Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Τι ήταν για μας τα Ιντεάλ;

Ζήσα­με με συναι­σθή­μα­τα ανά­μει­κτα τους –από και­ρό ανα­με­νό­με­νους, τίτλους τέλους για τον παλιό­τε­ρο σε συνε­χή λει­τουρ­γία _102 χρό­νια, κινη­μα­το­γρά­φο στην Αθή­να, μέσα από επί­θε­ση στον πολι­τι­σμό που είναι συνε­χής και συντο­νι­σμέ­νη, στε­ρώ­ντας τη λαϊ­κή οικο­γέ­νεια από τις τελευ­ταί­ες ελά­χι­στες πιθα­νό­τη­τες (του όποιου) ποιο­τι­κού κινη­μα­το­γρά­φου και κυρί­ως την κοι­νω­νι­κή επα­φή που προ­σφέ­ρει η κινη­μα­το­γρα­φι­κή αίθου­σα, για­τί ο κινη­μα­το­γρά­φος είναι μια συλ­λο­γι­κή εμπει­ρία, αλλά και πολι­τι­στι­κή μας κλη­ρο­νο­μιά. Ήδη μέσα στην περί­ο­δο της παν­δη­μί­ας χάθη­καν αρκε­τοί ιστο­ρι­κοί κινη­μα­το­γρά­φοι (“Έμπασ­συ”, “Πτι Παλαί”, “Οσκαρ”, “Ίρι­δα”), και παράλ­λη­λα με τον ορι­στι­κό παρο­πλι­σμό του “Αττι­κόν — Απόλ­λων”, έχει ερη­μώ­σει κινη­μα­το­γρα­φι­κά το κέντρο της Αθή­νας. Αβέ­βαιη η τύχη των Ίλιον, Ααβό­ρα, Τρια­νόν, Αλκυο­νίς, Άστυ, Φοί­βος (Περι­στέ­ρι) Έσπε­ρος πρ. Σπλέ­ντιτ κλπ. Θυμί­ζου­με πως Νοέμ­βρη 2022 είχε γίνει σχε­τι­κή ερώ­τη­ση του ΚΚΕ στη Βου­λή (Για τον κίν­δυ­νο να κλεί­σουν οι κινη­μα­το­γρά­φοι ΙΝΤΕΑΛ, ΑΣΤΟΡ και ΑΕΛΛΩ)

Τελευ­ταί­ος των Μοϊ­κα­νών ο Βελισ­σά­ριος με το STUDIO_New-Star, το παλεύ­ει με τα θηρία

Μετά και από τις τρέ­χου­σες εξε­λί­ξεις το κέντρο μετα­τρέ­πε­ται σε περιο­χή αμι­γώς του­ρι­στι­κής αξιο­ποί­η­σης εκμη­δε­νί­ζο­ντας τις ενα­πο­μεί­να­σες κοι­τί­δες πολι­τι­σμού από τον χάρτη.

Μετά από 102 χρό­νια συνε­χούς λει­τουρ­γί­ας “κατε­βά­ζει ρολά” το Ideal, παρά τις αντι­δρά­σεις για το λου­κέ­το στο εμβλη­μα­τι­κό σινεμά.

Σινε­μά κλεί­νουν νέα δεν ανοί­γουν, καί­γο­νται “ανα­και­νί­ζο­νται” _μετονομάζονται, κατε­δα­φί­ζο­νται, αλλά­ζουν χρή­σεις (αφή­νο­νται να) καταρ­ρεύ­σουν. Τα παλιά σινε­μά, ανύ­παρ­κτα σήμε­ρα … Ματ­θαί­ος Πότα­γας:  Ιδιο­κτή­της και από το 1953 δια­χει­ρι­στής, του θρυ­λι­κού κινη­μα­το­γρά­φου του Παγκρα­τί­ου “Σινέ Παλάς”, υπήρ­ξε κι “επι­χει­ρη­μα­τί­ας” … μόνος προ­σπα­θού­σε να συντη­ρή­σει την τερά­στια αίθου­σα κατα­σκευά­ζο­ντας καρέ­κλες –θρό­νους από νοβο­πάν, ήταν στο ταμείο, στο θάλα­μο προ­βο­λής … παντού –ένα διά­στη­μα μαζί με την  αδελ­φή του για 96+ χρό­νια. Και με θερι­νό στην ταράτσα…

(…)
Έξω από την ‘Άαβό­ρα’ είχε μαζευ­τεί πολύς κόσμος που ήθε­λε να δει την ται­νία. Μέσα η προ­βο­λή συνε­χι­ζό­ταν κανο­νι­κά… Σε λίγο κατέ­φθα­σαν άνδρες των ΜΑΤ. Δεν άργη­σαν να φανούν από την Αλε­ξάν­δρας και οι χρι­στια­νοί, που έκλει­σαν την Ιππο­κρά­τους και άρχι­σαν να φωνά­ζουν συν­θή­μα­τα. Ο κόσμος πέρα­σε αμέ­σως στην αντε­πί­θε­ση, δίνο­ντας μια φαι­δρή νότα στην κατά­στα­ση…: “Χρι­στέ βοή­θα να δού­με την ται­νία”, “Εμπρός στο δρό­μο που χάρα­ξε ο Πρε­βέ­ζης”, “Έξω οι παπά­δες από τους σινε­μά­δες”, “Αν δεν δού­με την ται­νία δεν θα πάμε εκκλη­σία”, “666 – Ιού­δα είσαι σέξι”, “Δώστε τον κρί­νο στο λαό”. Χρι­στια­νοί και παπα­δα­ριό απει­λού­σαν θεούς και δαί­μο­νες ότι είναι κατα­ρα­μέ­νοι κι ότι θα αφο­ρι­στούν, “Κάθε θεα­τής είναι σταυ­ρω­τής” φώνα­ξαν. “Δεν υπο­χω­ρού­με, αν δεν αφο­ρι­στού­με” _απάντηση “Είμα­στε καλά παι­διά λα λα λα”, “Τίπο­τα τίπο­τα δεν μας στα­μα­τά, το έργο θα το δού­με με τον τσα­μπου­κά” το παπα­δα­ριό τρα­γού­δη­σαν τον Ακά­θι­στο Ύμνο, οι θεα­τές έψα­λαν το Χρι­στός Ανέ­στη και φώνα­ζαν “Ηλί ηλί λαμά σαβα­χθα­νί” και “Ιού­δα ζεις, εσύ τους οδηγείς”…

(…)
Το Μόντιαλ ήτα­νε κάπο­τε αρχο­ντι­κό σινε­μά. Είχε ακρι­βό­τε­ρο εισι­τή­ριο από τα άλλα, με είσο­δο της πλα­τεί­ας στην Πανε­πι­στη­μί­ου, αλλά του εξώ­στη χωρι­στά, επί της Μπε­νά­κη, δυο τρία μαγα­ζιά μέσα από την Πανε­πι­στη­μί­ου, με ξεχω­ρι­στό ελεγ­κτή / κόφτη εισι­τη­ρί­ων και σκά­λα για να ανε­βαί­νει ο κόσμος. Ο εξώ­στης είχε πάγκους, όχι καθί­σμα­τα. Από το ίδιο πλάι και η είσο­δος για την καμπί­να προ­βο­λής. Μηχα­νι­κός ο Αλέ­κος, πολύ καλός άνθρω­πος. Με μια μεγά­λη τσά­ντα, όπως όλοι οι μηχα­νι­κοί των σινε­μά τότε, κου­βά­λα­γε εργα­λεία, κόλ­λες για τις ται­νί­ες, κόφτες, κατσα­βί­δια. Μεγά­λο σινε­μά και πλα­τεία με ωραία βελού­δι­να καθί­σμα­τα. Μύρι­ζε η επέν­δυ­ση στους τοί­χους φρέ­σκο ξύλο και λεμό­νι με φτη­νή κολό­νια «Μενού­νος» από το φλιτ της ταξι­θέ­τριας. Ο εξώ­στης ήταν τόσο χαμη­λός, ώστε αν κάποιος θεα­τής σήκω­νε το χέρι του, η σκιά του χεριού παρεμ­βαλ­λό­ταν στην προ­βο­λή και φαι­νό­τα­νε στην οθό­νη… βάζα­νε και ξυπνη­τή­ρια να χτυ­πή­σουν δυνα­τά στη διάρ­κεια της προ­βο­λής, ώστε μετά να φωνά­ζου­νε, “Έξω ρε οι πρωινοί”.

Τέτοια ήταν η μαγεία της οθό­νης, της συνεύ­ρε­σης, του μοι­ρά­σμα­τος, του απεί­ρου κάλους ‑καμιά σχέ­ση με ένα απρό­σω­πο multiplex. Από Μπέρ­γμαν μέχρι καμπόϊ­κα και Ζορό, Κυρια­κή πρωί παι­δι­κά… Αιω­νία η μνήμη!
Όσο για τους θερι­νούς; Τη 10ετία του 1950–60 υπήρ­χαν Αθή­να και Σαλο­νί­κη, πάνω από 1000 _σήμερα ελάχιστοι.

Πολλά 2021 όπως αξίζει ο άνθρωπος

 

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο