες στη δομή του έργου, “οι ασυγ­χώ­ρη­τοι” λει­τουρ­γούν με συναρ­πα­στι­κούς τρό­πους απει­κό­νι­σης της βίας, ενώ περι­λαμ­βά­νει και σύγ­χρο­νες κρι­τι­κές οπτικές.

Η ανα­τρο­πή της συμ­βα­τι­κής αρρε­νω­πό­τη­τας εκφρά­ζε­ται ξεκά­θα­ρα μέσα από τους ανδρι­κούς χαρα­κτή­ρες και τις πρά­ξεις τους. Το υπο­κι­νη­τι­κό περι­στα­τι­κό με την επί­θε­ση της νεα­ρής εργά­τριας του σεξ στο μπορ­ντέ­λο στην αρχή της ται­νί­ας απει­κο­νί­ζει ρητά την αντρι­κή ανα­σφά­λεια, ο καου­μπόι χρη­σι­μο­ποιεί ένα μαχαί­ρι ως βίαιο φαλ­λι­κό όταν απο­τυγ­χά­νει να εντυ­πω­σιά­σει με τη δική του σωμα­τι­κή διά­πλα­ση την πόρ­νη, που _στο ύψος της προ­σβά­λει το μέγε­θος του τσου­τσου­νιο­πυ του. Αυτή η πρώ­ι­μη στιγ­μή είναι κρί­σι­μη για την κατα­νό­η­ση της κατα­δί­κης των παρα­δό­σε­ων του γου­έ­στερν και της προ­σή­λω­σής της στην εξι­δα­νί­κευ­ση των ανδρών ως φαλ­λο­κρα­τι­κών φονι­κών μηχα­νών. Μια άλλη ενδια­φέ­ρου­σα ανα­το­μι­κή παρου­σί­α­ση της ανδρι­κής αβε­βαιό­τη­τας απει­κο­νί­ζε­ται μέσω της ανα­κά­λυ­ψης της μυω­πί­ας του Kid _η οποία τον εμπο­δί­ζει να έχει ακρι­βή βολή (στις περισ­σό­τε­ρες περι­πτώ­σεις ρίχνει “στο γάμο του καρα­γκιό­ζη)”. Αυτή η ανα­σφά­λεια δίνει τερά­στιο βάρος στον χαρα­κτή­ρα, εμπο­δί­ζο­ντάς τον να γίνει ο λατρε­μέ­νος οπλο­φό­ρος που φιλο­δο­ξεί να γίνει, και επί­σης τον οδη­γεί στην πιο αμφι­σβη­τή­σι­μη ηθι­κή στιγ­μή του, επι­λέ­γο­ντας να επι­τε­θεί σε έναν παρά­νο­μο ενώ χρη­σι­μο­ποιεί το απο­χω­ρη­τή­ριο outhouse.

“Unforgiven”: οι γυναίκες 
στο επίκεντρο της ιστορίας

Οι γυναι­κεί­οι χαρα­κτή­ρες υπήρ­χαν συχνά σαν ντε­κόρ στα γου­έ­στερν _στα πλαί­σια και της κοι­νω­νι­κής θέσης της γυναί­κας, αλλά εδώ οι πρά­ξεις τους είναι ο συν­δε­τι­κός κρί­κος που οδη­γούν τελι­κά την αφή­γη­ση της ται­νί­ας. Παρό­λο που οι εργά­τριες του σεξ αντι­με­τω­πί­ζο­νται σαν ιδιο­κτη­σία των ανδρών εργο­δο­τών τους, είναι τελι­κά εκεί­νες που απο­φα­σί­ζουν να απο­δώ­σουν δικαιο­σύ­νη στο “”κακό το ριζι­κό τους”, συγκε­ντρώ­νο­ντας τη γεν­ναιο­δω­ρία που ανα­λαμ­βά­νουν ο Munny και οι συμπα­τριώ­τες του και ξεκι­νώ­ντας τη δρά­ση του ται­νία. Ακό­μη και ως ιερό­δου­λες –– ένα επάγ­γελ­μα που χρη­σι­μο­ποιεί­ται συχνά στα γου­έ­στερν για την υπο­τί­μη­ση των γυναι­κών–– αυτές οι κυρί­ες έχουν μια πολύ πιο απο­φα­σι­στι­κή αντί­λη­ψη για το τι είναι ενά­ρε­τα δίκαιο σε σύγκρι­ση με τους αντρι­κούς χαρα­κτή­ρες, καθι­στώ­ντας τες την απί­θα­νη ηθι­κή πυξί­δα του Unforgiven. Αν και πέθα­νε πριν από την έναρ­ξη της ται­νί­ας, η αεί­μνη­στη σύζυ­γος του Munny εξα­κο­λου­θεί να λει­τουρ­γεί ως λάτρης του πνεύ­μα­τός του, βοη­θώ­ντας τον να αφή­σει πίσω τη ζωή του ως παρά­νο­μος υπέρ μιας πιο αδιά­φθο­ρης ύπαρ­ξης. Η ται­νία αρχί­ζει και τελειώ­νει στον τάφο της, και ο Munny ανα­φέ­ρε­ται συχνά στην αγνή ουσία της όταν κάνει τις δικές του επι­λο­γές. Όταν ο Kid απευ­θύ­νει για πρώ­τη φορά έκκλη­ση στον Munny να κάνει μια τελευ­ταία δου­λειά κυνη­γιού επι­κη­ρυγ­μέ­νων, ανα­φέ­ρε­ται τη γυναί­κα του, λέγο­ντας: “Δεν έχω αγγί­ξει ούτε μια στα­γό­να εδώ και δέκα χρό­νια. Η γυναί­κα μου, με θερά­πευ­σε… με θερά­πευ­σε από το ποτό μια wickedness (αχρειό­τη­τα). Αυτή η παρου­σία της όψι­μης αγά­πης του σε όλες τις επι­λο­γές του είναι μια λεπτή δια­τα­ρα­χή της παρα­δο­σια­κής ανδρι­κής ηρω­ι­κής φιγού­ρας στα γου­έ­στερν, δια­χω­ρί­ζο­ντας τον Munny από την ιδέα ενός σκλη­ρο­τρά­χη­λου, ανε­ξάρ­τη­του άνδρα.

Πολ­λοί θα συμ­φω­νού­σαν ότι το Unforgiven είναι ο μεγα­λύ­τε­ρος θρί­αμ­βος για τον Ίστ­γουντ ως σκη­νο­θέ­τη, ακό­μη και αν κοι­τά­ξου­με το σύνο­λο των 40+ έργων του ως σκη­νο­θέ­τη. Η ται­νία παίρ­νει γνω­στά τρο­πά­ρια και τα ανα­πο­δο­γυ­ρί­ζει, συντρί­βο­ντας τα παρα­δο­σια­κά και εκλαϊ­κεύ­ο­ντας τις έννοιες, λαν­σά­ρο­ντας το ρεβι­ζιο­νι­στι­κό του στην κινη­μα­το­γρα­φι­κή κουλ­τού­ρα, με ιδέ­ες που θα εμπνεύ­σουν πολ­λές άλλες οπτι­κές για το είδος, που έχει συναρ­πά­σει τους λάτρεις του κινη­μα­το­γρά­φου  Επι­πλέ­ον, η μονα­δι­κή αυτο-ανα­κλα­στι­κό­τη­τα της ται­νί­ας επι­τρέ­πει στον Ίστ­γουντ να διε­ρευ­νή­σει τη δική του μυθι­κή θέση ως μία από τις πιο σημαί­νου­σες φιγού­ρες της αση­μέ­νιας (αν όχι της χρυ­σής) οθόνης.

 

 

 

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο