Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Οι Δολοφόνοι των Ανθισμένων Φεγγαριών

Μετά τα εντυ­πω­σια­κά “Ματω­μέ­να Φεγ­γά­ρια” του Nesbo, οι Killers of the Flower Moon (Δολο­φό­νοι του Ανθι­σμέ­νου Φεγ­γα­ριού) του μαέ­στρου Μάρ­τιν Σκορ­σέ­ζε, υπό­σχο­νται να μας στοι­χειώ­σουν, καθη­λώ­νο­ντάς μας 3ω 26λ.

Γρά­φει ο \\ Αστέ­ρης Αλα­μπής _Μίδας

Οι δολο­φο­νί­ες των Ινδιά­νων Osage
για το “μαύ­ρο χρυ­σά­φι

Απρί­λης 2017: κυκλο­φο­ρεί το 352 σελ. βιβλίο “Killers of the Flower Moon ISBN 978–0‑385–53424‑6 (454 σελ 21Χ14 ISBN: 978–618-5422–01‑1 στα ελλη­νι­κά), ένα “μη λογο­τε­χνι­κό” πόνη­μα ανα­φο­ρι­κά με τις δολο­φο­νί­ες Ινδιά­νων στις ΗΠΑ (των Osage _Όσατζ στη συγκε­κρι­μέ­νη περί­πτω­ση), παράλ­λη­λα με τη γέν­νη­ση του FBI από τον Αμε­ρι­κα­νό δημο­σιο­γρά­φο David Grann. Το περιο­δι­κό Time κατέ­τα­ξε το Killers of the Flower Moon ως ένα από τα δέκα κορυ­φαία βιβλία “μη λογο­τε­χνί­ας” του 2017. Ένα παλαιό­τε­ρο μυθι­στό­ρη­μα για το ίδιο θέμα, από τη συγ­γρα­φέα Chickasaw Linda Hogan, με τίτλο Mean Spirit (Μυστι­κό πνεύ­μα), προ­τά­θη­κε για βρα­βείο Pulitzer μυθο­πλα­σί­ας το 1991.

William Hale 1926 _2ος από αρι­στε­ρά+ John Ramsey δίπλα του μετα­ξύ δύο πρα­κτό­ρων του FBI

Να πάρου­με τα πράγ­μα­τα με τη σει­ρά: το μακε­λειό των Ινδιά­νων Osage ήταν μια σει­ρά δολο­φο­νιών ιθα­γε­νών Αμε­ρι­κα­νών (στην κομη­τεία Osage της Οκλα­χό­μα), κατά τη διάρ­κεια της δεκα­ε­τί­ας 1910–1930. Οι εφη­με­ρί­δες περιέ­γρα­ψαν τον “αυξα­νό­με­νο αριθ­μό των ανε­ξι­χνί­α­στων δολο­φο­νιών” ως τη βασι­λεία του τρό­μου, που διήρ­κε­σε από το 1921 έως το 1926. Περί­που εξή­ντα ή περισ­σό­τε­ροι εξέ­χο­ντες ιθα­γε­νείς ανα­φέρ­θη­καν ότι σκο­τώ­θη­καν “μυστη­ριω­δώς” από το 1918 έως το 1931, ενώ νεό­τε­ρα στοι­χεία δεί­χνουν ότι “άλλοι ύπο­πτοι θάνα­τοι κατά τη διάρ­κεια αυτής της περιό­δου θα μπο­ρού­σαν να είχαν συγκα­λυ­φθεί και περαι­τέ­ρω έρευ­να έδει­ξε ότι ο αριθ­μός των νεκρών μπο­ρεί να ήταν εκα­το­ντά­δες _ακόμη και πάνω από χίλιοι”.

Ορι­σμέ­νες από τις δολο­φο­νί­ες δια­πρά­χθη­καν με σκο­πό την κατά­λη­ψη της πλού­σιας στο πολύ­τι­μο πετρέ­λαιο _μαύρο χρυ­σά­φι γης τους που ο καθέ­νας είχε δικαιώ­μα­τα κεφα­λαί­ου με προ­σο­δο­φό­ρα ετή­σια δικαιώ­μα­τα. Η έρευ­να από τις αρχές επι­βο­λής του νόμου, συμπε­ρι­λαμ­βα­νο­μέ­νου του Γρα­φεί­ου Ερευ­νών (BOI, ο πρό­δρο­μος του FBI) απο­κά­λυ­ψε “εκτε­τα­μέ­νη δια­φθο­ρά μετα­ξύ τοπι­κών αξιω­μα­τού­χων που εμπλέ­κο­νται στο πρό­γραμ­μα (κατ΄ ευφη­μι­σμό)  “guardian” των Osage. Οι περισ­σό­τε­ροι από τους φόνους δεν διώ­χθη­καν ποτέ. Ωστό­σο, ορι­σμέ­νοι από τους εμπλε­κό­με­νους κατα­δι­κά­στη­καν, όπως πχ. ο William Hale, ο οποί­ος διέ­τα­ξε τις δολο­φο­νί­ες της γυναί­κας του ανι­ψιού του και άλλων μελών της οικο­γέ­νειάς της για να απο­κτή­σουν τον έλεγ­χο των δικαιω­μά­των τους στο πετρέ­λαιο. Δύο άλλοι άνδρες που εμπλέ­κο­νταν στη Hale, οι Henry Grammer και Asa Kirby, πέθα­ναν κατά τη διάρ­κεια της έρευνας.

Το The Old Farmer’s Almanac, (σσ. περιέ­χει προ­γνώ­σεις και­ρού, χάρ­τες φύτευ­σης, αστρο­νο­μι­κά δεδο­μέ­να, συντα­γές και διά­φο­ρα, κηπου­ρι­κή, αθλη­τι­σμό, λαο­γρα­φία, μόδα, τεχνο­λο­γία, τρό­φι­μα κλπ για το επό­με­νο έτος, εκδί­δε­ται συνε­χώς από το 1792, καθι­στώ­ντας το παλαιό­τε­ρο περιο­δι­κό που εκδί­δε­ται συνε­χώς στις ΗΠΑ) το οποίο άρχι­σε να δημο­σιεύ­ει για πρώ­τη φορά τα ονό­μα­τα για τις παν­σέ­λη­νους τη δεκα­ε­τία του 1930, κατέ­γρα­ψε το όνο­μα που έδω­σαν οι ιθα­γε­νείς φυλές στην παν­σέ­λη­νο τον Μάιο “Flower Moon” λόγω των λου­λου­διών που ανθί­ζουν σε όλη τη Βόρεια Αμε­ρι­κή, σημα­το­δο­τώ­ντας την αφθο­νία και τον ερχο­μό της Άνοι­ξης μετά από έναν κρύο, σκλη­ρό χειμώνα.
Το βιβλίο ερευ­νά _όπως είπα­με μια σει­ρά από δολο­φο­νί­ες πλού­σιων ιθα­γε­νών στις αρχές της δεκα­ε­τί­ας του 1920—αφού ανα­κα­λύ­φθη­καν μεγά­λα κοι­τά­σμα­τα πετρε­λαί­ου κάτω από τη γη τους και με δικα­στι­κή από­φα­ση από­κτη­σαν δικαιώ­μα­τα για % από τα νόμι­μα κέρ­δη στη γη τους.

Οι Osage θεω­ρού­νται ως ο “middle man” (μεσαία τάξη) και σχε­διά­ζε­ται μια περί­πλο­κη πλο­κή για την εξά­λει­ψη των έναν προς έναν κλη­ρο­νό­μων με κάθε δυνα­τό μέσο.
Ο ιστό­το­πος συγκέ­ντρω­σης κρι­τι­κών Book Marks ανέ­φε­ρε ότι συνο­λι­κά το Killers of the Flower Moon έλα­βε διθυ­ραμ­βι­κές κρι­τι­κές από κρι­τι­κούς λογοτεχνίας.
Γρά­φο­ντας για τους New York Times, ο Dave Eggers απο­κά­λε­σε το βιβλίο «καθη­λω­τι­κό» και έγρα­ψε, «σε αυτές τις τελευ­ταί­ες σελί­δες, ο Grann πετυ­χαί­νει αυτό που ήταν ήδη μια συναρ­πα­στι­κή και πει­θαρ­χη­μέ­νη κατα­γρα­φή ενός ξεχα­σμέ­νου κεφα­λαί­ου στην αμε­ρι­κα­νι­κή ιστο­ρία, και με τη βοή­θεια των επι­ζώ­ντων μελών της φυλής, “φωτί­ζει μια αρρω­στη­μέ­νη συνω­μο­σία που πηγαί­νει πολύ πιο βαθιά από εκεί­να τα τέσ­σε­ρα χρό­νια φρί­κης, (που) θα μαυ­ρί­σει την ψυχή σας (την ψυχή μας δλδ)”.
Ο Sean Woods του Rolling Stone επαί­νε­σε το βιβλίο του Grann, σημειώ­νο­ντας: «Στο νέο του αρι­στουρ­γη­μα­τι­κό βιβλίο… Ο Grann εξι­στο­ρεί μια ιστο­ρία φόνου, προ­δο­σί­ας, ηρω­ι­σμού και τον αγώ­να ενός έθνους να αφή­σει πίσω τον πολι­τι­σμό των συνό­ρων του και να εισέλ­θει στον σύγ­χρο­νο κόσμο… σχε­δόν μυθι­κοί χαρα­κτή­ρες από το παρελ­θόν μας – στω­ι­κοί Τέξας Ρέιν­τζερς, διε­φθαρ­μέ­νοι βαρό­νοι ληστές, ιδιω­τι­κοί ντε­τέ­κτιβ και δολο­φο­νι­κοί απελ­πι­σμέ­νοι όπως η συμ­μο­ρία του Αλ Σπέν­σερ – η ιστο­ρία της Γκραν ισο­δυ­να­μεί με μια μυστι­κή ιστο­ρία των αμε­ρι­κα­νι­κών συνό­ρων».

Ένας κρι­τι­κός του Publishers Weekly δήλω­σε: «Ο συγ­γρα­φέ­ας του προ­σω­πι­κού του New Yorker Grann (The Lost City of Z) ολο­κλη­ρώ­νει τη φήμη του ως λαμπρός αφη­γη­τής σε αυτή την συναρ­πα­στι­κή αφή­γη­ση αλη­θι­νού εγκλή­μα­τος, η οποία επα­νε­ξε­τά­ζει ένα μπερ­δε­μέ­νο και τρο­μα­κτι­κό ‑και σχε­τι­κά άγνω­στο- ξεφά­ντω­μα δολο­φο­νιών που συμ­βαί­νουν κυρί­ως στην Οκλα­χό­μα κατά τη διάρ­κεια της δεκα­ε­τί­ας του 1920».

Ο David Aaronovitch στους The Times: “Υπάρ­χει μια μισή ανα­τρο­πή στο τέλος του βιβλί­ου που δίνει στο έργο το ηθι­κό του βάρος και υπεν­θυ­μί­ζει στον αμε­ρι­κα­νι­κό λαό το μεγά­λο κόστος της εθνι­κό­τη­τάς του. Είναι μια ανα­τρο­πή που Οφεί­λει τα πάντα στην επι­μέ­λεια και την ευφυ­ΐα του Grann ως δημο­σιο­γρά­φου. Δεν θα μπο­ρού­σε να είχε ανα­κα­λυ­φθεί χωρίς αυτό που απο­κα­λεί «οδύσ­σεια της έρευ­νας» του.

Και τώρα _αυτές τις μέρες μια κινη­μα­το­γρα­φι­κή μετα­φο­ρά _κάποιοι την είπαν “επι­κό γου­έ­στερν” σε σκη­νο­θε­σία Μάρ­τιν Σκορ­σέ­ζε: Το βιβλίο δια­σκευά­στη­κε σε ται­νία με πρω­τα­γω­νι­στές τους Λεο­νάρ­ντο Ντι Κάπριο, Ρόμπερτ Ντε Νίρο, Λίλι Γκλάν­τστο­ουν, Μπρέ­νταν Φρέι­ζερ και Τζέ­σι Πλέ­μονς με προ­ϋ­πο­λο­γι­σμό άνω των 200 εκα­τομ­μυ­ρί­ων δολα­ρί­ων. Κυκλο­φό­ρη­σε στους κινη­μα­το­γρά­φους από την Paramount Pictures και μετα­δί­δε­ται στο Apple TV+.

Αν και ο ρόλος του Tom White, του κύριου πρά­κτο­ρα του FBI, γρά­φτη­κε αρχι­κά για τον DiCaprio, ο DiCaprio πίε­σε να αλλά­ξει ο ρόλος του στον ανι­ψιό του κύριου αντα­γω­νι­στή της ται­νί­ας, τον οποίο υπο­δύ­ε­ται ο De Niro. Ως απο­τέ­λε­σμα, ο Jesse Plemons επι­λέ­χθη­κε ως Tom White για να αντι­κα­τα­στή­σει τον DiCaprio, ενώ ο DiCaprio για το ρόλο του Ernest Burkhart.

Το “Killers of the Flower Moon”
δεν είναι παραδοσιακή γκανγκστερική εικόνα,
αλλά απόλυτα εναρμονισμένη
με τις ιστορίες βίαιων διεφθαρμένων

_                 Κάποιες σκέ­ψεις _είδαμε την ται­νία ήδη
«Βλέ­πεις τους λύκους σε αυτή τη φωτο­γρα­φία;», δια­βά­ζει δυνα­τά ο Έρνεστ Μπούρκ­χαρτ (Leonardo DiCaprio) καθώς περ­νά­ει μέσα από ένα παι­δι­κό βιβλίο στην αρχή του «Killers of the Flower Moon». Οι λύκοι δεν είναι πραγ­μα­τι­κά κρυμ­μέ­νοι και δεν θα είναι ούτε στην ται­νία που ακο­λου­θεί, ένα _τεχνικά καταρ­χήν αρι­στο­τε­χνι­κό ιστο­ρι­κό δρά­μα για το κακό που λει­τουρ­γεί σε κοι­νή θέα. Ένα από τα πιο ανη­συ­χη­τι­κά σχε­τι­κά με τη φιλό­δο­ξη προ­σαρ­μο­γή του ομώ­νυ­μου βιβλί­ου του Ντέι­βιντ Γκραν από τον Σκορ­σέ­ζε είναι το πόσο λίγο από την ποτα­πή συμπε­ρι­φο­ρά του μένει στη σκιά. Αυτή είναι η ιστο­ρία ανθρώ­πων που αντι­με­τώ­πι­σαν το μακε­λειό θα λέγα­με “εγκό­σμια” –σαν να μην τρέ­χει τίπο­τε (αυτό το πετυ­χαί­νει 100% η ται­νία), εκδί­δο­ντας εντο­λές να σκο­τώ­νουν ανθρώ­πους όπως θα παρήγ­γει­λαν _ας πού­με ένα ποτό στο μπαρ. Ο Σκορ­σέ­ζε βαδί­ζει σε αυτή τη λεπτή γραμ­μή μετα­ξύ  αφή­γη­σης και της πολύ συγκε­κρι­μέ­νης ιστο­ρί­ας ενός ζευ­γα­ριού στην καρ­διά μιας τρα­γω­δί­ας και του σχο­λια­σμού της ευρύ­τε­ρης φύσης του κακού. Οι λύκοι στο “Killers of the Flower Moon” δεν διστά­ζουν να σκε­φτούν ότι αυτό που κάνουν μπο­ρεί να είναι λάθος, αρκεί να τους ωφε­λή­σει στο τέλος.

Αφού _κυριολεκτικά ξεκλη­ρή­θη­καν βίαια στην υπο­τι­θέ­με­νη ερη­μιά της Οκλα­χό­μα από  απο­δέ­κτες του επί­γειου δώρου \ κατά­ρας του πετρε­λαί­ου, που οδή­γη­σε σε μια μάχη για τη γη στην περιο­χή, μια σύγκρου­ση μετέ­τρε­ψε έναν _μεγιστάνα (William King Hale, βαρό­νος ήδη βοοει­δών _Robert De Niro) σε θρύ­λο. Ενώ ο ίδιος, kingmaker στην περιο­χή μπό­ρε­σε να παί­ξει τα πολι­τι­κά παι­χνί­δια που τον έκα­ναν σύμ­μα­χο τόσο των Osage όσο και των λευ­κών στην περιο­χή, ενώ δού­λευε στα παρα­σκή­νια για να γεμί­ζει τις τσέ­πες του. Ο Ντε Νίρο δίνει σίγου­ρα μια από τις καλύ­τε­ρες ερμη­νεί­ες της καριέ­ρας του ως playmaker, συλ­λαμ­βά­νο­ντας καθη­λω­τι­κά και μονα­δι­κά το είδος του κοι­νω­νιο­πα­θούς που μπο­ρεί να που­λά­ει φόνο με ένα χαμό­γε­λο. Δεν σε μαχαι­ρώ­νει πισώ­πλα­τα. Σε κοι­τά­ζει στα μάτια καθώς το κάνει.

Ο Χέιλ αισθά­νε­ται ότι κάποιος χει­ρα­γω­γεί­ται εύκο­λα στο πρό­σω­πο του ανι­ψιού του Ernest, ο οποί­ος έχει επι­στρέ­ψει στο σπί­τι από τον πόλε­μο, έτοι­μος να γίνει καλός στρα­τιώ­της για έναν νέο σκο­πό, ξεκι­νώ­ντας ως οδη­γός στην περιο­χή για τον πλού­σιο Όσατζ, που τον οδη­γεί στη Μόλι (Λίλι Γκλάν­τστο­ουν). Οι δυο τους παντρεύ­ο­νται λίγο πριν δολο­φο­νη­θούν το ένα μετά το άλλο η οικο­γέ­νεια της Μόλι και άλλα μέλη των Όσατζ. Η αδερ­φή της, Anna (Cara Jade Myers), η οποία είναι παντρε­μέ­νη με τον αδερ­φό του Ernest, Bryan (Scott Shepherd), βρί­σκε­ται πυρο­βο­λη­μέ­νη σε έναν κολ­πί­σκο την ίδια μέρα που μακε­λεύ­ουν  έναν άλλο, η Μόλι χάνει μια αδερ­φή της από κάτι που λέγε­ται «Wasting Disease _Ασθένεια της Σπα­τά­λης» και ανα­κα­λύ­πτει ότι η ίδια έχει δια­βή­τη, κάτι που την κάνει εύκο­λο στό­χο για το κακό που ανα­πτύσ­σε­ται, πιθα­νώς ακό­μη και στην καρ­διά του συζύ­γου της.

Ο Έρνεστ, η Μόλι και η Χέιλ είναι το τρίο γύρω από το οποίο περι­στρέ­φο­νται τα πάντα στο σενά­ριο του Eric Roth – Scorsese, αλλά η “ταπε­τσα­ρία” είναι γεμά­τη με δεκά­δες άλλους αξέ­χα­στους χαρα­κτή­ρες και γνω­στά πρό­σω­πα, συμπε­ρι­λαμ­βα­νο­μέ­νου του Jesse Plemons ως πρά­κτο­ρα της BOI που θα ηγεί­το της έρευ­νας για τους φόνους Osage, του John Lithgow και του Brendan Fraser ως αντι­κρουό­με­νους δικη­γό­ρους στην υπό­θε­ση, Tantoo Cardinal ως μητέ­ρα της Mollie και μια συναρ­πα­στι­κή σει­ρά από μου­σι­κούς που έγι­ναν ηθο­ποιοί, όπως οι Charlie Musselwhite, Sturgill Simpson, Pete Yorn, Jack White και ένας αξέ­χα­στος Jason Isbell, ο οποί­ος παίρ­νει έναν χυμώ­δη ρόλο ως Bill Smith, κου­νιά­δο του Ernest που μπο­ρεί να είναι πρόβλημα.

Το “Killers of the Flower Moon” μπο­ρεί να μην είναι μια παρα­δο­σια­κή γκαν­γκ­στε­ρι­κή εικό­να, αλλά είναι από­λυ­τα εναρ­μο­νι­σμέ­νη με τις ιστο­ρί­ες βίαιων διε­φθαρ­μέ­νων, που ο Σκορ­σέ­ζε έχει εξε­ρευ­νή­σει εδώ και μισό αιώ­να. Και όμως υπάρ­χει επί­σης μια αίσθη­ση ηλι­κί­ας στο έργο του, η αίσθη­ση ότι χρη­σι­μο­ποιεί αυτή την τρο­μα­κτι­κή αλη­θι­νή ιστο­ρία για να “ανα­κρί­νει” πώς φτά­σα­με εκεί που βρι­σκό­μα­στε εκα­τό χρό­νια αργότερα.
(ρητο­ρι­κή ερώτηση)
Πώς αφή­σα­με το αίμα να γονι­μο­ποι­ή­σει το έδα­φος αυτής της χώρας; Ο Σκορ­σέ­ζε και ο Ροθ πήραν ένα βιβλίο που αφο­ρά ουσια­στι­κά τη δημιουρ­γία του F.B.I. μέσω της έρευ­νας για τις δολο­φο­νί­ες Osage και μετα­τό­πι­σε την αφή­γη­ση σε μια πιο προ­σω­πι­κή προ­ο­πτι­κή τόσο για τη Mollie όσο και για τον Ernest. Μέσα από την ιστο­ρία τους, η ται­νία δεν παρου­σιά­ζει απλώς την αδι­κία, αλλά απο­κα­λύ­πτει πόσο εγγε­νής ήταν ο σχη­μα­τι­σμός πλού­του και ανι­σό­τη­τας σε αυτή τη χώρα. Βοη­θά­ει με σχό­λια σχε­τι­κά με το πώς αυτή η αδιά­φο­ρη βία κατά των ανθρώ­πων που θεω­ρού­νταν υπο­δε­έ­στε­ροι δια­πέ­ρα­σε έναν αιώ­να φρί­κης. Οι ανα­φο­ρές στη σφα­γή της Tulsa και στην Ku Klux Klan δεν είναι τυχαί­ες. Είναι όλα μέρος της μεγά­λης εικό­νας — ένας από τους ανθρώ­πους που υπο­τάσ­σο­νται αν και είναι τόσο εύκο­λο γι’ αυτούς να το κάνουν.

Φυσι­κά _τεχνικά, τα ορά­μα­τα του Σκορ­σέ­ζε δεν λει­τουρ­γούν χωρίς την ομά­δα των συνερ­γα­τών του και έχει φέρει μερι­κούς από τους καλύ­τε­ρους για να πει αυτή την ιστο­ρία. Η κινη­μα­το­γρά­φη­ση του Rodrigo Prieto είναι σαρω­τι­κή όταν χρειά­ζε­ται να κατα­γρά­ψει την αχα­νή περιο­χή Osage, με τα ανε­πα­νά­λη­πτα “ιδρω­μέ­να” κοντι­νά πλά­να. Η μου­σι­κή του Robbie Robertson είναι ουσια­στι­κά ένας χαρα­κτή­ρας, δίνο­ντας στην ται­νία καρ­δια­κό παλ­μό που προ­σθέ­τει έντα­ση σε μια ιστο­ρία που δεν θα είχε την ίδια ορμή με μια παρα­δο­σια­κή, κλα­σι­κή παρ­τι­τού­ρα. Τέλος, η Thelma Schoonmaker είναι εν μέρει υπεύ­θυ­νη για την αίσθη­ση του σκη­νο­θε­τι­κού ρυθ­μού του Σκορ­σέ­ζε. Κάποιοι σ’ιγουρα, θα κάνουν αστεία σχε­τι­κά με το μοντάζ, δεδο­μέ­νης της διάρ­κειας (είναι η μεγα­λύ­τε­ρη ται­νία του), αλλά σκε­φτεί­τε και το εύρος αυτής της πολυ­ε­τούς ιστο­ρί­ας όπου γίνε­ται προ­σπά­θεια να χωρέ­σουν όλα.

Όσο για την ερμη­νεία, υπάρ­χει εγγε­νής δύνα­μη στο να βλέ­πεις τις δύο μού­σες του Σκορ­σέ­ζε να δρουν απέ­να­ντι η μία στην άλλη για πρώ­τη φορά μετά το «This Boy’s Life» (30 χρό­νια πριν) καθώς ο Ντε Νίρο και ο Ντι Κάπριο τρο­φο­δο­τούν ο ένας τις ερμη­νεί­ες του άλλου με αυτό που είναι βασι­κά μια άλλη ιστο­ρία ενός κατα­χρη­στι­κού πατέ­ρα. Αλλά το Gladstone θα είναι η απο­κά­λυ­ψη για τους περισ­σό­τε­ρους ανθρώ­πους. Η ξεχω­ρι­στή του «Certain Women» ξέρει ακρι­βώς πώς να παί­ξει αυτόν τον ρόλο, ποτέ δεν κλί­νει στο μελό­δρα­μα και πάντα γειώ­νει τον χαρα­κτή­ρα της στην αλή­θεια της στιγ­μής αντί να παί­ζει ένα stand-in για όλα τα αυτό­χθο­να θύμα­τα. Υπάρ­χουν φορές που αισθά­νε­ται ότι το “Killers of the Flower Moon” θα μπο­ρού­σε να εκφρα­στεί σε μια ευρύ­τε­ρη πολι­τι­κή δήλω­ση, αλλά οι ερμη­νεί­ες, ειδι­κά του Gladstone, κρα­τούν την ται­νία στην αλή­θεια του χαρα­κτή­ρα _στα πλαί­σια της made in USA οπτι­κής. Όλο το σύνο­λο κατα­νο­εί αυτό το στοι­χείο, παί­ζο­ντας την πραγ­μα­τι­κό­τη­τα αντί να την αντι­με­τω­πί­ζει σαν μάθη­μα ιστο­ρί­ας. Η Mollie Burkhardt δεν φαντα­ζό­ταν πως το έπος της θα έδι­νε φως στην αδι­κία έναν αιώ­να αργό­τε­ρα, πολύ περισ­σό­τε­ρο πως θα συντε­λού­σε στην ίδρυ­ση ενός FBI σαν το σημε­ρι­νό. Ήθε­λε απλώς να επι­βιώ­σει και να αγα­πή­σει όπως τόσοι πολ­λοί που της έκλε­ψαν τα βασι­κά ανθρώ­πι­να δικαιώματα.

Ο Σκορ­σέ­ζε τελι­κά δημιουρ­γεί ένα έπος υφέρ­που­σας, υπαρ­ξια­κής φρί­κης για τη γέν­νη­ση του αμε­ρι­κα­νι­κού αιώ­να, μια μακά­βρια ιστο­ρία οιο­νεί γενο­κτο­νι­κών κατά συρ­ροή δολο­φο­νιών, τοπο­θε­τώ­ντας στο προ­σκή­νιο του δρά­μα­τος έναν αψε­γά­δια­στο γάμο ψεμά­των και δηλη­τη­ρια­σμέ­νης αγά­πης. Απη­χεί προη­γού­με­να έργα του σχε­τι­κά με τη βία του όχλου και το τελι­κό, ανα­πό­φευ­κτο ξεπού­λη­μα στις ομο­σπον­δια­κές αρχές, των οποί­ων η κακή πίστη στα­δια­κά ανα­δύ­ε­ται _έχοντας να κάνει με όλα τα “γου­έ­στερν”, που υπό­κει­νται σε μια ρατσι­στι­κή και βρε­φι­κή προ­ϋ­πό­θε­ση «κηδε­μο­νί­ας», με έναν λευ­κό συνυπογράφοντα.

Ται­νί­ες Πρώ­της Προ­βο­λής: Σε ανθι­σμέ­νο φεγ­γά­ρι ο Μάρ­τιν Σκορσέζε

Στο τέλος, το “Killers of the Flower Moon” είναι σαν ένα παζλ — κάθε δημιουρ­γι­κό κομ­μά­τι παί­ζει το ρόλο του για να σχη­μα­τί­σει τη μεγά­λη εικό­να. Όταν συν­δυά­ζε­ται, είναι κατα­θλι­πτι­κά εύκο­λο να δεις τους λύκους. Το ερώ­τη­μα τώρα είναι τι κάνου­με όταν τους βρί­σκου­με; Και άλλοι οι δικοί μας, άλλοι των αμε­ρι­κά­νων _που ξέρουν καλά πώς να ξεπλέ­νουν τα εγκλή­μα­τά τους, όπως και στη Γάζα _σε τρα­γι­κή χρο­νο­λο­γι­κή σύμπτωση …

(συνειρ­μι­κά)
Ο Κέβιν Κόστ­νερ υπο­γρά­φει τη σκη­νο­θε­σία του βρα­βευ­μέ­νου αμε­ρι­κα­νι­κού γου­έ­στερν «Χορεύ­ο­ντας με τους λύκους» του Μάικλ Μπλέικ (του 1988), όπου κατά τη διάρ­κεια του εμφυ­λί­ου ο λοχα­γός Τζον Ντάν­μπαρ βρί­σκε­ται απο­μο­νω­μέ­νος σ’ ένα φυλά­κιο στην Ντα­κό­τα και κατα­φέρ­νει να γίνει απο­δε­κτός απ’ τη φυλή Σιου των Ινδιά­νων. Όταν τα αμε­ρι­κα­νι­κά στρα­τεύ­μα­τα πλη­σιά­ζουν την περιο­χή η από­φα­ση του λοχα­γού θα επη­ρε­ά­σει τη ζωή όλων… Η ται­νία έχει κερ­δί­σει 7 Οσκαρ, μετα­ξύ των οποί­ων Καλύ­τε­ρης Ται­νί­ας και Σκηνοθεσίας.

Επι­κή ται­νία γου­έ­στερν του 1990 με πρω­τα­γω­νι­στή, και παρα­γω­γό στο πρώ­το μεγά­λου μήκους σκη­νο­θε­τι­κό του ντε­μπού­το. Ο Κόστ­νερ ανέ­πτυ­ξε την ται­νία με αρχι­κό προ­ϋ­πο­λο­γι­σμό 15 εκα­τομ$ και με μεγά­λο μέρος του δια­λό­γου να μιλιέ­ται σε διά­λε­κτο με υπό­τι­τλους. Γυρί­στη­κε στη Νότια Ντα­κό­τα και στο Ουαϊ­ό­μινγκ και μετα­φρά­στη­κε από την Doris Leader Charge, του τμή­μα­τος Lakota Studies στο Πανε­πι­στή­μιο Sinte Gleska.

Η ται­νία κέρ­δι­σε ευνοϊ­κές κρι­τι­κές από κρι­τι­κούς και κοι­νό, που επαί­νε­σαν τη σκη­νο­θε­σία του Κόστ­νερ, τις ερμη­νεί­ες, το σενά­ριο, την παρ­τι­τού­ρα, τη φωτο­γρα­φία και γενι­κό­τε­ρα. Έβγα­λε τα λεφτά της (εισπρά­ξεις 424,2 εκα­τομ$, καθι­στώ­ντας την, την τέταρ­τη ται­νία με τις περισ­σό­τε­ρες εισπρά­ξεις του 1990) υπο­ψή­φια για 12 Βρα­βεία Όσκαρ (κέρ­δι­σε τα Καλύ­τε­ρης Ται­νί­ας και Σκη­νο­θε­σί­ας για τον Κόστ­νερ, Δια­σκευα­σμέ­νου Σενα­ρί­ου, Μοντάζ,  Φωτο­γρα­φί­ας, Πρω­τό­τυ­πης Μου­σι­κής και Μίξης Ήχου, Χρυ­σή Σφαί­ρα Καλύ­τε­ρης Ται­νί­ας – Δρά­μα­τος. Είναι ένα από τα τέσ­σε­ρα γου­έ­στερν που κέρ­δι­σαν το Όσκαρ Καλύ­τε­ρης Ται­νί­ας, τα άλλα τρία είναι το Cimarron (1931), το “θρυ­λι­κό” Unforgiven (1992) και το No Country For Old Men (2007).

Θεω­ρεί­ται ως η κύρια επιρ­ροή για την ανα­ζω­ο­γό­νη­ση του Western στο Χόλι­γουντ. Το 2007, το Dances with Wolves επι­λέ­χθη­κε για δια­τή­ρη­ση στο Εθνι­κό Μητρώο Κινη­μα­το­γρά­φου των Ηνω­μέ­νων Πολι­τειών από τη Βιβλιο­θή­κη του Κογκρέ­σου ως “πολι­τι­στι­κά, ιστο­ρι­κά ή αισθη­τι­κά σημαντικό”.

Υπό­θε­ση
Το 1863, ο Υπο­λο­χα­γός John J. Dunbar τραυ­μα­τί­ζε­ται στη μάχη στο St. David’s Field στο Τενε­σί. Ο χει­ρουρ­γός σκο­πεύ­ει να ακρω­τη­ριά­σει το πόδι του, αλλά επι­λέ­γο­ντας το θάνα­το στη μάχη, παίρ­νει ένα άλο­γο και οδη­γεί μέχρι και κατά μήκος των γραμ­μών της συνο­μο­σπον­δί­ας (των “νότιων”) αυτοί πυρο­βο­λούν επα­νει­λημ­μέ­να ενα­ντί­ον του και αστο­χούν, και ο Στρα­τός της Ένω­σης (των βόρειων δλδ των “καλών”) εκμε­ταλ­λεύ­ε­ται την από­σπα­ση και όλα καλά. Ο Dunbar παρα­ση­μο­φο­ρεί­ται για γεν­ναιό­τη­τα και με ιατρι­κή φρο­ντί­δα δεν χάνει το πόδι του. Στη συνέ­χεια με το Cisco, το πιστό του άλο­γο ζητά να πάει στα δυτι­κά σύνο­ρα, για να τα δει πριν εξαφανιστούν.

Μετα­φέ­ρε­ται στο Φορτ Χέις, ένα μεγά­λο οχυ­ρό που διοι­κεί­ται από τον Ταγ­μα­τάρ­χη Φάμπρο, ο οποί­ος περι­φρο­νεί τον ενθου­σια­σμό του τον στελ­νει στο πιο απο­μα­κρυ­σμέ­νο φυλά­κιο. Εν αγνοία του Dunbar, ο Fambrough, ο οποί­ος είναι ψυχι­κά άρρω­στος και έχει εκδώ­σει αυθαί­ρε­τες εντο­λές χωρίς να τηρού­νται αρχεία, αυτο­κτο­νεί σχε­δόν αμέ­σως μετά την ανα­χώ­ρη­ση του Dunbar και παρά την απει­λή των κοντι­νών ιθα­γε­νών επι­λέ­γει να μεί­νει και να επαν­δρώ­σει ο ίδιος τη θέση.

Αρχί­ζει την ανοι­κο­δό­μη­ση και την ανα­νέ­ω­ση του οχυ­ρού, προ­τι­μώ­ντας τη μονα­ξιά, κατα­γρά­φο­ντας πολ­λές από τις παρα­τη­ρή­σεις του στο ημε­ρο­λό­γιό του.

(…)
Στο Fort Sedgwick, γίνε­ται φίλος με έναν λύκο που ονο­μά­ζει “Two Socks” για τα λευ­κά μπρο­στι­νά του πόδια. Παρα­τη­ρώ­ντας τους Dunbar και Two Socks να κυνη­γούν ο ένας τον άλλον, οι Sioux του δίνουν το όνο­μα “χορεύ­ο­ντας με τους λύκους”. Κατά τη διάρ­κεια αυτής της περιό­δου, δημιουρ­γεί επί­σης μια ρομα­ντι­κή σχέ­ση με τη Stands with a Fist (Μέρι ΜακΝτό­νελ _μετά την παντρεύ­ε­ται) και προ­μη­θεύ­ει τη φυλή με πυρο­βό­λα όπλα για να βοη­θή­σει στην άμυ­να του χωριού από μια επί­θε­ση της Pawnee

(…)
Λόγω της ενδυ­μα­σί­ας Sioux , οι στρα­τιώ­τες ανοί­γουν πυρ, σκο­τώ­νο­ντας τον Cisco και αιχ­μα­λω­τί­ζο­ντας τον Dunbar, συλ­λαμ­βά­νο­ντας τον ως προ­δό­τη, που κατη­γο­ρεί­ται για λιπο­τα­ξία και μετα­φέ­ρε­ται πίσω στα ανα­το­λι­κά ως φυλα­κι­σμέ­νος. Οι στρα­τιώ­τες της συνο­δεί­ας πυρο­βο­λούν Two Socks όταν ο λύκος προ­σπα­θεί να ακο­λου­θή­σει τον Dunbar, παρά τις προ­σπά­θειες του Dunbar να επέμβει.

Τελι­κά, οι Σιού παρα­κο­λου­θούν τη συνο­δεία, σκο­τώ­νο­ντας τους στρα­τιώ­τες και ελευ­θε­ρώ­νο­ντας τον Ντάν­μπαρ. Ισχυ­ρί­ζο­νται ότι δεν τον βλέ­πουν ως λευ­κό άνδρα, αλλά ως πολε­μι­στή των Σιού που ονο­μά­ζε­ται “Χορεύ­ο­ντας με τους Λύκους”.
(…)
Τα στρα­τεύ­μα­τα των ΗΠΑ φαί­νο­νται να ψάχνουν στα βου­νά, αλλά δεν μπο­ρούν να εντο­πί­σουν τον Ντάν­μπαρ ή τη φυλή, ενώ ένας μονα­χι­κός λύκος ουρ­λιά­ζει από μακριά.

Ο επί­λο­γος: «Δεκα­τρία χρό­νια αργότερα—τα σπί­τια τους κατα­στρά­φη­καν, τα βου­βά­λια εξαφανίστηκαν—η τελευ­ταία μπά­ντα των ελεύ­θε­ρων Σιού σκλα­βώ­θη­κε στη λευ­κή αρχή στο Φορτ Ρόμπιν­σον της Νεμπρά­σκα. Η μεγά­λη κουλ­τού­ρα αλό­γων των πεδιά­δων είχε φύγει και τα αμε­ρι­κα­νι­κά σύνο­ρα  πέρα­σαν στην ιστορία».

Εκεί­νο που λεί­πει από όλες τις αμε­ρι­κά­νι­κες παρα­γω­γές που ξεχω­ρί­ζουν είναι η “ιδέα” του ρόλου των ΗΠΑ ως καπι­τα­λι­στι­κής –ιμπε­ρια­λι­στι­κής χώρας _με κάποιες φωτει­νές εξαιρέσεις

Πηγή_περισσότερα

 

 

 

 

 

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο