Η μάχη των μαχών στην τηλεόραση, στα πλαίσια κέρδους ψηγμάτων τηλεθέασης (και χρήματος _βεβαίως – βεβαίως) και σε βάρος της ποιότητας
“Παγιδευμένοι” με καλούς συντελεστές και αφέλεια στη γραφή _τρέχει καλά στο imdb
Στους πρωταγωνιστικούς ρόλους ο Μιχάλης Λεβεντογιάννης (Δημήτρης Μαρκέτος) και η Μάρθα Λαμπίρη – Φεντόρουφ (Άννα Ροδίτη) + Κίμωνας Κουρής, Ταμίλλα Κουλίεβα, Πέτρος Λαγούτης, Ιωάννα Τριανταφυλλίδου, Σταύρος Τσουμάνης, Σόλωνας Τσούνης, Μαρία Μαραγκού, Δημήτρης Πίτσος, Αλίκη Κακολύρη, Παύλος Πιέρρος, Γεωργία Ματσούκα, Εβελίνα Γουρνά, Κωστής Ραμπαβίλας +Στάθης Σταμουλακάτος ⬇️ ⤵️
Γράφει ο \\ Αστέρης Αλαμπής _Μίδας
- Στον ρόλο του Σπύρου Μαρκέτου, ο Παύλος Ορκόπουλος
- Στον ρόλο του Γεράσιμου Μαρκέτου, ο Στέφανος Κυριακίδης
- Στον ρόλο της Ειρήνης Ροδίτη, η Ντίνα Μιχαηλίδου
- Στον ρόλο της Χρύσας Ροδίτη, η Σοφία Φαραζή
Στον Β’ κύκλο + Γιούλη Γεωργακοπούλου, Θοδωρής Θεοδωρακόπουλος, Λάμπρος Κωσταντέας, Δημήτρης Λιόλιος, Παναγιώτης Μαργέτης, Γιάννα Παπαγεωργίου και ο Γιωργής Τσαμπουράκης. Μαζί τους και ο Τάσος Χαλκιάς.
H σειρά βασίζεται στο τούρκικο format «Yargi» 8,3\10 στο imdb !! των Kerem Catay (δημιουργός-σκηνοθέτης) και Sema Ergenekon (πρωτότυπο σενάριο), παραγωγής Ay Yapim _Διανέμεται από την Madd.
Πόνος… 😢😢😢 #Pagidevmenoi pic.twitter.com/rO8nydZZ3s
— 💗💗Παγιδευμένη με το Μιχάλη και τη Μάρθα💗💗 (@marthalianou) March 3, 2024
Το «Κάνε ότι κοιμάσαι ΙΙ» ολοκληρώνεται στην ΕΡΤ1 και η τελική αναμέτρηση με το κακό έρχεται με νέο μακελειό, μετά το fenomenon “Κάνε ότι Κ#ιμάσαι” Ι _που και πάλι απλά ξεφυλλίσαμε, απλά το αγνοήσαμε _τώρα μακριά από τη δημόσια εκπαίδευση παίζει σε ιδιωτικό γήπεδο με μια από τα ίδια _ο Νικόλας (Καλλίρης) σε ένα νέο κυνήγι εγκληματιών …Ποιοι θα τα καταφέρουν, ποιοι θα αντέξουν την αλήθεια; Η εγκυμοσύνη της Πέρσας την φέρνει πιο κοντά με τον Νικόλα, ο οποίος ανησυχεί για τις πιθανές επιπλοκές. Η Αμάντα προσπαθεί να καταλάβει για ποιο λόγο πραγματικά ο παλιός τους συμμαθητής αποφεύγει τον Λάμπη και την ίδια, και αναρωτιέται μήπως ο λόγος που δεν επέστρεψε ποτέ στο σχολείο, είναι κάποιος άλλος από τις κατηγορίες για τα ναρκωτικά.
Ο Ίσσαρης προσπαθεί να πείσει την Άννα για τα κίνητρα του Δαμασκηνού να της ανοίξει τα χαρτιά του. Επιμένει ότι η οικονομική του δραστηριότητα με τον πρώην σύζυγο της Καμβύση τον κάνει πολύ πιο ευάλωτο από οτιδήποτε άλλο. Τώρα πια γνωρίζουν ότι ο Δαμασκηνός ευθύνεται για το ατύχημα του δικηγόρου του και τον θάνατο του μποξέρ που επιτέθηκε στον μαθητή του Κολλεγίου. Ο Ίσσαρης με την Άννα συγκρούονται, κατηγορώντας τον κι εκείνη με τη σειρά της ότι αντιμετωπίζει την Καμβύση ως θύμα.
Ποιος χακάρει τον βοηθό του Φλωρή και ποιοι τον παγιδεύουν; Τι αρχίζει να θυμάται ο Λάμπης από την προηγούμενη τελετή απονομής των υποτροφιών για τον συμμαθητή του κι εκείνον; Ο Ίκαρος αναλαμβάνει να βοηθήσει τον Σταύρο στο σχέδιό του για να τιμωρηθεί ο Φλωρής. Τι αρχίζει να υποπτεύεται ο Ίσσαρης για την Καμβύση; Ο Χρήστος απολύεται από το Αλεξανδρινό και η Άννα αποκαλύπτει στον Νικόλα το ραντεβού της κόρης του με τον Δαμασκηνό, οδηγώντας τη σχέση τους στα άκρα. Τι θα καταθέσει ο βοηθός του Φλωρή; Γιατί πάει ο Ίκαρος να απειλήσει τον Δαμασκηνό;
Έχει η Αστυνομία τα στοιχεία που χρειάζεται για τη δίωξη του Δαμασκηνού; Τι προκύπτει από την έρευνα του οικονομικού εισαγγελέα σε βάρος του πρώην συζύγου της Καμβύση; Με αφορμή την τελετή απονομής των υποτροφιών του Ιδρύματος Δαμασκηνού, η κατάσταση θα ξεφύγει εκτός ελέγχου. Τι θα συμβεί όταν θα πλησιάσει ερωτικά τη Νάσια; Ποιο μαθητή θα βοηθήσει ο Χρήστος να εισβάλει στο σπίτι; Ο Λάμπης θυμάται ακριβώς τι συνέβη στην περσινή διοργάνωση και ο Νικόλας προσπαθεί να τον προστατέψει. Θα καταφέρουν να τα βάλουν με τον Δαμασκηνό και να τον παγιδεύσουν; Ποιος θα νικήσει στην τελική αναμέτρηση με το κακό; Όλα αυτά και πολλά ακόμη αναντάν παπαντάμ _anadan babadan (επί το ελληνικότερο κατά μάνα κατά κύρη κατά γιο και θυγατέρα _κάποιοι το λένε “κατά κόρη” …λάθος)
Τα τελευταία επεισόδια της αστυνομικής σειράς της ΕΡΤ1 θα προβληθούν την Μ.Δευτέρα και τη Μ.Τρίτη 30
“Ψυχοκόρες”
Γυναικεία χειραφέτηση και τηλεοπτικό χάρμα οφθαλμών
Το εύρημα βασισμένο σε αληθινή ιστορία; _έτσι φαίνεται: σε χιλιάδες αληθινές ιστορίες να πούμε καλύτερα. Χιλιάδες κορίτσια, τη δεκαετία του ’50 και του ’60 που ήρθαν από τα χωριά τους στην Αθήνα, άπορες ή άτυχες, με την υπόσχεση μιας καλύτερης ζωής, ότι τα μεγαλοαστικά σπίτια όπου πήγαιναν για να δουλέψουν θα τις φυλούσαν, θα τις σπούδαζαν, θα τις προίκιζαν, θα τις πάντρευαν. Λίγες φορές αυτό συνέβη, τις περισσότερες κακοποιήθηκαν φρικτά, εμβληματική ψυχοκόρη η Σπυριδούλα. Από αυτό το βαρύ ιστορικό κεφάλαιο εμπνέεται η σειρά, γραμμένη από την Πέννυ Φυλακτάκη (καλύτερη εδώ απ’ ό,τι στο «Λούγκερ») και τον Βαγγέλη Νάση (με προϋπηρεσία στο «Ταγκό των Χριστουγέννων», το «Σώσε με» και τις «Άγριες Μέλισσες») και σκηνοθετημένη με μια ωραία, γοργή ροή από τον Μιχαήλ Χαραλαμπίδη, φωτισμένη με τη χαρακτηριστική «πολυτέλεια» του Γιάννη Φώτου — και καταπιάνεται με τέσσερις αδελφές, από την επαρχία, που απειλούνται, κινδυνεύουν, προστατεύουν η μία την άλλη, βιώνουν πάθη, πόθους, βία και απώλεια, όσο η Ελλάδα αλλάζει, ή μένει σκληρά η ίδια.
σσ. (θα το θυμούνται ίσως οι παλιότεροι)
Το καλοκαίρι του 1953 η μικρή Σπυριδούλα, αφήνει το πατρικό της _η οικογένεια της φτωχοί βιοπαλαιστές, που με δυσκολία μπορούσαν να θρέψουν τα παιδιά τους και ξεκινάει για ένα καλύτερο μέλλον στη πρωτεύουσα, στο κλεινόν άστυ και γίνεται η «δούλα των Αθηνών»: Έτσι, αρχίζει να εργάζεται σε ηλικία 12 ετών, ως οικιακή βοηθός στο σπίτι των γόνων της αστικής τάξης Βεϊζαδέ, όπου της φέρονταν σκληρά κι απάνθρωπα. Εργαζόταν, όλη μέρα, χωρίς δικαίωμα ξεκούρασης, υποσιτιζόταν και δεχόταν σωματική και ψυχολογική βία καθημερινά, ώσπου ήρθε …
Η ιστορία φρίκης _η νύχτα που σιδέρωσαν την Σπυριδούλα και όταν αναγκάστηκαν _μισοπεθαμένη, να τη μεταφέρουν στο νοσοκομείο, τα κτήνη ισχυρίστηκαν πως έπεσε καυτό νερό πάνω στο νεαρό κορίτσι, και πως ήταν συγκλονισμένοι με το ατύχημα
Το βράδυ της 31ης Ιουλίου του 1955, όταν ο δήθεν ευυπόληπτος υπάλληλος τραπέζης (αποδείχθηκε πως ήταν τοκογλύφος και διατηρούσε σχέσεις με τη Τρούμπα), έχασε 50$ και κατηγόρησε τη μικρή Σπυριδούλα πως τα έκλεψε. Ξεκίνησαν με ξυλοδαρμούς, την έδεσαν ώστε να ομολογήσει ένα έγκλημα που δεν έκανε. Όμως η διαστροφή τους δεν σταμάτησε εκεί. Με ένα ηλεκτρικό σίδερο την έκαψαν σε ολόκληρο το κορμί της και το πρόσωπό της. Όσοι ζήσανε τη δίκη, δεν μπορούν να ξεχάσουν τη μαρτυρία της μικρής, ενώ το ζεύγος Βεϊζαδέ, καταδικάστηκε μόλις σε 5 χρόνια _ από το ταξικό αστικό δικαστήριο λόγω πρότερου εντίμου βίου. Ο κόσμος προσπάθησε να τους λιντσάρει ανεπιτυχώς. Η Σπυριδούλα νοσηλεύτηκε, δεχόμενη την αγάπη από κόσμο που δεν γνώριζε. Τα σωματικά της τραύματα επουλώθηκαν αργά, τα ψυχικά τραύματα της ποτέ. Δέχτηκε την αγάπη του κόσμου απλόχερα, λίγο αργά βέβαια, συγκεντρώθηκαν χρήματα, πολλά για την εποχή, δέχτηκε προτάσεις γάμου, την επισκέφθηκαν μέχρι κι ο πρωθυπουργός, εκπρόσωποι του καλλιτεχνικού χώρου, φυσικά και του παπαδαριού. Τη ζήτησαν να πρωταγωνιστήσει σε ταινία, ενέπνευσε το Παύλο Σιδηρόπουλο να βαφτίσει το συγκρότημά του. Έγινε _τότε σύμβολο της βιοπάλης και του αγώνα κατά της κακοποίησης.
Στην πορεία βέβαια νέες _επικαιροποιημένες “Σπυριδούλες” βλ. σεξουαλική κακοποίηση της 12χρονης από τα Σεπόλια.
Ξαναγυρνάμε στις “Ψυχοκόρες”,
Σύμφωνα με τον Τριανταφυλλίδη _Πύλη στην ελληνική γλώσσα ψυχοκόρη < ψυχο+κόρη _ψυχοκόρη _θηλυκό 1. η θετή, υιοθετημένη κόρη \ αναθρεφτή _ 2. το ψυχοπαίδι \ παρακόρη \ ψυχοπαίδα \ ψυχοπαίδι (κορίτσι)
Σύγκρια
Η λέξη αναφέρεται σε παλαιό εθιμικό θεσμό στην Μάνη, αλλά και αλλού κατά τον οποίο ένας παντρεμένος παράλληλα με τη νόμιμη σύζυγό του μπορούσε να συζεί και με δεύτερη σύντροφο “κυρίως με σκοπό την γέννηση άρρενος απογόνου” _δλδ να την βιάζει κατά βούληση, έτσι “σύγκρια” λεγόταν αυτή η δεύτερη “μη νόμιμη” σύντροφος, ενώ «σύγκριες» λέγονταν από κοινού οι δύο γυναίκες, σύζυγος και σύντροφος. Λεγόταν επίσης και συγκόρμισα. Η λέξη σύγκρια χρησιμοποιείται και σε άλλες περιοχές της Ελλάδος με διαφορετική σημασία, όπως “μοιχευόμενη σύζυγος”, γυναίκα που συζεί με εραστή της· επίσης “σύγκριες” καλούνται οι σύζυγοι δύο αδελφών (συνυφάδες) κ.ά. Στη Μάνη λεγόταν επίσης σύγκρια η δεύτερη σύζυγος μετά τον θάνατο της πρώτης. Η πλέον αποδεκτή ετυμολογική άποψη είναι εκ του συν+κυρά/κυρία. Το έθιμο ίσχυε από άγνωστη εποχή μέχρι περίπου τα τέλη του 19ου αιώνα. Σύγκριες και παιδιά γεννημένα από αυτές ζούσαν και στον 20ό αιώνα, οπότε το “έθιμο” εξέλειψε λόγω των κοινωνικών αλλαγών στην περιοχή. Εφαρμοζόταν από τους Μανιάτες της ανώτερης κοινωνικής και οικονομικής τάξης, τους λεγόμενους «νικλιάνους», ενώ οι φτωχότεροι, οι λεγόμενοι «φαμέγοι» σπάνια το εφάρμοζαν, κυρίως γιατί δεν συνέτρεχαν οι οικονομικοί και κοινωνικοί λόγοι.
Σκοπός της σύγκριας ήταν η γέννηση αρσενικού τέκνου, ώστε να υπάρχει διάδοχος του πατέρα και κληρονόμος της περιουσίας, αλλά και για λόγους κοινωνικής εκτίμησης και ισχύος, ή γενικώς για την απόκτηση παιδιών στην περίπτωση που η σύζυγος ήταν άτεκνη. Μεγάλος αριθμός αρρένων σε μια οικογένεια (πολλά «τουφέκια») συνεπαγόταν πολιτική και οικονομική ισχύ, ενώ διατηρούσε το πατρικό σπίτι (συχνά πύργο) στην οικογένεια. Η σύγκρια προερχόταν από κατώτερες τάξεις γιατί εθεωρείτο υποτιμητικός ρόλος και συχνά ζούσε υπό μειονεκτικές συνθήκες. Η σύναψη αυτής της σχέσης γινόταν μέσω είδους συμπεθεριού και άρχιζε γενικώς χωρίς κάποια τελετή και σιωπηρά. Αρχικά, και έως ότου αποκτήσει αρσενικό παιδί, ζούσε στο σπίτι του άνδρα ως είδος ψυχοκόρης με μειωμένα δικαιώματα. Όταν γεννιόταν παιδί αυτό ανακοινώνονταν με πανηγυρισμούς και ο ρόλος της σύγκριας αναβαθμιζόταν. Με τη νόμιμη σύζυγο αναπτύσσονταν άλλοτε σχέσεις ζήλιας και εχθρότητας και άλλοτε καλές σχέσεις συνεργασίας. Αναφέρονται περιπτώσεις που σύγκριες (νόμιμη σύζυγος και σύγκρια) μετά το θάνατο του ανδρός ζούσαν μαζί αλληλοβοηθούμενες. Η Εκκλησία αποδοκίμαζε _φαρισαϊκά τον θεσμό, αλλά ότι σε κάποιες περιπτώσεις ιερείς αναγκάζονταν να ευλογήσουν τη σύναψη τέτοιας σχέσης, είτε λόγω αμοιβής είτε υποκύπτοντας στη βούληση ισχυρών οικογενειών. Αναφορά του επισκόπου Γυθείου Ιωσήφ προς την Ιερά Σύνοδο το 1864 αναφέρει το έθιμο: συνηθίζουσί τινες ἐνταύθα, … καὶ παραλαμβάνουσι καὶ δευτέρας γυναίκας ἔπειτα εἰς τὰς οἰκίας των, τῇ συγκαταθέσει καὶ τῶν γονέων ἀμφοτέρων αὐτῶν καὶ τῶν λοιπῶν συγγενῶν των, τῇ συγκαταθέσει δε ἑνίοτε καὶ αὐτῶν τῶν νομίμων γυναικῶν αὐτῶν, διὰ τῆς βίας ἤ καὶ ἐκουσίως καὶ αὐτῶν ἐν τῇ ἀπελπισίᾳ των καὶ οὔτω συνοικούσιν αὐτοὶ καὶ μετ’ αὐτῶν καὶ συζῶσιν ὡς ἀνῆρ καὶ γυνὴ παρανόμως. Ἐὰν ὅμως εὐρίσκουσι καὶ ἱερέα τινὰ καὶ τοὺς εὐλογῇ καὶ αὐτὸς εἰς γάμου κοινωνίαν κρυφίως καὶ ἐν παραβύστῳ, τοῦτο δὲν εἶναι δυνατὸν ποτὲ καὶ νὰ ἀποδειχθῇ καὶ νὰ βεβαιωθῇ ἐνταῦθα…
Από τα μέσα του 19ου αιώνα ο θεσμός άρχισε να φθίνει καθώς χάθηκαν τα στρατιωτικά ήθη της Μάνης, οι ηγέτες των μεγάλων οικογενειών δεν είχαν πλέον εξουσίες, οι νέοι μετανάστευσαν προς τις πόλεις και το εξωτερικό, ενώ βελτιώθηκε η θέση της γυναίκας στην κοινωνία. Τότε μερικοί, ακόμα και όταν είχαν αρσενικά παιδιά, εκμεταλλεύονταν τον θεσμό μόνο για την απόκτηση παλλακίδας, γεγονός που οδήγησε στην δυσφήμιση του εθίμου. Έτσι ακόμα και άτεκνοι το απέφευγαν για λόγους αξιοπρέπειας.
“Ψυχοκόρες”
Το στόρι
Σ’ ένα χωριό της ορεινής Δράμας, ζει η οικογένεια Πολύζου. Ο πατέρας τους είναι καλόβολος και τις λατρεύει, η μητέρα εργατική και περήφανη. Η πρωτότοκη, η Μαρίκα, ετοιμάζεται να παντρευτεί, η δεύτερη, η Βασιλική, πανέμορφη νεράιδα, η τρίτη, η Φρόσω, το ασχημόπαπο αλλά ξύπνια και άσσος στο εργόχειρο κι η μικρότερη, το Δεσποινιό, φιλόμαθη κι ατίθαση. Οταν, ωστόσο, η χωροφυλακή συλλάβει τον πατέρα τους, άδικα, για υποψία φιλοκομμουνισμού, η μητέρα τους θα καταρρεύσει και θα φύγει απ’ τη ζωή, ο αρραβώνας της Μαρίκας θα διαλυθεί κι οι τέσσερις θα μείνουν χειρότερα κι απ’ ορφανές. Η προξενήτρα της περιοχής θα τις στείλει ψυχοκόρες, υποτίθεται στην Αθήνα, υποτίθεται σε καλό σπίτι, υποτίθεται όλες μαζί (αυτά στο πρώτο επεισόδιο). Τίποτε απ’ αυτά δεν θα συμβεί (όπως βλέπουμε στο δεύτερο επεισόδιο): τα κορίτσια θα χωριστούν, Μαρίκα και Βασιλική θα μπουν υπηρέτριες στο σπίτι του βιομηχάνου Κοσμά Κοτρώτση και της γυναίκας του, Νέλλας, έτοιμης για βίαια ξεσπάσματα. Το Δεσποινιό θα μπει στο σπιτικό του πολιτικού Ευάγγελου Αρδίτη, καλεσμένο από την ακτιβίστρια για τα δικαιώματα της γυναίκας κόρη του, Μάγια (Πρόεδρο της Επιτροπής Συνεργαζόμενων Σωματείων για τα δικαιώματα των γυναικών, no less), με εύκολο τον ανθρωπισμό των προνομιούχων. Κι η Φρόσω θα καταλήξει σ’ ένα υποστατικό στην Τρίπολη, στον Ηλία και την Ευανθία Νάτση, που την προορίζουν για παρένθετη μητέρα του παιδιού που δεν μπορούν να κάνουν — προφανώς όχι με τη συγκατάθεσή της.
Ρόλοι και ηθοποιοί
Τέσσερις νέες ηθοποιοί έτοιμες ν’ ανακαλυφθούν. Γνωστότερη η Μαριάννα Κιμούλη ως πρωτότοκη Μαρίκα, με το γαλάζιο βλέμμα, το συγκρατημένο συναισθηματισμό της ευθύνης, το πρόσωπο λες φτιαγμένο για ρετρό ταινίες και σειρές. Η Μαργαρίτα Αλεξιάδη ως Βασιλική δεν έχει δείξει ακόμα τις ικανότητές της, αλλά είναι λεπτεπίλεπτα όμορφη κι η σκηνή της, με την κανάτα, σε σαστίζει όσο κι εκείνη. Η Αννα Λουιζίδη, η κεντρίστρα Φρόσω, κερδίζει αμέσως τηλεοπτική αγάπη με τη φυσικότητα και την πυγμή της. Κι η Μένια Βουλιώτη, το Δεσποινιό, μπορεί να υπερπροσπαθεί κατά στιγμές στη δραματικότητα, αλλά είναι και μαγνητική με την άγρια ομορφιά της (θυμάστε μήπως τη μικρότερη κόρη Σίμπιλ του «Downton Abbey»; Λίγο έτσι.) Γύρω τους μια άξια «οικογένεια». Ο Μανώλης Μαυρομματάκης ιδανικός αφελής αγαπησιάρης μπαμπάς που θεωρούμε ότι θα επανεμφανιστεί κάποτε. Στα σπίτια των «πλουσίων», μαγεία. Ο Αλέξανδρος Αντωνόπουλος είναι χαρά οφθαλμών με τι σιδερένιο βλέμμα του, η Γιούλικα Σκαφιδά (που, λόγω καθυστέρησης των άλλων σειρών να προβληθούν, εμφανίζεται φέτος και στην «Παραλία» και στο «Milky Way»), ως σουφραζέτα Μάγια με androgyne look και κοντό ξανθό μαλλί (μάλλον υπερ-νεωτερισμός αυτό) έχει την τέλεια ισορροπία ενοχικής υπεροψίας και καλωσύνης, ο Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος, ο σύζυγός της, Παύλος, διανοούμενος που ξημεροβραδιάζεται στο πατάρι του Λουμίδη, κρύβει μοχθηρία κάτω από τον Λειβαδίτη που απαγγέλλει κι η κατωτερότητα που νιώθει μάλλον θα πέσει σαν ράπισμα στο Δεσποινιό. Οι Τριπολιτσιώτες λάμπουν, η Μαρίνα Ασλάνογλου / Ευανθία κι ο Χρήστος Μαλάκης / Ηλίας Νάτσης, αφήνοντας μόνο ένα λεπτό πέπλο σαδισμού να φανεί κάτω από τα χαμόγελά τους, εκείνη υποταγμένη στη βούληση του αρσενικού. Αλλά την παράσταση κλέβει, ως τώρα, το σπίτι των Κοτρώτση, με τον Πυγμαλίωνα Δαδακαρίδη να μην έχει δείξει ακόμα τις προθέσεις του, αλλά με τη Δήμητρα Ματσούκα ως «ιδιόρρυθμη» Νέλλα, με το πρόσωπο ακίνητο σαν κέρινο αλλά με τα μάτια της τόσο εκφραστικά όσο πάντα, να δίνει μια μίνι-παράσταση υπέρτατου camp που σ’ αφήνει να θέλεις κι άλλο.
Δεξιότητες κι αδεξιότητες Από τις δεύτερες, λίγες. Υπερβολικά καρικατουρίστικη η μαγείρισσα στην οικία Κοτρώτση, εδώ το «Downton Abbey» θα ήταν καλή αναφορά. Ωραιότατο το σκηνογραφικό / ενδυματολογικό, ίσως υπερβολικά επιμελημένο κατά στιγμές, αλλά πειστικό στην αναπαράσταση της εποχής. Τόσο πειστικό που οι λεπτομέρειες χτυπούν ως αναληθοφανείς, δύσκολα το ’50 τα σπίτια θα είχαν τόσους χρωματιστούς τοίχους, στα σαλόνια οι κυρίες της καλής κοινωνίας δεν φορούσαν τα καπέλα τους κι ο Παπαδιαμάντης που πιάνει στα χέρια του το Δεσποινιό είναι πολύ πιο πολυκαιρισμένος απ’ όσο θα ήταν λογικό. Από την άλλη, η χρήση της μουσικής (ο Σταμάτης Σταματάκης υπογράφει την πρωτότυπη) είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα, όχι τόσο στις δυο σεκάνς «μουσικού διαλείμματος» όπου η μελωδία καλύτπει τη βωβή δράση, αλλά στη σύνδεση διαφορετικών ειδών, από δημοτικό μέχρι αγγλόφωνο στίχο. Επιπλέον, χωρίς ιδιαίτερη χάρη αλλά με συνέπεια και αξιοπρέπεια, ναι, η σειρά έχει μια «κινηματογραφική» αισθητική, όχι φυσικά επειδή στην παραγωγή συναντάμε τη Feelgood, αλλά επειδή τολμά να κάνει μπόλικα εξωτερικά, κάποια ωραία νυχτερινά, καθαρά κοντινά, πλάνα με μέλημα την ικανοποίηση των ματιών τέλος πάντων. Κυρίως, οι «Ψυχοκόρες» μοιάζουν ικανές να εκπληρώσουν τον προορισμό τους, να ξαναβάλουν στο μυαλό των mainstream θεατών στο σπίτι, μέσα από μια σειρά εποχής, την ιστορία της γυναικείας καταπίεσης που ξετυλίχθηκε όχι στις ειδήσεις, ούτε στις εφημερίδες, αλλά μέσα στα σπίτια των γονιών και των παππούδων μας και που σήμερα έχει το δικό της τίμημα.
Συνέντευξη Μαριάννας Κιμούλη και Γιώργου Ζιάκα
για τις «Ψυχοκόρες»:
Δυο νέοι ηθοποιοί μας προκαλούν ενθουσιασμό,
με την τέχνη και τη σκέψη τους.
Μαριάννα Κιμούλη
«Ονειρεύομαι να μπορώ να ονειρευτώ ξανά όπως όταν ήμουν μικρή»
Ποιες θεωρείς ότι είναι οι αρετές της σειράς, για σένα, από τη μία ως ηθοποιό, ως επαγγελματία δηλαδή κι από την άλλη ως θεατή;
Για μένα ένα από τα βασικότερα στοιχεία για να δημιουργηθεί ένα αξιοπρεπές καλλιτεχνικό αποτέλεσμα είναι το να υπάρχει χρόνος. Χρόνος για πρόβες και χρόνος κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων. Στις τηλεοπτικές δουλειές ο χρόνος συνήθως είναι αρκετά περιορισμένος. Λαμβάνοντας λοιπόν πάντα υπόψη αυτή τη συνθήκη, θεωρώ ότι είναι μία πολύ προσεγμένη και αξιοπρεπής δουλειά για την οποία μπορώ να πω ότι είμαι πολύ περήφανη που συμμετείχα. Μου δόθηκε η ευκαιρία να συνεργαστώ με υπέροχους καλλιτέχνες αλλά κυριότερα με υπέροχους ανθρώπους που νοιάζονται σε βάθος γι’ αυτό που κάνουν. Είναι πολύ σπάνιο να περιτριγυρίζεσαι από συνεργάτες που καταλαβαίνουν τη διαφορά ανάμεσα στις έννοιες δουλειά και εργασία. Επίσης με συγκίνησε απ’ την αρχή ότι το σενάριο αναφέρεται σε τέσσερις γυναίκες, οι οποίες παλεύουν να γνωρίσουν τον εαυτό τους και να διεκδικήσουν την αυτονομία τους μέσα στον κοινωνικό χώρο, σε μία εποχή που μπορεί να φαίνεται αλλά δεν είναι τόσο μακριά από τη δική μας.
Η ηρωίδα σου, η Μαρίκα, είναι η «ήρεμη δύναμη» των αδελφών Πολύζου, αναγκασμένη ν’ αναλάβει ευθύνες από πολύ μικρή, να φροντίσει για όλες και για όλα και να παραμένει πάσει θυσία αξιοπρεπής, ακόμα και παραμερίζοντας τις προσωπικές της επιθυμίες και όνειρα. Πόσο σ’ εκφράζει η ηρωίδα και πώς νιώθεις για το ρόλο, θετικά στοιχεία, δυσκολίες εάν υπήρξαν.
Όταν ζούμε σε μία κοινωνία η οποία μας σπρώχνει διαρκώς στο να τοποθετούμε το προσωπικό μας συμφέρον πάνω απ’ όλα είναι πολύ σημαντικό να υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι αντιστέκονται σε αυτό. Τη Μαρίκα τη χαρακτηρίζει η ακραία γενναιοδωρία της αλλά και το γεγονός ότι πάντα προσπαθεί να μπει πρώτα στη θέση του άλλου και να κατανοήσει τις πράξεις του αντί να τις κρίνει. Δεν βάζει ποτέ το προσωπικό της συμφέρον πάνω από το συμφέρον των δικών της ανθρώπων. Είναι ο άνθρωπος που λείπει από τη σημερινή κοινωνία. Είναι μεγάλη πρόκληση λοιπόν όταν συναντιέσαι με ένα τέτοιο πρόσωπο το οποίο κατέχει όλες τις αρετές που θα ήθελες να έχεις.
Πώς και πότε αποφάσισες να γίνεις ηθοποιός; Έχεις κάνει εξαιρετικές σπουδές Υποκριτικής — θέλεις να μου πεις την άποψή σου για την κινητοποίηση των ηθοποιών το 2023 και τ’ αποτελέσματά της;
Ήθελα να γίνω ηθοποιός από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Δυστυχώς όμως ζούμε σε μία χώρα όπου η πολιτική εξουσία δεν σέβεται τον σύγχρονο πολιτισμό που παράγεται. Την κινητοποίηση των ηθοποιών το 2023 την οφείλουμε κυρίως στους φοιτητές των δραματικών σχολών. Θέλω να πιστεύω ότι θα καταφέρουμε στο μέλλον να διεκδικήσουμε ως ηθοποιοί κάτι ακόμα πιο σημαντικό, την επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων στον ιδιωτικό τομέα.
Γιώργος Ζιάκας:
Θέλω να βάζω στον εαυτό μου δυσκολίες
και στόχους να ξεπερνάει, αλλά βήμα-βήμα.
Τι σε ενέπνευσε στον χώρο του θεάματος; Πώς και πότε αποφάσισες να γίνεις ηθοποιός και πόσο σε βοήθησαν οι σπουδές σου στο Εθνικό;
Όλα ξεκίνησαν όταν ήμουν στην 5η Δημοτικού: μια συμμαθήτριά μου που ήταν στη θεατρική ομάδα του Δήμου Γέρακα ήρθε και μου είπε, έχει φύγει ένα αγόρι και χρειαζόμαστε κάποιον για να καλύψει αυτή τη θέση. Γυρίζω σπίτι, το λέω στη μητέρα μου, εκείνη πάντα ενθαρρυντική σε όλα, πάμε και βρίσκω την Ασπασία Τζιτζικάκη, η οποία είναι η Δασκάλα μου από τότε. Μπαίνω μέσα, μου λέει, είσαι ο Γιώργος; Εγώ, πολύ μικρός τότε, την έβλεπα τεράστια. Μου λέει, είσαι σίγουρος ότι μπορείς να τον κάνεις αυτό το ρόλο; Ήταν η «Πεντάμορφη και το Τέρας» και μου είχε δώσει το ρόλο του Τέρατος. Ήταν ένας θίασος με 12 κορίτσια κι ένα αγόρι, εμένα, οπότε είχα λίγο θορυβηθεί! Λέω, ναι, θα το κάνω, παίρνω το κείμενο, πάω σπίτι μου, το διαβάζω και κάπως έτσι ξεκίνησε. Τα πρώτα δύο χρόνια, επειδή ήταν όλο κορίτσια η ομάδα, έλεγα στη μητέρα μου, δεν θέλω να πάω, θέλω να πάω ποδόσφαιρο, μπάσκετ, αλλά εκείνη είχε δει ότι αυτό το πράγμα όντως με γέμιζε και εκφραζόμουν πολύ βαθιά. Έβγαζα μια πτυχή μου που δεν υπήρχε άλλος τρόπος να τη βγάλω ως τότε. Μέχρι το Λύκειο συνέχισα να είμαι στην ομάδα, προετοιμάστηκα με την Ασπασία, έδωσα στη Δραματική Σχολή του Εθνικού, ήμουν πολύ αποφασισμένος μεν, αλλά με πλήρη άγνοια. Δεν φανταζόμουν ποτέ ότι μπορεί να μπω στη Σχολή, ήταν ένα όνειρο που τελικά πραγματοποιήθηκε κι αυτό με κάνει πάρα πολύ χαρούμενο.
Σε σχέση με τα παραπάνω, θέλεις να μου πεις την άποψή σου για την κινητοποίηση των ηθοποιών το 2023 και τ’ αποτελέσματά της;
Ελάχιστη αναπροσαρμογή έγινε. Κι εγώ συσπειρώθηκα μαζί με άλλα άτομα και διαμαρτυρήθηκα και συμμετείχα σε συνελεύσεις. Το ευτυχές σ’ όλο αυτό είναι ότι συσπειρώθηκε όλος ο κλάδος κι όχι μόνο, όλοι οι κλάδοι των παραστατικών τεχνών. Αλλά, από την αντίπερα όχθη, δεν πήραμε τίποτα. Ενωθήκαμε εμείς, πήγαμε μπροστά και βρήκαμε ένα τοίχο. Το μόνο θετικό είναι πως ξέρουμε ότι την επόμενη φορά που θα γίνει κάτι τέτοιο, θα είμαστε όλοι εκεί. Αλλά η αντιμετώπιση ήταν πολύ απογοητευτική.
«Ψυχοκόρες»: ποιες θεωρείς ότι είναι οι αρετές της σειράς, για σένα, από τη μία ως ηθοποιό, ως επαγγελματία δηλαδή κι από την άλλη ως θεατή;
Ως συντελεστής, το πρώτο πράγμα που παίρνεις στα χέρια σου είναι το σενάριο — και το σενάριο, από την πρώτη στιγμή, με ενθουσίασε, οι εικόνες που δημιουργούσε, οι σιωπές που υπήρχαν. Ο φόβος μου με την τηλεόραση ήταν το… μιλάω, μιλάω, μιλάω και τι λέω; Αλλά τελικά στη σειρά είδα ότι ειπώνονται πράγματα κι όχι μόνο μέσα από τα λόγια. Αυτό ήταν κάτι που μ’ ενθουσίασε, αποφάσισα να πάρω το ρίσκο και με δικαίωσε, γιατί μου προσέφερε πάρα πολλά πράγματα.
Στο δια ταύτα: μία από τις σειρές που αξίζει να παρακολουθήσετε φέτος.
ΠΑΜΕ: Όλοι στην απεργία την 1η Μάη, η Πρωτομαγιά δεν είναι αργία!