Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

1821 – Μέρος Ε’ – Και εγένετο Κράτος!

Γρά­φει ο Γιάν­νης Βεντού­ρας //

Μετά την εξά­ντλη­ση των πρώ­των αγγλι­κών δανεί­ων (που χάρη σε αυτά η αστι­κή τάξη είχε νική­σει στον πρώ­το εμφύ­λιο) η κυβέρ­νη­ση άρχι­σε να βρί­σκε­ται σε δυσχε­ρή θέση. Οι αντί­πα­λες τάξεις και ομά­δες των καπε­τα­ναί­ων και των κοτζα­μπά­ση­δων συνα­σπί­σθη­καν ενα­ντί­ον της, ενώ ταυ­τό­χρο­να η Οθω­μα­νι­κή Αυτο­κρα­το­ρία, αξιο­ποιώ­ντας τις εμφύ­λιες αντι­πα­ρα­θέ­σεις, άρχι­σε την αντεπίθεση.

Ο Μαυ­ρο­κορ­δά­τος και η ομά­δα του, κάλε­σαν την Μεγά­λη Βρε­τα­νία να προ­στα­τεύ­σει το νεα­ρό Ελλη­νι­κό κρά­τος, ιδρύ­ο­ντας ουσια­στι­κά το «Αγγλι­κό Κόμ­μα». Μαζί του τάχθη­καν οι περισ­σό­τε­ροι πρό­κρι­τοι των νησιών και μερι­κοί Φιλι­κοί. Αντί­θε­τα, το μεγα­λύ­τε­ρο μέρος των στε­λε­χών της Φιλι­κής Εται­ρεί­ας καθώς και οι προ­ε­στοί της Πελο­πον­νή­σου ζητού­σαν να συμπλεύ­σει η χώρα με την Ρωσία, βάζο­ντας έτσι τις βάσεις για την δημιουρ­γία του «Ρωσι­κού Κόμ­μα­τος» με επι­κε­φα­λής τους Γεν­ναίο Κολο­κο­τρώ­νη και Κων­στα­ντί­νο Οικο­νό­μου. Μια τρί­τη ομά­δα που την απο­τε­λού­σαν η πλειο­ψη­φία των Ρου­με­λιω­τών με επι­κε­φα­λής τον Ιωάν­νη Κωλέτ­τη, προ­έ­κρι­ναν την συμ­μα­χία με την Γαλ­λία, δημιουρ­γώ­ντας έτσι το «Γαλ­λι­κό Κόμ­μα». Οι φτω­χοί αγρό­τες, οι εργά­τες και εν γένει τα λαϊ­κά στρώ­μα­τα, δεν είχαν δική τους οργά­νω­ση, περιο­ρι­ζό­με­νοι στο να ακο­λου­θούν όποιον τους έτα­ζε τα περισσότερα.

Η δημιουρ­γία των τριών κομ­μά­των απο­τε­λού­σε αντι­κει­με­νι­κή ανά­γκη, εφό­σον τα δια­φο­ρε­τι­κά συμ­φέ­ρο­ντα δεν μπο­ρού­σαν να βρουν κοι­νή στέ­γη κάτω από την Φιλι­κή Εται­ρεία, η οποία δεν μπο­ρού­σε εξε­λι­χτεί σε κέντρο της αστι­κής εξου­σί­ας και στην πορεία στα­μά­τη­σε να λει­τουρ­γεί ως αυτό­νο­μη πολι­τι­κή οργά­νω­ση. Από την άλλη μεριά, οι επα­να­στά­τες αδυ­να­τού­σαν να επι­κρα­τή­σουν σε έναν ολο­κλη­ρω­τι­κό πόλε­μο με την Οθω­μα­νι­κή Αυτο­κρα­το­ρία, και έτσι ανα­ζή­τη­σαν βοή­θεια από τις μεγά­λες δυνά­μεις, Αγγλία, Γαλ­λία, Ρωσία, οι οποί­ες όμως είχαν δια­φο­ρε­τι­κά συμ­φέ­ρο­ντα μετα­ξύ τους.

Το εφο­πλι­στι­κό κεφά­λαιο, με τμή­μα­τα γαιο­κτη­μό­νων του Μωριά, μερι­κούς στρα­τιω­τι­κούς και την πλειο­ψη­φία των εμπό­ρων και των δια­νο­ού­με­νων της Δύσης, τάχθη­καν με την Αγγλία (η οποία ήθε­λε να δημιουρ­γη­θεί ένα μικρό κρά­τος για να μην απο­δυ­να­μω­θεί πολύ η Οθω­μα­νι­κή Αυτο­κρα­το­ρία). Το Αγγλι­κό κόμ­μα υπο­στή­ρι­ζε τις περιο­ρι­σμέ­νες αρμο­διό­τη­τες του μελ­λο­ντι­κού βασι­λιά και επει­δή βρι­σκό­ταν σε αντι­πα­ρά­θε­ση με το Πατριαρ­χείο, τάχθη­κε υπέρ του αυτο­κέ­φα­λου της Εκκλησίας.

Στο Γαλ­λι­κό κόμ­μα συνα­σπί­σθη­καν κυρί­ως οι στρα­τιω­τι­κοί και οι γαιο­κτή­μο­νες της Ρού­με­λης καθώς δια­νο­ού­με­νοι και φτω­χά στρώ­μα­τα των πόλε­ων. Αυτοί επει­δή φοβό­ντου­σαν ότι Αγγλία και Ρωσία θα προ­ω­θού­σαν την δημιουρ­γία ενός μικρού κρά­τους, αφή­νο­ντας απ’ έξω την Στε­ρεά Ελλά­δα, συνέ­πλευ­σαν με την πολι­τι­κή της Γαλ­λί­ας, προ­βάλ­λο­ντας πολ­λά ριζο­σπα­στι­κά αιτή­μα­τα της Γαλ­λι­κής Επανάστασης.

Η κοι­νω­νι­κή βάση του Ρωσι­κού Κόμ­μα­τος ήταν οι μικροί ιδιο­κτή­τες και οι ενοι­κια­στές γης, οι προ­ε­στοί της Πελο­πον­νή­σου, χαμη­λό­βαθ­μοι αξιω­μα­τι­κοί, δημό­σιοι υπάλ­λη­λοι και Φιλι­κοί που είχαν σχέ­σεις με την Ρωσία. Αυτοί δεν ήθε­λαν την διά­κρι­ση των εξου­σιών, υπο­στή­ρι­ζαν ότι το θεμέ­λιο της κοι­νω­νι­κής τάξης ήταν η θρη­σκεία και επι­ζη­τού­σαν να δια­τη­ρη­θεί η σχέ­ση με το Πατριαρχείο.
Όλες αυτές οι διερ­γα­σί­ες εξε­λίσ­σο­ντο ενώ ο Ιμπρα­ήμ σάρω­νε την Πελο­πόν­νη­σο και πολιορ­κού­σε το Μεσο­λόγ­γι. Στις 6 Απρί­λη 1826 και εν μέσω αντε­γκλή­σε­ων ξεκί­νη­σε στην Τροι­ζή­να η Γ’ Εθνο­συ­νέ­λευ­ση, η οποία και δια­κό­πη­κε δέκα μέρες μετά, λόγω της πτώ­σης του Μεσο­λογ­γί­ου. Η αντι­πα­ρά­θε­ση οδή­γη­σε στην παράλ­λη­λη διε­ξα­γω­γή δύο Εθνο­συ­νε­λεύ­σε­ων για πολ­λούς μήνες, μέχρι που τελι­κά τον επό­με­νο χρό­νο ξανα­βρέ­θη­καν στην Τροι­ζή­να και ολο­κλή­ρω­σαν τις εργα­σί­ες, στις 5 Μάη 1827. Εκεί, κατό­πιν πιέ­σε­ων των Μεγά­λων Δυνά­με­ων, υπήρ­ξε συμ­βι­βα­σμός και ανέ­θε­σαν, στον πρώ­ην υπουρ­γό εξω­τε­ρι­κών της Ρωσί­ας, Ιωάν­νη Καπο­δί­στρια, χρέη κυβερνήτη.

Ταυ­τό­χρο­να στις 6 Ιού­λη 1827 οι τρεις δυνά­μεις, Ρωσία, Γαλ­λία, Αγγλία, έρχο­νται σε συμ­βι­βα­σμό και υπο­γρά­φουν την συν­θή­κη του Λον­δί­νου, ανα­γνω­ρί­ζο­ντας την δημιουρ­γία ενός αυτό­νο­μου και όχι ανε­ξάρ­τη­του κρά­τους και ανέ­λα­βαν την εξα­σφά­λι­ση της ανα­κω­χής. Τα όρια του κρά­τους θα ήταν μέχρι την γραμ­μή Αχε­λώ­ου — Μαλια­κού στην Στε­ρεά Ελλά­δα. Απο­τέ­λε­σμα της τρι­με­ρούς συν­θή­κης ήταν η απο­στο­λή μεγά­λου στό­λου στο Ναυα­ρί­νο και η κατα­στρο­φή του τουρ­κο­αι­γυ­πτια­κού στό­λου στις 8 Οκτώ­βρη 1827, σώζο­ντας στο παρα­πέ­ντε την Ελλη­νι­κή Επανάσταση.

Στις 18 Γενά­ρη 1828 φθά­νει στο Ναύ­πλιο ο εντο­λο­δό­χος των προ­στά­τι­δων δυνά­με­ων Ιωάν­νης Καπο­δί­στριας. Αμέ­σως ανα­στέλ­λει το ψηφι­σμέ­νο Σύνταγ­μα (το οποίο προ­έ­βλε­πε πλή­ρη ανε­ξαρ­τη­σία) ανα­λαμ­βά­νο­ντας προ­σω­πι­κά την διοί­κη­ση του κρά­τους με την βοή­θεια ενός συμ­βου­λί­ου που δημιούρ­γη­σε. Ο Καπο­δί­στριας στη συνέ­χεια προ­χώ­ρη­σε στην ανα­διορ­γά­νω­ση του στρα­τού, μετα­τρέ­πο­ντας στα­δια­κά τα άτα­κτα σώμα­τα σε τακτι­κό στρα­τό, ενώ έβα­λε υπό την δικαιο­δο­σία του κρά­τους τα πολε­μι­κά πλοία που μέχρι τότε ανή­καν στους καρα­βο­κύ­ρη­δες. Χώρι­σε τη χώρα σε διοι­κη­τι­κές περι­φέ­ρειες, χτύ­πη­σε την πει­ρα­τεία στην θάλασ­σα, αντι­κα­τέ­στη­σε το τούρ­κι­κο γρό­σι με το νέο νόμι­σμα (τον φοί­νι­κα), δημιούρ­γη­σε αρκε­τά σχο­λεία και πήρε μέτρα για την ανά­πτυ­ξη της οικονομίας.

Στο πρό­βλη­μα των εθνι­κών γαιών δεν δόθη­κε λύση, με απο­τέ­λε­σμα να παρα­μέ­νουν αυτές στα χέρια των μεγα­λοϊ­διο­κτη­τών, τα κρα­τι­κά έσο­δα να είναι περιο­ρι­σμέ­να και η δυσφο­ρία όλων των υπό­λοι­πων να διο­γκώ­νε­ται. Ο περιο­ρι­σμός των δικαιω­μά­των των τοπαρ­χών, των οπλαρ­χη­γών αλλά και η κατάρ­γη­ση της αφαί­μα­ξης των κτη­μά­των της Πελο­πον­νή­σου από τους νησιώ­τες εφο­πλι­στές και η μη ικα­νο­ποί­η­ση των οικο­νο­μι­κών τους απαι­τή­σε­ων, δεν άργη­σε να φέρει την ένο­πλη σύγκρου­ση των αντί­πα­λων ομά­δων, την δολο­φο­νία του Καπο­δί­στρια και την δεύ­τε­ρη εμφύ­λια σύγκρουση.

Στις 22 Γενά­ρη 1830 υπο­γρά­φε­ται στο Λον­δί­νο επί­ση­μα η ανε­ξαρ­τη­σία του Ελλη­νι­κού κρά­τους, του οποί­ου τα όρια έφτα­ναν μέχρι την γραμ­μή Αμβρα­κι­κού – Παγα­ση­τι­κό κόλ­πο. Ο πλη­θυ­σμός του πρώ­του Ελλη­νι­κού Κρά­τους ήταν περί­που 550.000 άτο­μα. Με τα πρώ­τα μέτρα του αστι­κού κρά­τους, ο Καπο­δί­στριας προ­σπά­θη­σε να επι­τα­χύ­νει και να εμβα­θύ­νει τις καπι­τα­λι­στι­κές σχέ­σεις παρα­γω­γής. Ο τρό­πος που πραγ­μα­το­ποιού­ντο τα κέρ­δη κάθε τμή­μα­τος της αστι­κής τάξης, προσ­διό­ρι­ζε την στά­ση του απέ­να­ντι στην κυβέρ­νη­ση και τις διε­θνείς συμ­μα­χί­ες που έκα­νε αυτή. Τα τμή­μα­τα της αστι­κής τάξης που είχαν συμ­φέ­ρο­ντα από τα φεου­δαρ­χι­κά προ­νό­μια τα οποία είχαν απο­μεί­νει και δεν ήθε­λαν να προ­σαρ­μο­στούν και να αστι­κο­ποι­η­θούν, στρά­φη­καν ενα­ντί­ον του.
Το 1830 ξεσπά­ει η πρώ­τη ανταρ­σία των Μανια­τών με ηγέ­τη τον Τζα­νή Μαυ­ρο­μι­χά­λη, ο οποί­ος συλ­λαμ­βά­νε­ται και φυλα­κί­ζε­ται. Στη συνέ­χεια κέντρο του αγώ­να ενά­ντια στις μεταρ­ρυθ­μί­σεις του Καπο­δί­στρια γίνε­ται η Ύδρα με τις οικο­γέ­νειες Κου­ντου­ριώ­τη, Μια­ού­λη, Τομπά­ζη, Κριε­ζή, Σαχτού­ρη. Μαζί τους συντά­χθη­καν οι Αλέ­ξαν­δρος Μαυ­ρο­κορ­δά­τος, Σπυ­ρί­δων Τρι­κού­πης, ο Κορα­ής και άλλοι. Στις 14 Ιού­λη 1831 ο Μια­ού­λης κατέ­λα­βε στον Πόρο τον κεντρι­κό ναύ­σταθ­μο του κρά­τους. Ο Καπο­δί­στριας στέλ­νει ενα­ντί­ον τους τον Ρώσο ναύ­αρ­χο Ρίκορντ, ο οποί­ος αιχ­μα­λώ­τι­σε ένα πλοίο των επα­να­στα­τών και βύθι­σε άλλο ένα. Σε απά­ντη­ση, την 1η Αυγού­στου 1831 ο Μια­ού­λης ανα­τί­να­ξε δύο από τα πιο σύγ­χρο­να τότε πλοία του ελλη­νι­κού ναυ­τι­κού, τη φρε­γά­τα «Ελλάς» και την κορ­βέ­τα «Ύδρα». Στις 27 Σεπτέμ­βρη 1831 η αντι­πα­ρά­θε­ση οξύ­νε­ται σε σημείο που οι γιοι του Πετρό­μπεη Μαυ­ρο­μι­χά­λη δολο­φο­νούν τον Καποδίστρια.

Μέσα από αυτές τις συγκρού­σεις των δια­φο­ρε­τι­κών ομά­δων, προ­χω­ρά­ει ολο­έ­να και περισ­σό­τε­ρο η συγκρό­τη­ση ενός συγκε­ντρω­τι­κού κρά­τους ευρω­παϊ­κού τύπου, ικα­νό να προ­χω­ρή­σει τους καπι­τα­λι­στι­κούς μετα­σχη­μα­τι­σμούς που είχε ανά­γκη ο τόπος. Μετά τον ερχο­μό του Όθω­να (ως μία συμ­βι­βα­στι­κή λύση), την εξέ­γερ­ση της 3ης Σεπτέμ­βρη και την από­κτη­ση Συντάγ­μα­τος, η Ελλη­νι­κή αστι­κή τάξη φανε­ρώ­νει με κάθε τρό­πο τις διε­θνείς επι­διώ­ξεις της. Σε κάθε ευκαι­ρία ζητά­ει να πάρει ενερ­γά μέρος στον δια­με­λι­σμό της Οθω­μα­νι­κής αυτο­κρα­το­ρί­ας και να επε­κτα­θεί σε νέα εδάφη.

Η εδα­φι­κή επέ­κτα­ση ήταν απα­ραί­τη­τη για να διευ­ρυν­θεί η εσω­τε­ρι­κή αγο­ρά (ανα­γκαίο στοι­χείο για την καπι­τα­λι­στι­κή ανά­πτυ­ξη) και να δια­σφα­λι­στεί ο έλεγ­χος στην νοτιο­α­να­το­λι­κή Μεσό­γειο, πράγ­μα σημα­ντι­κό­τα­το για τα συμ­φέ­ρο­ντα του εφο­πλι­στι­κού κεφαλαίου.

Μέσα σε αυτά τα σύντο­μα σημειώ­μα­τα, θέλα­με να δεί­ξου­με ότι ο εμφύ­λιος σπα­ραγ­μός δεν έγι­νε επει­δή κάποιοι ήταν κακοί και κάποιοι καλοί, ούτε να κατη­γο­ρή­σου­με κάποιους και να υμνή­σου­με κάποιους άλλους. Αυτός έγι­νε επει­δή σε κάθε κοι­νω­νι­κή μετα­βο­λή υπάρ­χουν συγκρού­σεις του παλιού και του και­νούρ­γιου, αλλά και συγκρού­σεις μετα­ξύ των δια­φο­ρε­τι­κών οικο­νο­μι­κών συμ­φε­ρό­ντων. Η ιστο­ρία προ­χω­ρά­ει με χορη­γό την βία και κάθε γέν­νη­ση με κλαυθ­μούς και σπα­ρα­χτι­κές κραυγές.

Κλεί­νο­ντας να τονί­σου­με ότι η Ελλη­νι­κή επα­νά­στα­ση του 1821, ήταν μια προ­ο­δευ­τι­κή επα­νά­στα­ση της αστι­κής τάξης ενα­ντί­ον των απαρ­χαιω­μέ­νων φεου­δαρ­χι­κών θεσμών, η οποία ενδύ­θη­κε τον μαν­δύα του εθνι­κο­α­πε­λευ­θε­ρω­τι­κού αγώνα.

Τα προη­γού­με­να Α ΜΕΡΟΣ / Β ΜΕΡΟΣ // Γ ΜΕΡΟΣ / Δ ΜΕΡΟΣ 

«Στην επο­χή της Ηούς», του Γιάν­νη Βεντούρα

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο